εξερεύνηση Koine-Griechisch ἐξερεύνησις
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Επιλεκτική εξαγωγή (π.χ. εξερεύνηση και εκμετάλλευση έμψυχων και άψυχων πόρων στον πυθμένα και το υπέδαφος). | selektive Entnahme (z. B. durch Erforschung und Ausbeutung lebender und nichtlebender Ressourcen des Meeresgrundes und des Untergrundes). Übersetzung bestätigt |
Εστιάζοντας ιδιαιτέρως την προσοχή στη χρήση των υπαρχουσών δυνατοτήτων στην Ευρώπη, οι δραστηριότητες που εκτίθενται κατωτέρω έχουν τους εξής στόχους: αποτελεσματική εκμετάλλευση των διαστημικών πόρων (σε συντονισμό με επίγειες εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των αερομεταφερομένων) για την υλοποίηση εφαρμογών όπως η GMES και χρησιμοποίησή τους για την επιβολή της νομοθεσίας που συνδέεται με τις κοινοτικές πολιτικές· εξερεύνηση του διαστήματος, η οποία διανοίγει νέες προοπτικές διεθνούς συνεργασίας και σημαντικών τεχνολογικών ανακαλύψεων καθώς και αποστολών λογικού κόστους· εκμετάλλευση και εξερεύνηση του διαστήματος, με την υποστήριξη πολυδύναμων δραστηριοτήτων που κατοχυρώνουν τον στρατηγικό ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. | Mit den dargelegten Maßnahmen werden — unter besonderer Berücksichtigung der Nutzung bestehender Fähigkeiten in Europa — folgende Ziele verfolgt: effiziente Nutzung weltraumgestützter Systeme (in Abstimmung mit In-situ-Systemen, einschließlich luftgestützter Systeme) zur Verwirklichung von Anwendungen, namentlich GMES, und deren Beitrag zur Durchsetzung von Rechtsvorschriften in der Gemeinschaftspolitik; Weltraumforschung, die eine internationale Zusammenarbeit und maßgebende technologische Neuerungen sowie kosteneffiziente Weltraummissionen ermöglicht; Nutzung und Erforschung des Weltraums, unterstützt durch Maßnahmen, die der Europäischen Union die Wahrnehmung ihrer strategischen Rolle ermöglichen. Übersetzung bestätigt |
Διατήρηση, εξερεύνηση, συλλογή, χαρακτηρισμός, αξιολόγηση και τεκμηρίωση των φυτογενετικών πόρων για τη διατροφή και τη γεωργία | Erhaltung, Erforschung, Sammlung, Charakterisierung, Evaluierung und Dokumentation pflanzengenetischer Ressourcen für Ernährung und Landwirtschaft Übersetzung bestätigt |
Ανακοίνωση όσον αφορά την έναρξη ισχύος του πρωτοκόλλου, στη σύμβαση για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και των παρακτίων περιοχών της Μεσογείου, για την προστασία της Μεσογείου Θαλάσσης από τη ρύπανση που προκαλείται από την εξερεύνηση και την εκμετάλλευση του θαλάσσιου βυθού και του υπεδάφους του | Mitteilung über das Inkrafttreten des Protokolls zum Schutz des Mittelmeeres vor Verschmutzung durch die Erforschung und Nutzung des Festlandsockels, des Meeresbodens und des Meeresuntergrundes zum Übereinkommen zum Schutz der Meeresumwelt und der Küstengebiete des Mittelmeers Übersetzung bestätigt |
Το πρωτόκολλο, στη σύμβαση για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και των παρακτίων περιοχών της Μεσογείου, για την προστασία της Μεσογείου Θαλάσσης από τη ρύπανση που προκαλείται από την εξερεύνηση και την εκμετάλλευση του θαλάσσιου βυθού και του υπεδάφους του [1], το οποίο υιοθετήθηκε στη Μαδρίτη στις 14 Οκτωβρίου 1994, ετέθη σε ισχύ στις 29 Μαρτίου 2013 δυνάμει του άρθρου 32 παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου. | Das am 14. Oktober 1994 in Madrid angenommene Protokoll zum Schutz des Mittelmeeres vor Verschmutzung durch die Erforschung und Nutzung des Festlandsockels, des Meeresbodens und des Meeresuntergrundes [1] zum Übereinkommen zum Schutz der Meeresumwelt und der Küstengebiete des Mittelmeers ist gemäß Artikel 32 Absatz 4 des Protokolls am 29. März 2013 in Kraft getreten. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Deutsche Synonyme |
---|
Auswertung |
Analyse |
Studie |
Begutachtung |
Erforschung |
Betrachtung |
Exploration |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | die Erforschung | die Erforschungen |
Genitiv | der Erforschung | der Erforschungen |
Dativ | der Erforschung | den Erforschungen |
Akkusativ | die Erforschung | die Erforschungen |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | die Exploration | die Explorationen |
Genitiv | der Exploration | der Explorationen |
Dativ | der Exploration | den Explorationen |
Akkusativ | die Exploration | die Explorationen |
εξερεύνηση η [ekserévnisi] : 1.επιτόπια έρευνα μιας σχετικά άγνωστης περιοχής της γης με σκοπό τη γνώση της ιδίως από γεωγραφική άπο ψη: H εξερεύνηση του εσωτερικού της Aφρικής κατά το 19ο αι. H εξερεύνηση των πόλων της γης. H εποχή των μεγάλων εξερευνήσεων. || (επέκτ.): εξερεύνηση του θαλάσσιου βυθού / του διαστήματος. H εξερεύνηση ενός σπηλαίου. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.