διαρκής -ής -ές Adj.  [diarkis -is -es, thiarkis -is -es, diarkhs -hs -es]

  Adj.
(7)
  Adj.
(6)
  Adj.
(1)
  Adj.
(0)

GriechischDeutsch
4.4 Η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι τα συνεχώς διογκούμενα επίπεδα φτώχειας βλάπτουν, όχι μόνο την κοινωνική συνοχή της ΕΕ, αλλά και την οικονομία, καθώς ο διαρκής αποκλεισμός μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας αποδυναμώνει την ανταγωνιστικότητα και αυξάνει την πίεση στους κρατικούς προϋπολογισμούς.4.4 Der EWSA weist darauf hin, dass sie stetig ansteigenden Armutsniveaus nicht nur dem sozia­len Zusammenhalt, sondern auch der Wirtschaft der EU schaden, da der permanente Aus­schluss weiter Teile der Gesellschaft die Wettbewerbsfähigkeit schwächt und den Druck auf die nationalen Haushalte erhöht.

Übersetzung bestätigt

Στις εκθέσεις PEPPER υπογραμμίζεται η διαρκής σημασία που έχει το θέμα αυτό για την ευρωπαϊκή πολιτική: η έκθεση PEPPER IV4 διαπιστώνει τη σταθερά αυξανόμενη διάδοση της ΣΕ εντός της ΕΕ των 27 κατά την τελευταία δεκαετία.Die PEPPER-Berichte belegen die andauernde Bedeutung dieses Themas für die europäische Politik: Der PEPPER-IV-Bericht4 stellt die stetig gewachsene Verbreitung der MAB in der EU-27 innerhalb der letzten Dekade fest.

Übersetzung bestätigt

Ήδη σήμερα, ένα χρόνο μετά τη Διάσκεψη του Ελσίνκι, η ΟΚΕ πιστεύει ότι παρατηρείται μία διαρκής μείωση της διαφάνειας όσον αφορά τα στοιχεία που θα έπρεπε να διασφαλίσει η διαδικασία παρακολούθησης.Schon jetzt, ein Jahr nach der Helsinki-Konferenz, ist eine stetig abnehmende Transparenz über das, was der Monitoring-Prozeß sicherstellen sollte, aus Sicht des WSA zu verzeichnen.

Übersetzung bestätigt

Ήδη σήμερα, ένα χρόνο μετά τη Διάσκεψη του Ελσίνκι, η ΟΚΕ πιστεύει ότι παρατηρείται μία διαρκής μείωσης της διαφάνειας όσον αφορά τα στοιχεία που θα έπρεπε να διασφαλίσει η διαδικασία παρακολούθησης.Schon jetzt, ein Jahr nach der Helsinki-Konferenz, ist eine stetig abnehmende Transparenz über das, was der Monitoring-Prozeß sicherstellen sollte, aus Sicht des WSA zu verzeichnen.

Übersetzung bestätigt

Έκτοτε, ωστόσο, παρατηρήθηκε διαρκής καθοδική τάση στην αγορά για τις εν λόγω μετοχές.Seitdem ist das Interesse des Marktes an diesen Aktien mehr oder weniger stetig gesunken.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

  • διαρκής (maskulin)
  • διαρκής (feminin)
  • διαρκές (neutrum)


Griechische Definition zu διαρκής -ής -ές

διαρκής -ής -ές [δiarkís] : που γίνεται, υπάρχει, συμβαίνει κτλ. χωρίς διακοπή· συνεχής, αδιάκοπος: H ζωή είναι διαρκής -ής -ές αγώνας. Πόθος για διαρκή ειρήνη. H θεωρία για τη διαρκή επανάσταση. || (γραμμ.) Διαρκείς χρόνοι, εξακολουθητικοί. Διαρκή σύμφωνα. || (οικον.) Διαρκή καταναλωτικά αγαθά. || (νομ.) Διαρκές αδίκημα. ANT στιγμιαίο. || σε ονομασίες διοικητικών κτλ. οργάνων που λειτουργούν χωρίς μακροχρόνιες διακοπές: Διαρκές στρατοδικείο. ANT έκτακτο. H Διαρκής Iερά Σύνοδος. διαρκώς ΕΠIΡΡ: Εργάζεται / ταξιδεύει / αθλείται / προπονείται διαρκής -ής -ές.

[λόγ. < αρχ. διαρκής, διαρκῶς]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback