αφορμή altgriechisch ἀφορμή ἀπό + ὁρμή
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Προτού προχωρήσουμε στην ανάλυση των ενισχύσεων που έδωσαν αφορμή για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης, η Επιτροπή πρέπει να λάβει θέση επί του επιχειρήματος του ταμείου FPAP το οποίο εκτιμά ότι οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν σε αυτό αλλά και στις αλιευτικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εξεταστούν υπό το πρίσμα μιας αύξησης του ορίου de minimis στον τομέα της αλιείας. | Bevor eine Analyse der Beihilfen vorgenommen wird, die zur Einleitung des förmlichen Prüfverfahren Anlass gegeben haben, muss die Kommission zu dem Argument des FPAP Stellung beziehen, dass die ihm selbst sowie den Fischereiunternehmen gewährten Beihilfen im Lichte einer Anhebung der Höchstgrenze für De-minimis-Beihilfen im Fischereisektor betrachtet werden müssten. Übersetzung bestätigt |
Η Αυστρία εκτιμά ότι η ίδρυση των SPV για την ενίσχυση των ιδίων κεφαλαίων της BAWAG-PSK με τη συμμετοχή πολλών αυστριακών τραπεζών αφενός και αυστριακών ασφαλιστών αφετέρου αποδεικνύει ότι οι ανταγωνιστές, από τη σκοπιά τους, αντιμετώπισαν τα οικονομικά προβλήματα της BAWAG-PSK ως αφορμή για την ενεργοποίηση βραχυπρόθεσμων μέτρων υποστήριξης προς όφελος της διασφάλισης της φήμης της αυστριακής χρηματαγοράς. | Nach Ansicht Österreichs zeigt die Gründung der das Eigenkapital der BAWAG-PSK stärkenden SPV mit mehreren österreichischen Banken einerseits und österreichischen Versicherern andererseits, dass die Wettbewerber die wirtschaftlichen Schwierigkeiten der BAWAG-PSK ihrerseits zum Anlass von kurzfristigen Unterstützungsmaßnahmen im Interesse der Wahrung des Rufs des Finanzplatzes Österreich genommen haben. Übersetzung bestätigt |
Η απόφαση για τη ναυπήγηση μεγαλύτερων πλοίων από το 1999 υπήρξε η αφορμή για το εν λόγω επενδυτικό σχέδιο. | Die Entscheidung für den Bau größerer Schiffe ab 1999 gab den Anlass für diese Investitionsvorhaben. Übersetzung bestätigt |
Ωστόσο, η Επιτροπή, αποκλίνουσα από την πρώτη απόφασή της στην υπόθεση WestLB, θεωρεί ότι αυτό δεν αποτελεί αφορμή για περαιτέρω προσαύξηση. | Dennoch sieht die Kommission abweichend von ihrer ersten WestLB-Entscheidung in diesem Fall keinen Anlass für einen weiteren Aufschlag. Übersetzung bestätigt |
Η Επιτροπή διαπιστώνει περαιτέρω ότι τα μέτρα που απορρέουν από το νόμο του 1976 κοινοποιήθηκαν από τη Γερμανία τον Απρίλιο του 1976 βάσει των διατάξεων για τα γεωργικά προϊόντα και ότι η εν λόγω κοινοποίηση την εποχή εκείνη δεν αποτέλεσε αφορμή για να υποβληθούν περαιτέρω παρατηρήσεις. | Die Kommission konstatiert ferner, dass Deutschland die aus dem Gesetz von 1976 hervorgegangenen Maßnahmen auf der Grundlage der für landwirtschaftliche Erzeugnisse geltenden Bestimmungen im April 1976 angemeldet hat und die Anmeldung seinerzeit keinen Anlass zu weiteren Bemerkungen gab. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
αφορμή η [aformí] : 1.γεγονός το οποίο χρησιμοποιεί κάποιος ως πρόφαση για να προβεί σε ενέργειες συνήθ. εχθρικές, των οποίων τα αίτια είναι βαθύτερα: Aίτια και αφορμές του πελοποννησιακού πολέμου. αφορμή για την απεργία ήταν η απόλυση δύο εργατών. Ποια ήταν η αφορμή της παραίτησής του; Aυτή ήταν απλώς η αφορμή, όχι η αιτία. αφορμή σοβαρή / ασήμαντη. Δίνω / ψάχνω / γυρεύω / βρίσκω / γίνομαι αφορμή. αφορμή γύρευε κι αφορμή βρήκε. αφορμή ζητούσε για να με κατηγορήσει, ευκαιρία. Δεν είχα / δε μου έδωσε καμία αφορμή για να είμαι δυσαρεστημένος μαζί του. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.