αναστροφή altgriechisch ἀναστροφή
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Δεν μπορώ να δημιουργώ χρονικές ανωμαλίες ή υποδιαστημικές αναστροφές, χωρίς να σκέφτομαι τις επιπτώσεις στο γιο μου. | Ich kann keine temporalen Anomalien oder Subrauminversionen auslösen, ohne an die Folgen für meinen Sohn zu denken. Übersetzung nicht bestätigt |
Ξέχνα τους πίδακες σωματιδίων και τις υποδιαστημικές αναστροφές. | Außerdem hab ich mich gefragt kann ich sie wohl noch einmal sehen? Übersetzung nicht bestätigt |
Τα χρωμοσώματα για 28 καρδιαγγειακές παθήσεις έχουν φυσιολογική δομή, χωρίς μεταθέσεις, απώλειες ή αναστροφές. | Die Chromosomen für 28 Herz-Kreislauf-Ursachen sind normal nummeriert in der Struktur. Keine Verlagerungen, Deletions oder Umkehrungen. Übersetzung nicht bestätigt |
Χρησιμοποιούν τους εγκαταλελειμμένους σταθμούς για αναστροφές. | Sie benutzen die geschlossenen Haltestellen für Wendefahrten. Übersetzung nicht bestätigt |
άλλες αναστροφές προβλέψεων. | sonstige Auflösungen von Rückstellungen. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | der Kopfstand | die Kopfstände |
Genitiv | des Kopfstandes des Kopfstands | der Kopfstände |
Dativ | dem Kopfstand dem Kopfstande | den Kopfständen |
Akkusativ | den Kopfstand | die Kopfstände |
αναστροφή η [anastrofí] : (λόγ.) 1. μετακίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση, φορά: αναστροφή μιας κίνησης / πορείας. || (γυμν.): Kατακόρυφη αναστροφή, άσκηση κατά την οποία το σώμα είναι όρθιο ενώ στηρίζεται στο έδαφος με τα χέρια. || (μετεωρ.): αναστροφή της θερμοκρασίας, φαινόμενο κατά το οποίο παρατηρείται αύξηση της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας καθώς αυξάνεται το υψόμετρο. || (ιατρ.): αναστροφή της καρδιάς / των σπλάχνων, πάθηση κατά την οποία αυτά βρίσκονται σε θέση αντίθετη από την κανονική. || (ναυτ.): αναστροφή πλοίου, για πορεία ιστιοφόρου αντίθετη προς την κατεύθυνση του ανέμου. || (νομ.) ακύρωση: αναστροφή δικαιοπραξίας / αγοραπωλησίας. || (γραμμ.) μεταφορά του τόνου μιας δισύλλαβης πρόθεσης από τη λήγουσα στην παραλήγουσα. || (ρητορ.) σχήμα κατά το οποίο η τελευταία λέξη της πρότασης επαναλαμβάνεται ως πρώτη στην επόμενη πρόταση. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.