verfrachten
 Verb

φορτώνω Verb
(0)
αποστέλλω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Wenn Sie nicht freiwillig gehen, werden die Gendarmen kommen Sie beim Kragen packen und Sie mitsamt Ihrem Hund in den Zug verfrachten.Αν δεν φύγεις οικειοθελώς, θα έρθουν οι χωροφύλακες θα αρπάξουν εσένα και τον σκύλο σου απ'τον σβέρκο και θα σας πετάξουν στο τρένο.

Übersetzung nicht bestätigt

Und mich wie die anderen auf deine Güter in Sizilien verfrachten?Και θα με πήγαινες στα κτήματά σου; Μαζί με τις άλλες;

Übersetzung nicht bestätigt

Und er wird es verfrachten.Και θα τα διακινησει.

Übersetzung nicht bestätigt

Wenn man mich nach Sibieren verfrachten würde, würde ich mein Leben riskieren, um es zu sagen.Αν με στείλουν στη Σιβηρία, βασίζω τη ζωή μου σ' αυτό.

Übersetzung nicht bestätigt

Hört zu. Ihr zwei könnt den Engel verfrachten, und ihr beide nehmt das Rentier.Εσείς οι δύο μπορείτε να κάνετε τον άγγελο με τα φτερά... και να πάρετε τον τάρανδο.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik





AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
φορτώνωφορτώνουμε, φορτώνομεφορτώνομαιφορτωνόμαστε
φορτώνειςφορτώνετεφορτώνεσαιφορτώνεστε, φορτωνόσαστε
φορτώνειφορτώνουν(ε)φορτώνεταιφορτώνονται
Imper
fekt
φόρτωναφορτώναμεφορτωνόμουν(α)φορτωνόμαστε, φορτωνόμασταν
φόρτωνεςφορτώνατεφορτωνόσουν(α)φορτωνόσαστε, φορτωνόσασταν
φόρτωνεφόρτωναν, φορτώναν(ε)φορτωνόταν(ε)φορτώνονταν, φορτωνόντανε, φορτωνόντουσαν
Aoristφόρτωσαφορτώσαμεφορτώθηκαφορτωθήκαμε
φόρτωσεςφορτώσατεφορτώθηκεςφορτωθήκατε
φόρτωσεφόρτωσαν, φορτώσαν(ε)φορτώθηκεφορτώθηκαν, φορτωθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω φορτώσει
έχω φορτωμένο
έχουμε φορτώσει
έχουμε φορτωμένο
έχω φορτωθεί
είμαι φορτωμένος, -η
έχουμε φορτωθεί
είμαστε φορτωμένοι, -ες
έχεις φορτώσει
έχεις φορτωμένο
έχετε φορτώσει
έχετε φορτωμένο
έχεις φορτωθεί
είσαι φορτωμένος, -η
έχετε φορτωθεί
είστε φορτωμένοι, -ες
έχει φορτώσει
έχει φορτωμένο
έχουν φορτώσει
έχουν φορτωμένο
έχει φορτωθεί
είναι φορτωμένος, -η, -ο
έχουν φορτωθεί
είναι φορτωμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα φορτώσει
είχα φορτωμένο
είχαμε φορτώσει
είχαμε φορτωμένο
είχα φορτωθεί
ήμουν φορτωμένος, -η
είχαμε φορτωθεί
ήμαστε φορτωμένοι, -ες
είχες φορτώσει
είχες φορτωμένο
είχατε φορτώσει
είχατε φορτωμένο
είχες φορτωθεί
ήσουν φορτωμένος, -η
είχατε φορτωθεί
ήσαστε φορτωμένοι, -ες
είχε φορτώσει
είχε φορτωμένο
είχαν φορτώσει
είχαν φορτωμένο
είχε φορτωθεί
ήταν φορτωμένος, -η, -ο
είχαν φορτωθεί
ήταν φορτωμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα φορτώνωθα φορτώνουμε, θα φορτώνομεθα φορτώνομαιθα φορτωνόμαστε
θα φορτώνειςθα φορτώνετεθα φορτώνεσαιθα φορτώνεστε, θα φορτωνόσαστε
θα φορτώνειθα φορτώνουν(ε)θα φορτώνεταιθα φορτώνονται
Fut
ur
θα φορτώσωθα φορτώσουμε, θα φορτώσομεθα φορτωθώθα φορτωθούμε
θα φορτώσειςθα φορτώσετεθα φορτωθείςθα φορτωθείτε
θα φορτώσειθα φορτώσουνθα φορτωθείθα φορτωθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω φορτώσει
θα έχω φορτωμένο
θα έχουμε φορτώσει
θα έχουμε φορτωμένο
θα έχω φορτωθεί
θα είμαι φορτωμένος, -η
θα έχουμε φορτωθεί
θα είμαστε φορτωμένοι, -ες
θα έχεις φορτώσει
θα έχεις φορτωμένο
θα έχετε φορτώσει
θα έχετε φορτωμένο
θα έχεις φορτωθεί
θα είσαι φορτωμένος, -η
θα έχετε φορτωθεί
θα είστε φορτωμένοι, -ες
θα έχει φορτώσει
θα έχει φορτωμένο
θα έχουν φορτώσει
θα έχουν φορτωμένο
θα έχει φορτωθεί
θα είναι φορτωμένος, -η, -ο
θα έχουν φορτωθεί
θα είναι φορτωμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να φορτώνωνα φορτώνουμε, να φορτώνομενα φορτώνομαινα φορτωνόμαστε
να φορτώνειςνα φορτώνετενα φορτώνεσαινα φορτώνεστε, να φορτωνόσαστε
να φορτώνεινα φορτώνουν(ε)να φορτώνεταινα φορτώνονται
Aoristνα φορτώσωνα φορτώσουμε, να φορτώσομενα φορτωθώνα φορτωθούμε
να φορτώσειςνα φορτώσετενα φορτωθείςνα φορτωθείτε
να φορτώσεινα φορτώσουν(ε)να φορτωθείνα φορτωθούν(ε)
Perfνα έχω φορτώσει
να έχω φορτωμένο
να έχουμε φορτώσει
να έχουμε φορτωμένο
να έχω φορτωθεί
να είμαι φορτωμένος, -η
να έχουμε φορτωθεί
να είμαστε φορτωμένοι, -ες
να έχεις φορτώσει
να έχεις φορτωμένο
να έχετε φορτώσει
να έχετε φορτωμένο
να έχεις φορτωθεί
να είσαι φορτωμένος, -η
να έχετε φορτωθεί
να είστε φορτωμένοι, -ες
να έχει φορτώσει
να έχει φορτωμένο
να έχουν φορτώσει
να έχουν φορτωμένο
να έχει φορτωθεί
να είναι φορτωμένος, -η, -ο
να έχουν φορτωθεί
να είναι φορτωμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presφόρτωνεφορτώνετεφορτώνεστε
Aoristφόρτωσεφορτώστε, φορτώσετεφορτώσουφορτωθείτε
Part
izip
Presφορτώνοντας
Perfέχοντας φορτώσει, έχοντας φορτωμένοφορτωμένος, -η, -οφορτωμένοι, -ες, -α
InfinAoristφορτώσειφορτωθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback