Deutsch | Griechisch |
---|---|
Wenn ich einerseits eine Union schaffe, in der ich Kühe transportieren kann, wohin und in welchem Zustand ich will, ohne daß ich kontrolliert werde, in der ich Geld verschieben kann soviel, solange, so oft und wohin ich will -, innerhalb der ich jede Art der Dienstleistung nehmen wir mal das Baugewerbe als Beispiel häufig außerhalb der Legalität transportieren kann, ohne dafür verfolgt zu werden, andererseits aber als ehrbarer Bürger, der zum Beispiel als Mitglied des Europäischen Parlaments, das von Deutschland über Luxemburg nach Frankreich fahren will, um hier an seiner Arbeitsstätte zu wirken, erleben muß, daß ich jedesmal wieder kontrolliert werde, weil die französische Regierung behauptet, sie müsse an ihren Grenzen darauf achten, daß keine niederländischen Drogendealer ins Land kommen und so geht es ja nicht nur den ehrbaren Bürgern, die im Europäischen Parlament sitzen, sondern auch vielen anderen Menschen -, dann muß man schon den Eindruck gewinnen, es gibt eine Europäische Union, in der man mit Geld, mit Waren und Dienstleistungen alles machen kann, deren Bürger aber unter fadenscheinigsten Argumenten von der Freizügigkeit ausgeschlossen werden. | Όταν από τη μια μεριά δημιουργώ μια Ένωση, στην οποία μπορώ να μεταφέρω αγελάδες, όπου θέλω και σε οποιαδήποτε κατάσταση, χωρίς να ελέγχομαι, στην οποία μπορώ να μεταφέρω χρήματα όσα, για όσο καιρό, όσο συχνά και όπου θέλω μέσα στην οποία μπορώ να μεταφέρω κάθε είδος παροχής υπηρεσιών ας πάρουμε για παράδειγμα το επάγγελμα του οικοδόμου -, συχνά παράνομα, χωρίς να διωχθώ γι' αυτό, από την άλλη όμως μεριά ως χρηστός πολίτης που θέλει, για παράδειγμα, ως μέλος του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου, να πάει από τη Γερμανία, μέσω του Λουξεμβούργου, στη Γαλλία, για να δουλέψει στον τόπο εργασίας του, θα πρέπει να ελέγχομαι κάθε φορά, επειδή η γαλλική κυβέρνηση ισχυρίζεται πως θα πρέπει να προσέχει στα σύνορά της να μη μπουν στη χώρα ολλανδοί έμποροι ναρκωτικών κι αυτό δε συμβαίνει ως γνωστόν μόνο στους χρηστούς πολίτες, που βρίσκονται στο Eυρωπαϊκό Kοινοβούλιο, αλλά και σε πολλούς άλλους -, τότε θα πρέπει να σχηματίσω την εντύπωση πως υπάρχει μια Eυρωπαϊκή Ένωση όπου μπορεί κανείς με τα χρήματα, με τα εμπορεύματα και τις υπηρεσίες να κάνει τα πάντα, ενώ οι πολίτες της αποκλείονται από την ελεύθερη κυκλοφορία, με τα πιο τετριμμένα επιχειρήματα. Übersetzung bestätigt |
Und ich denke, das lag daran, dass ich ihre Sprache und ihre Realität einsetzen konnte, um sie in eine andere zu transportieren. | Και πιστεύω πως αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι χρησιμοποίησα τη γλώσσα τους και την πραγματικότητά τους για να τους μεταφέρω σε μια άλλη πραγματικότητα. Übersetzung nicht bestätigt |
Und für zwei Jahre kämpfte ich mit dem Dilemma morgens um 4:30 Uhr aufzustehen an einem Freitag morgen zum Gefägnis zu fahren runterzugehen, behandschuht und geschrubbt, bereit den Körper eines exekutierten Gefangenen zu erhalten, die Organe zu entfernen und dann diese Organe zu transportieren in das empfangende Krankenhaus und dann das Geschenk des Lebens am selben Nachmittag einem Empfänger zu transplantieren . | Και επί δυο χρόνια, πολεμούσα με το δίλημμα του να ξυπνάω στις 4:30 πμ τα πρωινά της Παρασκευής, να οδηγώ προς τη φυλακή, να κατεβαίνω, να βάζω γάντια, να απολυμαίνομαι, να ετοιμάζομαι για να παραλάβω το σώμα του εκτελεσθέντος φυλακισμένου, να αφαιρώ τα όργανα και μετά να τα μεταφέρω στο νοσοκομείο-αποδέκτη και μετά να μεταμοσχεύω το δώρο της ζωής στο λήπτη το ίδιο απόγευμα. Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
verladen |
verfrachten |
speditieren |
transportieren |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | transportiere | ||
du | transportierst | |||
er, sie, es | transportiert | |||
Präteritum | ich | transportierte | ||
Konjunktiv II | ich | transportierte | ||
Imperativ | Singular | transportiere! transportier! | ||
Plural | transportiert! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
transportiert | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:transportieren |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | μεταφέρω | μεταφέρουμε, μεταφέρομε | μεταφέρομαι | μεταφερόμαστε |
μεταφέρεις | μεταφέρετε | μεταφέρεσαι | μεταφέρεστε, μεταφερόσαστε | ||
μεταφέρει | μεταφέρουν(ε) | μεταφέρεται | μεταφέρονται | ||
Imper fekt | μετέφερα, μετάφερα | μεταφέραμε | μεταφερόμουν(α) | μεταφερόμαστε, μεταφερόμασταν | |
μετέφερες, μετάφερες | μεταφέρατε | μεταφερόσουν(α) | μεταφερόσαστε, μεταφερόσασταν | ||
μετέφερε, μετάφερε | μετέφεραν, μετάφεραν, μεταφέραν(ε) | μεταφερόταν(ε) | μεταφέρονταν, μεταφερόντανε, μεταφερόντουσαν | ||
Aorist | μετέφερα, μετάφερα | μεταφέραμε | μεταφέρθηκα | μεταφερθήκαμε | |
μετέφερες, μετάφερες | μεταφέρατε | μεταφέρθηκες | μεταφερθήκατε | ||
μετέφερε, μετάφερε | μετέφεραν, μετάφεραν, μεταφέραν(ε) | μεταφέρθηκε | μεταφέρθηκαν, μεταφερθήκαν(ε) | ||
Per fekt | |||||
Plu per fekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα μεταφέρω | θα μεταφέρουμε, | θα μεταφέρομαι | θα μεταφερόμαστε | |
θα μεταφέρεις | θα μεταφέρετε | θα μεταφέρεσαι | θα μεταφέρεστε, | ||
θα μεταφέρει | θα μεταφέρουν(ε) | θα μεταφέρεται | θα μεταφέρονται | ||
Fut ur | θα μεταφέρω | θα μεταφέρουμε, | θα μεταφερθώ | θα μεταφερθούμε | |
θα μεταφέρεις | θα μεταφέρετε | θα μεταφερθείς | θα μεταφερθείτε | ||
θα μεταφέρει | θα μεταφέρουν(ε) | θα μεταφερθεί | θα μεταφερθούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να μεταφέρω | να μεταφέρουμε, | να μεταφέρομαι | να μεταφερόμαστε |
να μεταφέρεις | να μεταφέρετε | να μεταφέρεσαι | να μεταφέρεστε, | ||
να μεταφέρει | να μεταφέρουν(ε) | να μεταφέρεται | να μεταφέρονται | ||
Aorist | να μεταφέρω | να μεταφέρουμε, | να μεταφερθώ | να μεταφερθούμε | |
να μεταφέρεις | να μεταφέρετε | να μεταφερθείς | να μεταφερθείτε | ||
να μεταφέρει | να μεταφέρουν(ε) | να μεταφερθεί | να μεταφερθούν(ε) | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | μεταφέρε | μεταφέρετε | μεταφέρεστε | |
Aorist | μεταφέρε | μεταφέρετε, μεταφέρτε | μεταφέρου | μεταφερθείτε | |
Part izip | Pres | μεταφέροντας | μεταφερόμενος | ||
Perf | έχοντας μεταφέρει | μεταφερμένος, -η, -ο | μεταφερμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | μεταφέρει | μεταφερθεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.