entlasten
 Verb

ανακουφίζω Verb
(0)
ξεκουράζω Verb
(0)
απαλλάσσω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Wenn Sie Beweise finden, die ihn entlasten, geben Sie ihm die Southern Cross.Αν βρεις αποδείξεις που τον απαλλάσσουν, δώσ'του το "Σταυρός του Νότου".

Übersetzung nicht bestätigt

Halten Sie sich fest, Fry. Ich werde Sie entlasten.Φέρνουν σχοινί, κρατήσου Φράϊ.

Übersetzung nicht bestätigt

Und jetzt will sie uns glauben machen, sie wär da, um ihren Vater zu entlasten.Τώρα θέλει να πιστέψουμε ότι ήρθε για να αφήσουμε τον πατέρα της.

Übersetzung nicht bestätigt

Es tut gut, mal die Füße zu entlasten.Είναι ωραίο να ξεκουράζεσαι.

Übersetzung nicht bestätigt

Er wird gestehen und Cravat entlasten.Θα ομολογήσει τον φόνο και θα απαλλαγεί ο Κραβάτ.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
befreien
entlasten
erlösen
Ähnliche Wörter
entlasten ελαφρώνω

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
απαλλάσσωαπαλλάσσουμε, απαλλάσσομεαπαλλάσσομαιαπαλλασσόμαστε
απαλλάσσειςαπαλλάσσετεαπαλλάσσεσαιαπαλλάσσεστε, απαλλασσόσαστε
απαλλάσσειαπαλλάσσουν(ε)απαλλάσσεταιαπαλλάσσονται
Imper
fekt
απάλλασσααπαλλάσσαμεαπαλλασσόμουν(α)απαλλασσόμαστε, απαλλασσόμασταν
απάλλασσεςαπαλλάσσατεαπαλλασσόσουν(α)απαλλασσόσαστε, απαλλασσόσασταν
απάλλασσεαπάλλασσαν, απαλλάσσαν(ε)απαλλασσόταν(ε)απαλλάσσονταν, απαλλασσόντανε, απαλλασσόντουσαν
Aoristαπάλλαξααπαλλάξαμεαπαλλάχθηκα, απαλλάχτηκααπαλλαχθήκαμε, απαλλαχτήκαμε
απάλλαξεςαπαλλάξατεαπαλλάχθηκες, απαλλάχτηκεςαπαλλαχθήκατε, απαλλαχτήκατε
απάλλαξεαπάλλαξαν, απαλλάξαν(ε)απαλλάχθηκε, απαλλάχτηκεαπαλλάχθηκαν, απαλλαχθήκαν(ε)
απαλλάχτηκαν, απαλλαχτήκαν(ε)
Per
fekt
έχω απαλλάξει
έχω απαλλαγμένο
έχουμε απαλλάξει
έχουμε απαλλαγμένο
έχω απαλλαχθεί
έχω απαλλαχτεί
έχω απαλλαγεί
είμαι απαλλαγμένος, -η
έχουμε απαλλαχθεί
έχουμε απαλλαχτεί
έχουμε απαλλαγεί
είμαστε απαλλαγμένοι, -ες
έχεις απαλλάξει
έχεις απαλλαγμένο
έχετε απαλλάξει
έχετε απαλλαγμένο
έχεις απαλλαχθεί
έχεις απαλλαχτεί
έχεις απαλλαγεί
είσαι απαλλαγμένος, -η
έχετε απαλλαχθεί
έχετε απαλλαχτεί
έχετε απαλλαγεί
είστε απαλλαγμένοι, -ες
έχει απαλλάξει
έχει απαλλαγμένο
έχουν απαλλάξει
έχουν απαλλαγμένο
έχει απαλλαχθεί
έχει απαλλαχτεί
έχει απαλλαγεί
είναι απαλλαγμένος, -η, -ο
έχουν απαλλαχθεί
έχουν απαλλαχτεί
έχουν απαλλαγεί
είναι απαλλαγμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα απαλλάξει
είχα απαλλαγμένο
είχαμε απαλλάξει
είχαμε απαλλαγμένο
είχα απαλλαχθεί
είχα απαλλαχτεί
είχα απαλλαγεί
ήμουν απαλλαγμένος, -η
είχαμε απαλλαχθεί
είχαμε απαλλαχτεί
είχαμε απαλλαγεί
ήμαστε απαλλαγμένοι, -ες
είχες απαλλάξει
είχες απαλλαγμένο
είχατε απαλλάξει
είχατε απαλλαγμένο
είχες απαλλαχθεί
είχες απαλλαχτεί
είχες απαλλαγεί
ήσουν απαλλαγμένος, -η
είχατε απαλλαχθεί
είχατε απαλλαχτεί
είχατε απαλλαγεί
ήσαστε απαλλαγμένοι, -ες
είχε απαλλάξει
είχε απαλλαγμένο
είχαν απαλλάξει
είχαν απαλλαγμένο
είχε απαλλαχθεί
είχε απαλλατεί
είχε απαλλαγεί
ήταν απαλλαγμένος, -η, -ο
είχαν απαλλαχθεί
είχαν απαλλαχτεί
είχαν απαλλαγεί
ήταν απαλλαγμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα απαλλάσσωθα απαλλάσσουμε, θα απαλλάσσομεθα απαλλάσσομαιθα απαλλασσόμαστε
θα απαλλάσσειςθα απαλλάσσετεθα απαλλάσσεσαιθα απαλλάσσεστε, θα απαλλασσόσαστε
θα απαλλάσσειθα απαλλάσσουν(ε)θα απαλλάσσεταιθα απαλλάσσονται
Fut
ur
θα απαλλάξωθα απαλλάξουμε, θα απαλλάξομεθα απαλλαχθώ
θα απαλλαχτώ
θα απαλλαγώ
θα απαλλαχθούμε
θα απαλλαχτούμε
θα απαλλαγούμε
θα απαλλάξειςθα απαλλάξετεθα απαλλαχθείς
θα απαλλαχτείς
θα απαλλαγείς
θα απαλλαχθείτε
θα απαλλαχτείτε
θα απαλλαγείτε
θα απαλλάξειθα απαλλάξουν(ε)θα απαλλαχθεί
θα απαλλαχτεί
θα απαλλαγεί
θα απαλλαχθούν(ε)
θα απαλλαχτούν(ε)
θα απαλλαγούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω απαλλάξει
θα έχω απαλλαγμένο
θα έχουμε απαλλάξει
θα έχουμε απαλλαγμένο
θα έχω απαλλαχθεί
θα έχω απαλλαχτεί
θα έχω απαλλαγεί
θα είμαι απαλλαγμένος, -η
θα έχουμε απαλλαχθεί
θα έχουμε απαλλαχτεί
θα έχουμε απαλλαγεί
θα είμαστε απαλλαγμένοι, -ες
θα έχεις απαλλάξει
θα έχεις απαλλαγμένο
θα έχετε απαλλάξει
θα έχετε απαλλαγμένο
θα έχεις απαλλαχθεί
θα έχεις απαλλαχτεί
θα έχεις απαλλαγεί
θα είσαι απαλλαγμένος, -η
θα έχετε απαλλαχθεί
θα έχετε απαλλαχτεί
θα έχετε απαλλαγεί
θα είστε απαλλαγμένοι, -ες
θα έχει απαλλάξει
θα έχει απαλλαγμένο
θα έχουν απαλλάξει
θα έχουν απαλλαγμένο
θα έχει απαλλαχθεί
θα έχει απαλλαχτεί
θα έχει απαλλαγεί
θα είναι απαλλαγμένος, -η, -ο
θα έχουν απαλλαχθεί
θα έχουν απαλλαχτεί
θα έχουν απαλλαγεί
θα είναι απαλλαγμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να απαλλάσσωνα απαλλάσσουμε, να απαλλάσσομενα απαλλάσσομαινα απαλλασσόμαστε
να απαλλάσσειςνα απαλλάσσετενα απαλλάσσεσαινα απαλλάσσεστε, να απαλλασσόσαστε
να απαλλάσσεινα απαλλάσσουν(ε)να απαλλάσσεταινα απαλλάσσονται
Aoristνα απαλλάξωνα απαλλάξουμε, να απαλλάξομενα απαλλαχθώ
να απαλλαχτώ
να απαλλαγώ
να απαλλαχθούμε
να απαλλαχτούμε
να απαλλαγούμε
να απαλλάξειςνα απαλλάξετενα απαλλαχθείς
να απαλλαχτείς
να απαλλαγείς
να απαλλαχθείτε
να απαλλαχτείτε
να απαλλαγείτε
να απαλλάξεινα απαλλάξουν(ε)να απαλλαχθεί
να απαλλαχτεί
να απαλλαγεί
να απαλλαχθούν(ε)
να απαλλαχτούν(ε)
να απαλλαγούν(ε)
Perfνα έχω απαλλάξει
να έχω απαλλαγμένο
να έχουμε απαλλάξει
να έχουμε απαλλαγμένο
να έχω απαλλαχθεί
να έχω απαλλαχτεί
να έχω απαλλαγεί
να είμαι απαλλαγμένος, -η
να έχουμε απαλλαχθεί
να έχουμε απαλλαχτεί
να έχουμε απαλλαγεί
να είμαστε απαλλαγμένοι, -ες
να έχεις απαλλάξει
να έχεις απαλλαγμένο
να έχετε απαλλάξει
να έχετε απαλλαγμένο
να έχεις απαλλαχθεί
να έχεις απαλλαχτεί
να έχεις απαλλαγεί
να είσαι απαλλαγμένος, -η
να έχετε απαλλαχθεί
να έχετε απαλλαχτεί
να έχετε απαλλαγεί
να είστε απαλλαγμένοι, -ες
να έχει απαλλάξει
να έχει απαλλαγμένο
να έχουν απαλλάξει
να έχουν απαλλαγμένο
να έχει απαλλαχθεί
να έχει απαλλαχτεί
να έχει απαλλαγεί
να είναι απαλλαγμένος, -η, -ο
να έχουν απαλλαχθεί
να έχουν απαλλαχτεί
να έχουν απαλλαγεί
να είναι απαλλαγμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presαπάλλασσεαπαλλάσσετεαπαλλάσσεστε
Aoristαπάλλαξεαπαλλάξτε, απαλλάξετεαπαλλάξουαπαλλαχθείτε, απαλλαχτείτε, απαλλαγείτε
Part
izip
Presαπαλλάσσονταςαπαλλασσόμενος
Perfέχοντας απαλλάξει, έχοντας απαλλαγμένοαπαλλαγμένος, -η, -οαπαλλαγμένοι, -ες, -α
InfinAoristαπαλλάξειαπαλλαχθεί, απαλλαχτεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback