προσφέρω Verb (0) |
εκτελώ Verb (0) |
παρουσιάζω Verb (0) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Richter Forrestiers Verlobte wurde Ihnen jetzt gern etwas darbieten, was Sie noch nie gesehen haben. | Η αρραβωνιαστικιά του δικαστή Forrestier θα ήθελε τώρα να σας διασκεδάσει... με ένα νούμερο που δεν πιστεύω να έχετε δει ποτέ. Übersetzung nicht bestätigt |
Wenn ich euch anleuchte, müsst ihr aufstehen und irgendetwas darbieten. | Όταν ο προβολέας πέσει επάνω σας, πρέπει να κάνετε κάτι. Übersetzung nicht bestätigt |
Was er sagen will, ist... dass er gern seine "Höhepunkte aus Hamlet" darbieten möchte. | Προσπαθεί να πει... ότι θα ήθελε να παίξει το φημισμένο "Αποσπάσματα απ'τον 'μλετ. " Übersetzung nicht bestätigt |
Angeblich soll es eine kleine Show darbieten. | Έφτιαξε δικό του λογισμικό και δική του εταιρεία, όταν τον απέλυσε η Λεξ Κομπ. Δούλευε για τον Λεξ Λούθορ; Για 20 χρόνια. Übersetzung nicht bestätigt |
Wir sind einfach gerne hier und gespannt, was die anderen darbieten. | Είμαστε χαρούμενοι που επιστρέψαμε... και περίεργοι να δούμε τα κατορθώματα των άλλων ομάδων. Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
inszenieren |
darbieten |
in Szene setzen |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | biete dar | ||
du | bietest dar | |||
er, sie, es | bietet dar | |||
Präteritum | ich | bot dar | ||
Konjunktiv II | ich | böte dar | ||
Imperativ | Singular | biete dar! | ||
Plural | bietet dar! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
dargeboten | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:darbieten |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | εκτελώ | εκτελούμε | εκτελούμαι | εκτελούμαστε |
εκτελείς | εκτελείτε | εκτελείσαι | εκτελείστε | ||
εκτελεί | εκτελούν(ε) | εκτελείται | εκτελούνται | ||
Imper fekt | εκτελούσα | εκτελούσαμε | εκτελούμουν | εκτελούμαστε | |
εκτελούσες | εκτελούσατε | ||||
εκτελούσε | εκτελούσαν(ε) | εκτελούνταν, εκτελείτο | εκτελούνταν, εκτελούντο | ||
Aorist | εκτέλεσα | εκτελέσαμε | εκτελέστηκα | εκτελεστήκαμε | |
εκτέλεσες | εκτελέσατε | εκτελέστηκες | εκτελεστήκατε | ||
εκτέλεσε | εκτέλεσαν, εκτελέσαν(ε) | εκτελέστηκε | εκτελέστηκαν, εκτελεστήκαν(ε) | ||
Perf ekt | |||||
Plu perf ekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα εκτελώ | θα εκτελούμε | θα εκτελούμαι | θα εκτελούμαστε | |
θα εκτελείς | θα εκτελείτε | θα εκτελείσαι | θα εκτελείστε | ||
θα εκτελεί | θα εκτελούν(ε) | θα εκτελείται | θα εκτελούνται | ||
Fut ur | θα εκτελέσω | θα εκτελέσουμε, | θα εκτελεστώ | θα εκτελεστούμε | |
θα εκτελέσεις | θα εκτελέσετε | θα εκτελεστείς | θα εκτελεστείτε | ||
θα εκτελέσει | θα εκτελέσουν(ε) | θα εκτελεστεί | θα εκτελεστούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να εκτελώ | να εκτελούμε | να εκτελούμαι | να εκτελούμαστε |
να εκτελείς | να εκτελείτε | να εκτελείσαι | να εκτελείστε | ||
να εκτελεί | να εκτελούν(ε) | να εκτελείται | να εκτελούνται | ||
Aorist | να εκτελέσω | να εκτελέσουμε, | να εκτελεστώ | να εκτελεστούμε | |
να εκτελέσεις | να εκτελέσετε | να εκτελεστείς | να εκτελεστείτε | ||
να εκτελέσει | να εκτελέσουν(ε) | να εκτελεστεί | να εκτελεστούν(ε) | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | εκτελείτε | εκτελείστε | ||
Aorist | εκτέλεσε | εκτελέστε, εκτελέσετε | εκτελέσου | εκτελεστείτε | |
Part izip | Pres | εκτελώντας | εκτελούμενος | ||
Perf | έχοντας εκτελέσει, έχοντας εκτελεσμένο | εκτελεσμένος, -η, -ο | εκτελεσμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | εκτελέσει | εκτελεστεί |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | παρουσιάζω | παρουσιάζουμε, παρουσιάζομε | παρουσιάζομαι | παρουσιαζόμαστε |
παρουσιάζεις | παρουσιάζετε | παρουσιάζεσαι | παρουσιάζεστε, παρουσιαζόσαστε | ||
παρουσιάζει | παρουσιάζουν(ε) | παρουσιάζεται | παρουσιάζονται | ||
Imper fekt | παρουσίαζα | παρουσιάζαμε | παρουσιαζόμουν(α) | παρουσιαζόμαστε, παρουσιαζόμασταν | |
παρουσίαζες | παρουσιάζατε | παρουσιαζόσουν(α) | παρουσιαζόσαστε, παρουσιαζόσασταν | ||
παρουσίαζε | παρουσίαζαν, παρουσιάζαν(ε) | παρουσιαζόταν(ε) | παρουσιάζονταν, παρουσιαζόντανε, παρουσιαζόντουσαν | ||
Aorist | παρουσίασα | παρουσιάσαμε | παρουσιάστηκα | παρουσιαστήκαμε | |
παρουσίασες | παρουσιάσατε | παρουσιάστηκες | παρουσιαστήκατε | ||
παρουσίασε | παρουσίασαν, παρουσιάσαν(ε) | παρουσιάστηκε | παρουσιάστηκαν, παρουσιαστήκαν(ε) | ||
Per fekt | έχω παρουσιάσει | έχουμε παρουσιάσει | έχω παρουσιαστεί | έχουμε παρουσιαστεί | |
έχεις παρουσιάσει | έχετε παρουσιάσει | έχεις παρουσιαστεί | έχετε παρουσιαστεί | ||
έχει παρουσιάσει | έχουν παρουσιάσει | έχει παρουσιαστεί | έχουν παρουσιαστεί | ||
Plu per fekt | είχα παρουσιάσει είχα παρουσιασμένο | είχαμε παρουσιάσει είχαμε παρουσισμένο | είχα παρουσιαστεί ήμουν παρουσιασμένος, -η | είχαμε παρουσιαστεί ήμαστε παρουσιασμένοι, -ες | |
είχες παρουσιάσει είχες παρουσιασμένο | είχατε παρουσιάσει είχατε παρουσιασμένο | είχες παρουσιαστεί ήσουν παρουσιασμένος, -η | είχατε παρουσιαστεί ήσαστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
είχε παρουσιάσει είχε παρουσιασμένο | είχαν παρουσιάσει είχαν παρουσιασμένο | είχε παρουσιαστεί ήταν παρουσιασμένος, -η, -ο | είχαν παρουσιαστεί ήταν παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα παρουσιάζω | θα παρουσιάζουμε, | θα παρουσιάζομαι | θα παρουσιαζόμαστε | |
θα παρουσιάζεις | θα παρουσιάζετε | θα παρουσιάζεσαι | θα παρουσιάζεστε, | ||
θα παρουσιάζει | θα παρουσιάζουν(ε) | θα παρουσιάζεται | θα παρουσιάζονται | ||
Fut ur | θα παρουσιάσω | θα παρουσιάσουμε, | θα παρουσιαστώ | θα παρουσιαστούμε | |
θα παρουσιάσεις | θα παρουσιάσετε | θα παρουσιαστείς | θα παρουσιαστείτε | ||
θα παρουσιάσει | θα παρουσιάσουν(ε) | θα παρουσιαστεί | θα παρουσιαστούν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω παρουσιάσει θα έχω παρουσιασμένο | θα έχουμε παρουσιάσει θα έχουμε παρουσιασμένο | θα έχω παρουσιαστεί θα είμαι παρουσιασμένος, -η | θα έχουμε παρουσιαστεί | |
θα έχεις παρουσιάσει θα έχεις παρουσιασμένο | θα έχετε παρουσιάσει θα έχετε παρουσιασμένο | θα έχεις παρουσιαστεί θα είσαι παρουσιασμένος, -η | θα έχετε παρουσιαστεί θα είστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
θα έχει παρουσιάσει θα έχει παρουσιασμένο | θα έχουν παρουσιάσει θα έχουν παρουσιασμένο | θα έχει παρουσιαστεί θα είναι παρουσιασμένος, -η, -ο | θα έχουν παρουσιαστεί θα είναι παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να παρουσιάζω | να παρουσιάζουμε, | να παρουσιάζομαι | να παρουσιαζόμαστε |
να παρουσιάζεις | να παρουσιάζετε | να παρουσιάζεσαι | να παρουσιάζεστε, | ||
να παρουσιάζει | να παρουσιάζουν(ε) | να παρουσιάζεται | να παρουσιάζονται | ||
Aorist | να παρουσιάσω | να παρουσιάσουμε, | να παρουσιαστώ | να παρουσιαστούμε | |
να παρουσιάσεις | να παρουσιάσετε | να παρουσιαστείς | να παρουσιαστείτε | ||
να παρουσιάσει | να παρουσιάσουν(ε) | να παρουσιαστεί | να παρουσιαστούν(ε) | ||
Perf | να έχω παρουσιάσει να έχω παρουσιασμένο | να έχουμε παρουσιάσει | να έχω παρουσιαστεί | να έχουμε παρουσιαστεί | |
να έχεις παρουσιάσει | να έχετε παρουσιάσει να έχετε παρουσιασμένο | να έχεις παρουσιαστεί να είσαι παρουσιασμένος, -η | να έχετε παρουσιαστεί να είστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
να έχει παρουσιάσει να έχει παρουσιασμένο | να έχουν παρουσιάσει να έχουν παρουσιασμένο | να έχει παρουσιαστεί | να έχουν παρουσιαστεί | ||
Imper ativ | Pres | παρουσίαζε | παρουσιάζετε | παρουσιάζεστε | |
Aorist | παρουσίασε | παρουσιάστε | παρουσιάσου | παρουσιαστείτε | |
Part izip | Pres | παρουσιάζοντας | παρουσιαζόμενος | ||
Perf | έχοντας παρουσιάσει, | παρουσιασμένος, -η, -ο | παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | παρουσιάσει | παρουσιαστεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.