bewegen
 Verb

κινώ Verb
(8)
κουνώ Verb
(2)
συγκινώ Verb
(1)
DeutschGriechisch
Ich kann sie besser bewegen.Το κινώ μια χαρά, βλέπεις;

Übersetzung nicht bestätigt

Ich soll nämlich meine Wirbelsäule nicht bewegen.Δεν πρέπει να κινώ τη σπονδυλική μου στήλη.

Übersetzung nicht bestätigt

Da merkte ich, dass ich Dinge mental bewegen konnte.Είδα ότι κινώ πράγματα με τη σκέψη.

Übersetzung nicht bestätigt

Als mir klar wurde, dass ich Dinge bewegen kann... war das wie ein Geschenk.Όταν πρωτοανακάλυψα ότι μπορώ να κινώ πράγματα... ήταν ένα δώρο.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich konnte Sachen bewegen, noch bevor ich sprechen konnte.Μπορούσα να κινώ πράγματα προτού μπορέσω να μιλήσω.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
bewegen
Ähnliche Wörter
bewegend

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
κινώκινούμεκινούμαικινούμαστε
κινείςκινείτεκινείσαικινείστε
κινείκινούν(ε)κινείταικινούνται
Imper
fekt
κινούσακινούσαμεκινούμουνκινούμαστε
κινούσεςκινούσατε
κινούσεκινούσαν(ε)κινούνταν, εκινείτοκινούνταν, εκινούντο
Aoristκίνησακινήσαμεκινήθηκακινηθήκαμε
κίνησεςκινήσατεκινήθηκεςκινηθήκατε
κίνησεκίνησαν, κινήσαν(ε)κινήθηκεκινήθηκαν, κινηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω κινήσειέχουμε κινήσειέχω κινηθείέχουμε κινηθεί
έχεις κινήσειέχετε κινήσειέχεις κινηθείέχετε κινηθεί
έχει κινήσειέχουν κινήσειέχει κινηθείέχουν κινηθεί
Plu
perf
ekt
είχα κινήσειείχαμε κινήσειείχα κινηθείείχαμε κινηθεί
είχες κινήσειείχατε κινήσειείχες κινηθείείχατε κινηθεί
είχε κινήσειείχαν κινήσειείχε κινηθείείχαν κινηθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα κινώθα κινούμεθα κινούμαιθα κινούμαστε
θα κινείςθα κινείτεθα κινείσαιθα κινείστε
θα κινείθα κινούν(ε)θα κινείταιθα κινούνται
Fut
ur
θα κινήσωθα κινήσουμεθα κινηθώθα κινηθούμε
θα κινήσειςθα κινήσετεθα κινηθείςθα κινηθείτε
θα κινήσειθα κινήσουν(ε)θα κινηθείθα κινηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω κινήσειθα έχουμε κινήσει θα έχω κινηθείθα έχουμε κινηθεί
θα έχεις κινήσειθα έχετε κινήσειθα έχεις κινηθείθα έχετε κινηθεί
θα έχει κινήσειθα έχουν κινήσειθα έχει κινηθείθα έχουν κινηθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να κινώνα κινούμενα κινούμαινα κινούμαστε
να κινείςνα κινείτενα κινείσαινα κινείστε
να κινείνα κινούν(ε)να κινείταινα κινούνται
Aoristνα κινήσωνα κινήσουμε, να κινήσομενα κινηθώνα κινηθούμε
να κινήσειςνα κινήσετενα κινηθείςνα κινηθείτε
να κινήσεινα κινήσουν(ε)να κινηθείνα κινηθούν(ε)
Perfνα έχω κινήσεινα έχουμε κινήσεινα έχω κινηθείνα έχουμε κινηθεί
να έχεις κινήσεινα έχετε κινήσεινα έχεις κινηθείνα έχετε κινηθεί
να έχει κινήσεινα έχουν κινήσεινα έχει κινηθείνα έχουν κινηθεί
Imper
ativ
Presκινείτεκινείστε
Aoristκίνησεκινήστε, κινήσετεκινήσουκινηθείτε
Part
izip
Presκινώντας
Perfέχοντας κινήσει
InfinAoristκινήσεικινηθεί



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
κουνάω, κουνώκουνάμε, κουνούμεκουνιέμαικουνιόμαστε
κουνάςκουνάτεκουνιέσαικουνιέστε, κουνιόσαστε
κουνάει, κουνάκουνάν(ε), κουνούν(ε)κουνιέταικουνιούνται, κουνιόνται
Imper
fekt
κουνούσα, κούναγακουνούσαμε, κουνάγαμεκουνιόμουν(α)κουνιόμαστε, κουνιόμασταν
κουνούσες, κούναγεςκουνούσατε, κουνάγατεκουνιόσουν(α)κουνιόσαστε, κουνιόσασταν
κουνούσε, κούναγεκουνούσαν(ε), κούναγαν, κουνάγανεκουνιόταν(ε)κουνιόνταν(ε), κουνιούνταν, κουνιόντουσαν
Aoristκούνησακουνήσαμεκουνήθηκακουνηθήκαμε
κούνησεςκουνήσατεκουνήθηκεςκουνηθήκατε
κούνησεκούνησαν, κουνήσαν(ε)κουνήθηκεκουνήθηκαν, κουνηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω κουνήσει
έχω κουνημένο
έχουμε κουνήσει
έχουμε κουνημένο
έχω κουνηθεί
είμαι κουνημένος, -η
έχουμε κουνηθεί
είμαστε κουνημένοι, -ες
έχεις κουνήσει
έχεις κουνημένο
έχετε κουνήσει
έχετε κουνημένο
έχεις κουνηθεί
είσαι κουνημένος, -η
έχετε κουνηθεί
είστε κουνημένοι, -ες
έχει κουνήσει
έχει κουνημένο
έχουν κουνήσει
έχουν κουνημένο
έχει κουνηθεί
είναι κουνημένος, -η, -ο
έχουν κουνηθεί
είναι κουνημένοι, -ες, -α
Plu
perf
ekt
είχα κουνήσει
είχα κουνημένο
είχαμε κουνήσει
είχαμε κουνημένο
είχα κουνηθεί
ήμουν κουνημένος, -η
είχαμε κουνηθεί
ήμαστε κουνημένοι, -ες
είχες κουνήσει
είχες κουνημένο
είχατε κουνήσει
είχατε κουνημένο
είχες κουνηθεί
ήσουν κουνημένος, -η
είχατε κουνηθεί
ήσαστε κουνημένοι, -ες
είχε κουνήσει
είχε κουνημένο
είχαν κουνήσει
είχαν κουνημένο
είχε κουνηθεί
ήταν κουνημένος, -η, -ο
είχαν κουνηθεί
ήταν κουνημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα κουνάω, θα κουνώθα κουνάμε, θα κουνούμεθα κουνιέμαιθα κουνιόμαστε
θα κουνάςθα κουνάτεθα κουνιέσαιθα κουνιέστε, θα κουνιόσαστε
θα κουνάει, θα κουνάθα κουνάν(ε), θα κουνούν(ε)θα κουνιέταιθα κουνιούνται, θα κουνιόνται
Fut
ur
θα κουνήσωθα κουνήσουμε, θα κουνήσομεθα κουνηθώθα κουνηθούμε
θα κουνήσειςθα κουνήσετεθα κουνηθείςθα κουνηθείτε
θα κουνήσειθα κουνήσουν(ε)θα κουνηθείθα κουνηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω κουνήσει
θα έχω κουνημένο
θα έχουμε κουνήσει
θα έχουμε κουνημένο
θα έχω κουνηθεί
θα είμαι κουνημένος, -η
θα έχουμε κουνηθεί
θα είμαστε κουνημένοι, -ες
θα έχεις κουνήσει
θα έχεις κουνημένο
θα έχετε κουνήσει
θα έχετε κουνημένο
θα έχεις κουνηθεί
θα είσαι κουνημένος, -η
θα έχετε κουνηθεί
θα είστε κουνημένοι, -ες
θα έχει κουνήσει
θα έχει κουνημένο
θα έχουν κουνήσει
θα έχουν κουνημένο
θα έχει κουνηθεί
θα είναι κουνημένος, -η, -ο
θα έχουν κουνηθεί
θα είναι κουνημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να κουνάω, να κουνώνα κουνάμε, να κουνούμενα κουνιέμαινα κουνιόμαστε
να κουνάςνα κουνάτενα κουνιέσαινα κουνιέστε, να κουνιόσαστε
να κουνάει, να κουνάνα κουνάν(ε), να κουνούν(ε)να κουνιέταινα κουνιούνται, να κουνιόνται
Aoristνα κουνήσωνα κουνήσουμε, να κουνήσομενα κουνηθώνα κουνηθούμε
να κουνήσειςνα κουνήσετενα κουνηθείςνα κουνηθείτε
να κουνήσεινα κουνήσουν(ε)να κουνηθείνα κουνηθούν(ε)
Perfνα έχω κουνήσει
να έχω κουνημένο
να έχουμε κουνήσει
να έχουμε κουνημένο
να έχω κουνηθεί
να είμαι κουνημένος, -η
να έχουμε κουνηθεί
να είμαστε κουνημένοι, -ες
να έχεις κουνήσει
να έχεις κουνημένο
να έχετε κουνήσει
να έχετε κουνημένο
να έχεις κουνηθεί
να είσαι κουνημένος, -η
να έχετε κουνηθεί
να είστε κουνημένοι, -η
να έχει κουνήσει
να έχει κουνημένο
να έχουν κουνήσει
να έχουν κουνημένο
να έχει κουνηθεί
να είναι κουνημένος, -η, -ο
να έχουν κουνηθεί
να είναι κουνημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presκούνα, κούναγεκουνάτεκουνιέστε
Aoristκούνησε, κούνακουνήστεκουνήσουκουνηθείτε
Part
izip
Presκουνώντας
Perfέχοντας κουνήσει, έχοντας κουνημένοκουνημένος, -η, -οκουνημένοι, -ες, -α
InfinAoristκουνήσεικουνηθεί



απρόσωπες εγκλίσεις
απαρέμφατο (αόριστος)
συγκινήσει
μετοχή (ενεστώτας)
συγκινώντας
προσωπικές εγκλίσεις
πρόσωποsingularplural
πρώτοδεύτεροτρίτοπρώτοδεύτεροτρίτο
οριστικήεγώεσύαυτόςεμείςεσείςαυτοί
μονολεκτικοί
χρόνοι
ενεστώταςσυγκινώσυγκινείςσυγκινείσυγκινούμεσυγκινείτεσυγκινούν
παρατατικόςσυγκινούσασυγκινούσεςσυγκινούσεσυγκινούσαμεσυγκινούσατεσυγκινούσαν
αόριστοςσυγκίνησασυγκίνησεςσυγκίνησεσυγκινήσαμεσυγκινήσατεσυγκίνησαν


περιφραστικοί
χρόνοι
εξακολουθητικός
μέλλοντας
θα συγκινώθα συγκινείςθα συγκινείθα συγκινούμεθα συγκινείτεθα συγκινούν
στιγμιαίος
μέλλοντας
θα συγκινήσωθα συγκινήσειςθα συγκινήσειθα συγκινήσουμεθα συγκινήσετεθα συγκινήσουν
παρακείμενος α'έχω συγκινήσειέχεις συγκινήσειέχει συγκινήσειέχουμε συγκινήσειέχετε συγκινήσειέχουν συγκινήσει
παρακείμενος β'------
υπερσυντέλικος α'είχα συγκινήσειείχες συγκινήσειείχε συγκινήσειείχαμε συγκινήσειείχατε συγκινήσειείχαν συγκινήσει
υπερσυντέλικος β'------
συντελεσμένος
μέλλοντας α'
θα έχω συγκινήσειθα έχεις συγκινήσειθα έχει συγκινήσειθα έχουμε συγκινήσειθα έχετε συγκινήσειθα έχουν συγκινήσει
συντελεσμένος
μέλλοντας β'
------
υποτακτικήεγώεσύαυτόςεμείςεσείςαυτοί
περιφραστικοί
χρόνοι
ενεστώταςνα συγκινώνα συγκινείςνα συγκινείνα συγκινούμενα συγκινείτενα συγκινούν
αόριστοςνα συγκινήσωνα συγκινήσειςνα συγκινήσεινα συγκινήσουμενα συγκινήσετενα συγκινήσουν
παρακείμενος α'να έχω συγκινήσεινα έχεις συγκινήσεινα έχει συγκινήσεινα έχουμε συγκινήσεινα έχετε συγκινήσεινα έχουν συγκινήσει
παρακείμενος β'------
προστακτική-(εσύ)--(εσείς)-
μονολεκτικοί
χρόνοι
ενεστώταςσυγκίνεισυγκινείτε
αόριστοςσυγκίνησεσυγκινήστε

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback