betrauen
 Verb

εμπιστεύομαι Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ich weiß Ihr Vertrauen in mich zu schätzen, aber ich muss Sie bitten, jemand anderen damit zu betrauen.Σ' ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη σου... αλλά σου ζητώ να αναθέσεις σε κάποιον άλλον την αποστολή.

Übersetzung nicht bestätigt

Es ist zu wichtig, um einen Einzelnen damit zu betrauen.Είναι πολύ σημαντικό για να ειπωθεί σε μεμονωμένα άτομα.

Übersetzung nicht bestätigt

Nein, das ist eine Aufgabe mit der ich niemanden außer mir betrauen möchte.Ω, μην ασχολείσαι. Αυτό είναι κάτι για το οποίο δε θα έστελνα κανέναν άλλον εκτός από μένα.

Übersetzung nicht bestätigt

Vielleicht bringen wir sie in eine neue Atmosphäre, indem wir Lolita mit Aufgaben außerhalb der alltäglichen Schulaufgaben betrauen!Ισως η Λολιτα μπορεσει να συνελθει... Λαμβανοντας περισσοτερο μερος σε δραστηριοτητες εκτος μαθηματων;

Übersetzung nicht bestätigt

Lieutenant, ich werde Sie mit einem Auftrag betrauen, der Ihrer Qualifikation entspricht!Υποπλοίαρχε, αυτό που θα σου πω είναι απόρρητο μυστικό.

Übersetzung nicht bestätigt


Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
εμπιστεύομαιεμπιστευόμαστε
εμπιστεύεσαιεμπιστεύεστε, εμπιστευόσαστε
εμπιστεύεταιεμπιστεύονται
Imper
fekt
εμπιστευόμουν(α)εμπιστευόμαστε
εμπιστευόσουν(α)εμπιστευόσαστε
εμπιστευόταν(ε)εμπιστεύονταν
Aoristεμπιστεύτηκα, εμπιστεύθηκαεμπιστευτήκαμε, εμπιστευθήκαμε
εμπιστεύτηκες, εμπιστεύθηκεςεμπιστευτήκατε, εμπιστευθήκατε
εμπιστεύτηκε, εμπιστεύθηκεεμπιστεύτηκαν, εμπιστευθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω εμπιστευτεί/εμπιστευθείέχουμε εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
έχεις εμπιστευτεί/εμπιστευθείέχετε εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
έχει εμπιστευτεί/εμπιστευθείέχουν εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
Plu
per
fekt
είχα εμπιστευτεί/εμπιστευθείείχαμε εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
είχες εμπιστευτεί/εμπιστευθείείχατε εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
είχε εμπιστευτεί/εμπιστευθείείχαν εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα εμπιστεύομαιθα εμπιστευόμαστε
θα εμπιστεύεσαιθα εμπιστεύεστε, θα εμπιστευόσαστε
θα εμπιστεύεταιθα εμπιστεύονται
Fut
ur
θα εμπιστευτώ, θα εμπιστευθώθα εμπιστευτούμε, θα εμπιστευθούμε
θα εμπιστευτείς, θα εμπιστευθείςθα εμπιστευτείτε, θα εμπιστευθείτε
θα εμπιστευτεί, θα εμπιστευθείθα εμπιστευτούν(ε), θα εμπιστευθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω εμπιστευτεί/εμπιστευθείθα έχουμε εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
θα έχεις εμπιστευτεί/εμπιστευθείθα έχετε εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
θα έχει εμπιστευτεί/εμπιστευθείθα έχουν εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να εμπιστεύομαινα εμπιστευόμαστε
να εμπιστεύεσαινα εμπιστεύεστε, να εμπιστευόσαστε
να εμπιστεύεταινα εμπιστεύονται
Aoristνα εμπιστευτώ, να εμπιστευθώνα εμπιστευτούμε, να εμπιστευθούμε
να εμπιστευτείς, να εμπιστευθείςνα εμπιστευτείτε, να εμπιστευθείτε
να εμπιστευτεί, να εμπιστευθείνα εμπιστευτούν(ε), να εμπιστευθούν(ε)
Perfνα έχω εμπιστευτεί/εμπιστευθείνα έχουμε εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
να έχεις εμπιστευτεί/εμπιστευθείνα έχετε εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
να έχει εμπιστευτεί/εμπιστευθείνα έχουν εμπιστευτεί/εμπιστευθεί
Imper
ativ
Presεμπιστεύεστε
Aoristεμπιστεύσου, εμπιστέψουεμπιστευτείτε, εμπιστευθείτε
Part
izip
Pres
Perf
InfinAoristεμπιστευτεί, εμπιστευθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback