begießen
 Verb

γιορτάζω Verb
(0)
ποτίζω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Nun wollen wir mal die Sache begießen.Ας πιούμε ένα ποτό.

Übersetzung nicht bestätigt

Das müssen wir mit einer Flasche Wein begießen.Πρέπει να το γιορτάσουμε με ένα μπουκάλι κρασί.

Übersetzung nicht bestätigt

'Ne freundliche Dame, Ihre geliebte Zarin. Heut werden sich die Väterchen... aber anständig die Nase begießen.Σπουδαία η Τσαρίνα σας!

Übersetzung nicht bestätigt

Ich denke, die Pensionierung müssten wir eigentlich begießen.Θα έλεγα ότι η αποστράτευση μου είναι ένας καλός λόγος να πιούμε. 'Ελα πάρε.

Übersetzung nicht bestätigt

Das müssen wir begießen.Ας το γιορτάσουμε.

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
gießen
begießen
bewässern
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
γιορτάζωγιορτάζουμε, γιορτάζομεγιορτάζομαιγιορταζόμαστε
γιορτάζειςγιορτάζετεγιορτάζεσαιγιορτάζεστε, γιορταζόσαστε
γιορτάζειγιορτάζουν(ε)γιορτάζεταιγιορτάζονται
Imper
fekt
γιόρταζαγιορτάζαμεγιορταζόμουν(α)γιορταζόμαστε, γιορταζόμασταν
γιόρταζεςγιορτάζατεγιορταζόσουν(α)γιορταζόσαστε, γιορταζόσασταν
γιόρταζεγιόρταζαν, γιορτάζαν(ε)γιορταζόταν(ε)γιορτάζονταν, γιορταζόντανε, γιορταζόντουσαν
Aoristγιόρτασαγιορτάσαμεγιορτάστηκαγιορταστήκαμε
γιόρτασεςγιορτάσατεγιορτάστηκεςγιορταστήκατε
γιόρτασεγιόρτασαν, γιορτάσαν(ε)γιορτάστηκεγιορτάστηκαν, γιορταστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω γιορτάσει
έχω γιορτασμένο
έχουμε γιορτάσει
έχουμε γιορτασμένο
έχω γιορταστεί
είμαι γιορτασμένος, -η
έχουμε γιορταστεί
είμαστε γιορτασμένοι, -ες
έχεις γιορτάσει
έχεις γιορτασμένο
έχετε γιορτάσει
έχετε γιορτασμένο
έχεις γιορταστεί
είσαι γιορτασμένος, -η
έχετε γιορταστεί
είστε γιορτασμένοι, -ες
έχει γιορτάσει
έχει γιορτασμένο
έχουν γιορτάσει
έχουν γιορτασμένο
έχει γιορταστεί
είναι γιορτασμένος, -η, -ο
έχουν γιορταστεί
είναι γιορτασμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα γιορτάσει
είχα γιορτασμένο
είχαμε γιορτάσει
είχαμε γιορτασμένο
είχα γιορταστεί
ήμουν γιορτασμένος, -η
είχαμε γιορταστεί
ήμαστε γιορτασμένοι, -ες
είχες γιορτάσει
είχες γιορτασμένο
είχατε γιορτάσει
είχατε γιορτασμένο
είχες γιορταστεί
ήσουν γιορτασμένος, -η
είχατε γιορταστεί
ήσαστε γιορτασμένοι, -ες
είχε γιορτάσει
είχε γιορτασμένο
είχαν γιορτάσει
είχαν γιορτασμένο
είχε γιορταστεί
ήταν γιορτασμένος, -η, -ο
είχαν γιορταστεί
ήταν γιορτασμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα γιορτάζωθα γιορτάζουμε, θα γιορτάζομεθα γιορτάζομαιθα γιορταζόμαστε
θα γιορτάζειςθα γιορτάζετεθα γιορτάζεσαιθα γιορτάζεστε, θα γιορταζόσαστε
θα γιορτάζειθα γιορτάζουν(ε)θα γιορτάζεταιθα γιορτάζονται
Fut
ur
θα γιορτάσωθα γιορτάσουμε, θα γιορτάσομεθα γιορταστώθα γιορταστούμε
θα γιορτάσειςθα γιορτάσετεθα γιορταστείςθα γιορταστείτε
θα γιορτάσειθα γιορτάσουν(ε)θα γιορταστείθα γιορταστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω γιορτάσει
θα έχω γιορτασμένο
θα έχουμε γιορτάσει
θα έχουμε γιορτασμένο
θα έχω γιορταστεί
θα είμαι γιορτασμένος, -η
θα έχουμε γιορταστεί
θα είμαστε γιορτασμένοι, -ες
θα έχεις γιορτάσει
θα έχεις γιορτασμένο
θα έχετε γιορτάσει
θα έχετε γιορτασμένο
θα έχεις γιορταστεί
θα είσαι γιορτασμένος, -η
θα έχετε γιορταστεί
θα είστε γιορτασμένοι, -ες
θα έχει γιορτάσει
θα έχει γιορτασμένο
θα έχουν γιορτάσει
θα έχουν γιορτασμένο
θα έχει γιορταστεί
θα είναι γιορτασμένος, -η, -ο
θα έχουν γιορταστεί
θα είναι γιορτασμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να γιορτάζωνα γιορτάζουμε, να γιορτάζομενα γιορτάζομαινα γιορταζόμαστε
να γιορτάζειςνα γιορτάζετενα γιορτάζεσαινα γιορτάζεστε, να γιορταζόσαστε
να γιορτάζεινα γιορτάζουν(ε)να γιορτάζεταινα γιορτάζονται
Aoristνα γιορτάσωνα γιορτάσουμε, να γιορτάσομενα γιορταστώνα γιορταστούμε
να γιορτάσειςνα γιορτάσετενα γιορταστείςνα γιορταστείτε
να γιορτάσεινα γιορτάσουν(ε)να γιορταστείνα γιορταστούν(ε)
Perfνα έχω γιορτάσει
να έχω γιορτασμένο
να έχουμε γιορτάσει
να έχουμε γιορτασμένο
να έχω γιορταστεί
να είμαι γιορτασμένος, -η
να έχουμε γιορταστεί
να είμαστε γιορτασμένοι, -ες
να έχεις γιορτάσει
να έχεις γιορτασμένο
να έχετε γιορτάσει
να έχετε γιορτασμένο
να έχεις γιορταστεί
να είσαι γιορτασμένος, -η
να έχετε γιορταστεί
να είστε γιορτασμένοι, -ες
να έχει γιορτάσει
να έχει γιορτασμένο
να έχουν γιορτάσει
να έχουν γιορτασμένο
να έχει γιορταστεί
να είναι γιορτασμένος, -η, -ο
να έχουν γιορταστεί
να είναι γιορτασμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presγιόρταζεγιορτάζετεγιορτάζεστε
Aoristγιόρτασεγιορτάστεγιορτάσουγιορταστείτε
Part
izip
Presγιορτάζονταςγιορταζόμενος
Perfέχοντας γιορτάσει, έχοντας γιορτασμένογιορτασμένος, -η, -ογιορτασμένοι, -ες, -α
InfinAoristγιορτάσειγιορταστεί



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ποτίζωποτίζουμε, ποτίζομεποτίζομαιποτιζόμαστε
ποτίζειςποτίζετεποτίζεσαιποτίζεστε, ποτιζόσαστε
ποτίζειποτίζουν(ε)ποτίζεταιποτίζονται
Imper
fekt
πότιζαποτίζαμεποτιζόμουν(α)ποτιζόμαστε, ποτιζόμασταν
πότιζεςποτίζατεποτιζόσουν(α)ποτιζόσαστε, ποτιζόσασταν
πότιζεπότιζαν, ποτίζαν(ε)ποτιζόταν(ε)ποτίζονταν, ποτιζόντανε, ποτιζόντουσαν
Aoristπότισαποτίσαμεποτίστηκαποτιστήκαμε
πότισεςποτίσατεποτίστηκεςποτιστήκατε
πότισεπότισαν, ποτίσαν(ε)ποτίστηκεποτίστηκαν, ποτιστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω ποτίσει
έχω ποτισμένο
έχουμε ποτίσει
έχουμε ποτισμένο
έχω ποτιστεί
είμαι ποτισμένος, -η
έχουμε ποτιστεί
είμαστε ποτισμένοι, -ες
έχεις ποτίσει
έχεις ποτισμένο
έχετε ποτίσει
έχετε ποτισμένο
έχεις ποτιστεί
είσαι ποτισμένος, -η
έχετε ποτιστεί
είστε ποτισμένοι, -ες
έχει ποτίσει
έχει ποτισμένο
έχουν ποτίσει
έχουν ποτισμένο
έχει ποτιστεί
είναι ποτισμένος, -η, -ο
έχουν ποτιστεί
είναι ποτισμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα ποτίσει
είχα ποτισμένο
είχαμε ποτίσει
είχαμε ποτισμένο
είχα ποτιστεί
ήμουν ποτισμένος, -η
είχαμε ποτιστεί
ήμαστε ποτισμένοι, -ες
είχες ποτίσει
είχες ποτισμένο
είχατε ποτίσει
είχατε ποτισμένο
είχες ποτιστεί
ήσουν ποτισμένος, -η
είχατε ποτιστεί
ήσαστε ποτισμένοι, -ες
είχε ποτίσει
είχε ποτισμένο
είχαν ποτίσει
είχαν ποτισμένο
είχε ποτιστεί
ήταν ποτισμένος, -η, -ο
είχαν ποτιστεί
ήταν ποτισμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ποτίζωθα ποτίζουμε, θα ποτίζομεθα ποτίζομαιθα ποτιζόμαστε
θα ποτίζειςθα ποτίζετεθα ποτίζεσαιθα ποτίζεστε, θα ποτιζόσαστε
θα ποτίζειθα ποτίζουν(ε)θα ποτίζεταιθα ποτίζονται
Fut
ur
θα ποτίσωθα ποτίσουμε, θα ποτίζομεθα ποτιστώθα ποτιστούμε
θα ποτίσειςθα ποτίσετεθα ποτιστείςθα ποτιστείτε
θα ποτίσειθα ποτίσουν(ε)θα ποτιστείθα ποτιστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ποτίσει
θα έχω ποτισμένο
θα έχουμε ποτίσει
θα έχουμε ποτισμένο
θα έχω ποτιστεί
θα είμαι ποτισμένος, -η
θα έχουμε ποτιστεί
θα είμαστε ποτισμένοι, -ες
θα έχεις ποτίσει
θα έχεις ποτισμένο
θα έχετε ποτίσει
θα έχετε ποτισμένο
θα έχεις ποτιστεί
θα είσαι ποτισμένος, -η
θα έχετε ποτιστεί
θα είστε ποτισμένοι, -ες
θα έχει ποτίσει
θα έχει ποτισμένο
θα έχουν ποτίσει
θα έχουν ποτισμένο
θα έχει ποτιστεί
θα είναι ποτισμένος, -η, -ο
θα έχουν ποτιστεί
θα είναι ποτισμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ποτίζωνα ποτίζουμε, να ποτίζομενα ποτίζομαινα ποτιζόμαστε
να ποτίζειςνα ποτίζετενα ποτίζεσαινα ποτίζεστε, να ποτιζόσαστε
να ποτίζεινα ποτίζουν(ε)να ποτίζεταινα ποτίζονται
Aoristνα ποτίσωνα ποτίσουμε, να ποτίσομενα ποτιστώνα ποτιστούμε
να ποτίσειςνα ποτίσετενα ποτιστείςνα ποτιστείτε
να ποτίσεινα ποτίσουν(ε)να ποτιστείνα ποτιστούν(ε)
Perfνα έχω ποτίσει
να έχω ποτισμένο
να έχουμε ποτίσει
να έχουμε ποτισμένο
να έχω ποτιστεί
να είμαι ποτισμένος, -η
να έχουμε ποτιστεί
να είμαστε ποτισμένοι, -ες
να έχεις ποτίσει
να έχεις ποτισμένο
να έχετε ποτίσει
να έχετε ποτισμένο
να έχεις ποτιστεί
να είσαι ποτισμένος, -η
να έχετε ποτιστεί
να είστε ποτισμένοι, -ες
να έχει ποτίσει
να έχει ποτισμένο
να έχουν ποτίσει
να έχουν ποτισμένο
να έχει ποτιστεί
να είναι ποτισμένος, -η, -ο
να έχουν ποτιστεί
να είναι ποτισμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presπότιζεποτίζετεποτίζεστε
Aoristπότισεποτίστεποτίσουποτιστείτε
Part
izip
Presποτίζονταςποτιζόμενος
Perfέχοντας ποτίσει, έχοντας ποτισμένοποτισμένος, -η, -οποτισμένοι, -ες, -α
InfinAoristποτίσειποτιστεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback