Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Noch keine Grammatik zu πού.
πού [pú] : I. επίρρ. 1. τοπικό ερωτηματικό· εισάγει ευθείες ή πλάγιες ερωτήσεις με τις οποίες ο ομιλητής θέλει να πληροφορηθεί το ακριβές σημείο, τόπο κτλ.: πού ήσουν χθες; πού να καθίσω; πού μένεις; πού άφησες τα κλειδιά σου; Δε θυμάμαι πού τα άφησα. Tον ρώτησαν πού δουλεύει. (έκφρ.) πού και πού / αραιά και πού / αριά και πού, τοπικά ή χρονικά, για κτ. που συναντάμε πότε πότε, όχι συχνά: πού και πού διέκρινες κανένα σπιτάκι. πού και πού σταματούσα με για να ξεκουραστούμε. Mας επισκέπτεται / μας γράφει αραιά και πού. ΦΡ για πού το ΄βαλες*; [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.