{το}  κατάστημα Subst.  [katastima, katasthma]

{der}    Subst.
(638)
{die}    Subst.
(24)

Etymologie zu κατάστημα

κατάστημα (Lehnübersetzung) französisch établissement


GriechischDeutsch
Σημείο δειγματοληψίας Τόπος όπου συλλέχθηκε το δείγμα, π.χ. σούπερ μάρκετ, μικρό κατάστημα, αρτοποιείο, αλυσίδα ταχυφαγείου κ.λπ.Probenahmestelle Ort, an dem die Probe genommen wurde, etwa Supermarkt, kleiner Laden, Bäckerei, Fast-Food-Kette usw.

Übersetzung bestätigt

Σήμερα κάθονται σε ένα αυτοκίνητο και να πάει στο κατάστημα για να πάρει τα τρόφιμα και να κάνετεHeutzutage kann man in einem Auto setzen und fahren in den Laden, um Essen zu bekommen und Sie tun

Übersetzung nicht bestätigt

Θα ήθελα πολύ να πάρετε μια ομάδα σχεδίασης πρόκειται και ίσως μια τάξη ημέρα κοσμημάτων στο κατάστημα, τι νομίζετε;Ich würde gerne eine Zeichnung Gruppe gehen und vielleicht ein Schmuck Tages-Klasse im Laden zu bekommen, was denken Sie?

Übersetzung nicht bestätigt

Το κατάστημα βρίσκεται στο πιο κεντρικό σημείο του Νησιού, όπου το καλοκαίρι γίνεται το αδιαχώρητο από τον κόσμο.Der Laden befindet sich im zentralen Teil der Insel, der im Sommer wird von vielen Menschen besucht wird.

Übersetzung nicht bestätigt

Πριν λοιπόν από μερικές εβδομάδες είχαμε την ευκαιρία να πάει σε ένα μεγάλο κατάστημα ύπουλος ενώ ήμασταν σε άλλη πόλη και ήμουν όλοι ενθουσιασμένοι γι 'αυτό.So ein paar Wochen hatten wir eine Chance zu einem großen Sneaker Laden gehen, während wir in einer anderen Stadt waren und ich war ganz begeistert davon.

Übersetzung nicht bestätigt





Griechische Definition zu κατάστημα

κατάστημα το [katástima] : 1. εμπορική επιχείρηση καθώς και ο ισόγειος συνήθ. χώρος όπου λειτουργεί αυτή και όπου ο έμπορος εκθέτει και πουλάει διάφορα εμπορεύματα, συνήθ. εκτός από τρόφιμα· μαγαζί, εμπορικό (κατάστημα): Είναι ιδιοκτήτης καταστήματος, ιδιοκτήτης του ακινήτου ή της εμπορικής επιχείρησης. Tα καταστήματα μένουν / είναι κλειστά τις Kυριακές και τις επίσημες αργίες. Tι ώρα ανοίγουν / κλείνουν τα καταστήματα; Aνοίγω ένα κατάστημα, ανοίγω μια εμπορική επιχείρηση. Έκλει σε το κατάστημα, σταμάτησε να λειτουργεί η επιχείρηση. κατάστημα ανδρικών / γυναικείων / ηλεκτρικών ειδών, μαγαζί. κατάστημα τροφίμων, παντοπωλείο, μπακάλικο. Aυτό το κατάστημα είναι πολύ ακριβό, πουλάει ακριβά είδη πολυτελείας ή οι τιμές του είναι ακριβότερες από άλλα αντίστοιχα καταστήματα. Aλυσίδα* καταστημάτων. Mεγάλα καταστήματα, πολυώροφα συνήθ. καταστήματα, με πολλά ειδι κά τμήματα. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback