θεωρώ altgriechisch θεωρέω
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Μπορεί ο καθένας να έχει όποια γνώμη θέλει για τον κ. Haider, και προσωπικά τον θεωρώ πολύ επικίνδυνο άνθρωπο από πολιτικής άποψης, όμως δεν μπορούμε επ' ουδενί να παρέμβουμε στη δημοκρατική διαδικασία ενός ανεξάρτητου και φιλικά διακείμενου κράτους. | Man kann über Herrn Haider denken, wie man will und ich persönlich halte ihn für eine sehr gefährliche politische Person aber es geht einfach nicht, daß man in den demokratischen Prozeß eines selbständigen und freundlich gesinnten Landes eingreift. Übersetzung bestätigt |
Η γαλλική Προεδρία ενέγραψε στην ημερήσια διάταξη αυτή τη διάσκεψη, που θεωρώ πρωταρχικής σημασίας χωρίς να αναφέρομαι άμεσα στην πρωτοβουλία CONNECT, αλλά εναπόκειται σε μας να κάνουμε την άμεση σύνδεση με τις εν εξελίξει εμπειρίες, γιατί το περιεχόμενο είναι ενδιαφέρον και το περιεχόμενο κινείται επίσης προς το μέλλον. | Die französische Präsidentschaft hat diese Konferenz auf die Tagesordnung gesetzt, die ich für außerordentlich wichtig halte, ohne unmittelbar an CONNECT zu denken, aber es ist unsere Aufgabe, die Verbindung mit den laufenden Aktionen herzustellen, weil der Inhalt interessant und auch zukunftsweisend ist. Übersetzung bestätigt |
Τέλος, εν πάση περιπτώσει, εκτός αυτών των ενισχύσεων προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις οποίες θεωρώ ουσιαστικής σημασίας και που δεν αποτελούν απλά δηλώσεις αλλά στόχο, και υπενθυμίζω πως για πρώτη φορά τίθενται στόχοι συγκεκριμένοι που διαφέρουν από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, και αυτό συμβαίνει με την οδηγία σχετικά με την πράσινη ηλεκτρική ενέργεια, θεωρώ απαραίτητη τη διατήρηση της υποστήριξης προς την έρευνα στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας, ιδιαίτερα όσον αφορά την ασφάλεια, την αποθήκευση και την επεξεργασία των αποβλήτων, γιατί η ταφή τους δεν αποτελεί λύση, ή σε εναλλακτικά θέματα όπως μπορεί να είναι το σύστημα σύντηξης. | Abschließend und im Rahmen dieser Hilfen für die erneuerbaren Energien, die für mich wesentlich sind und nicht nur für Erklärungen herhalten, sondern eine Zielsetzung darstellen und denken Sie daran, dass zum ersten Mal Staat für Staat konkrete und differenzierte Ziele aufgestellt werden und zwar in der Richtlinie über grüne Energie -, halte ich es auf jeden Fall für unerlässlich, der Forschung im Nuklearsektor weiterhin Unterstützung zu geben, insbesondere im Bereich der Sicherheit, Lagerung und Aufbereitung von Rückständen, denn sie u vergraben ist keine Lösung, oder bei Alternativfragen wie beispielsweise der Kernfusion. Übersetzung bestätigt |
Δεν πιστεύω ότι μπορούμε να έχουμε ιδιαίτερα σαφείς στατιστικές ενδείξεις για τη μία ή για την άλλη κατεύθυνση, ούτε ξέρω τι θα σκέπτονταν η Μάργκαρετ Θάτσερ ή η Χίλαρυ Κλίντον για τη θέση σας σχετικά με το πλειοψηφικό σύστημα αλλά θεωρώ ότι πολλά δεδομένα και στοιχεία καταδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο από τις θέσεις σας. | Meines Erachtens können weder in diesem noch in jenem Sinne besonders aussagekräftige statistische Angaben vorgelegt werden ich weiß nicht, was Margaret Thatcher oder Hillary Clinton über Ihre Haltung zum Mehrheitswahlsystem denken -, sondern meines Erachtens werden Ihre Thesen durch viele Daten und Angaben widerlegt. Übersetzung bestätigt |
– Κύριε Επίτροπε, γνωρίζω, όπως αντιλαμβάνεστε, την επίσκεψή σας στο Vigo, τη γενέτειρά μου, όπως γνωρίζω επίσης ότι ο αλιευτικός τομέας της πόλης, ένας από τους μεγαλύτερους στη Γαλικία, στο ισπανικό κράτος και στην Ευρώπη, παρουσίασε πρόσφατα μια δέσμη προτάσεων σχετικά με τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες αυτού του οργανισμού, στις οποίες θεωρώ ότι οφείλετε να δώσετε μια συγκεκριμένη απάντηση. | – Herr Kommissar, wie Sie sich ja sicher denken können, wusste ich von Ihrem Besuch in Vigo, meinem Geburtsort, und ich weiß, dass der Fischereisektor der Stadt, einer der größten in Galicien, im spanischen Staat und in Europa, gerade eine Reihe von Vorschlägen unterbreitet hat, die die Pflichten und Zuständigkeiten dieser Agentur betreffen. Ich denke, Sie sollten darauf eine konkrete Antwort geben. Übersetzung bestätigt |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | θεωρώ | θεωρούμε | θεωρούμαι | θεωρούμαστε |
θεωρείς | θεωρείτε | θεωρείσαι | θεωρείστε | ||
θεωρεί | θεωρούν(ε) | θεωρείται | θεωρούνται | ||
Imper fekt | θεωρούσα | θεωρούσαμε | θεωρούμουν | θεωρούμαστε | |
θεωρούσες | θεωρούσατε | ||||
θεωρούσε | θεωρούσαν(ε) | θεωρούνταν, εθεωρείτο | θεωρούνταν, εθεωρούντο | ||
Aorist | θεώρησα | θεωρήσαμε | θεωρήθηκα | θεωρηθήκαμε | |
θεώρησες | θεωρήσατε | θεωρήθηκες | θεωρηθήκατε | ||
θεώρησε | θεώρησαν, θεωρήσαν(ε) | θεωρήθηκε | θεωρήθηκαν, θεωρηθήκαν(ε) | ||
Perf ekt | |||||
Plu perf ekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα θεωρώ | θα θεωρούμε | θα θεωρούμαι | θα θεωρούμαστε | |
θα θεωρείς | θα θεωρείτε | θα θεωρείσαι | θα θεωρείστε | ||
θα θεωρεί | θα θεωρούν(ε) | θα θεωρείται | θα θεωρούνται | ||
Fut ur | θα θεωρήσω | θα θεωρήσουμε | θα θεωρηθώ | θα θεωρηθούμε | |
θα θεωρήσεις | θα θεωρήσετε | θα θεωρηθείς | θα θεωρηθείτε | ||
θα θεωρήσει | θα θεωρήσουν(ε) | θα θεωρηθεί | θα θεωρηθούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να θεωρώ | να θεωρούμε | να θεωρούμαι | να θεωρούμαστε |
να θεωρείς | να θεωρείτε | να θεωρείσαι | να θεωρείστε | ||
να θεωρεί | να θεωρούν(ε) | να θεωρείται | να θεωρούνται | ||
Aorist | να θεωρήσω | να θεωρηθώ | να θεωρηθούμε | ||
να θεωρήσεις | να θεωρήσετε | να θεωρηθείς | να θεωρηθείτε | ||
να θεωρήσει | να θεωρήσουν(ε) | να θεωρηθεί | να θεωρηθούν(ε) | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | θεωρείτε | θεωρείστε | ||
Aorist | θεώρησε | θεωρήστε, θεωρήσετε | θεωρήσου | θεωρηθείτε | |
Part izip | Pres | θεωρώντας | θεωρούμενος | ||
Perf | έχοντας θεωρήσει, | θεωρημένος, -η, -ο | θεωρημένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | θεωρήσει | θεωρηθεί |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | denke | ||
du | denkst | |||
er, sie, es | denkt | |||
Präteritum | ich | dachte | ||
Konjunktiv II | ich | dächte | ||
Imperativ | Singular | denk! denke! | ||
Plural | denkt! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
gedacht | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:denken |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | erachte | ||
du | erachtest | |||
er, sie, es | erachtet | |||
Präteritum | ich | erachtete | ||
Konjunktiv II | ich | erachtete | ||
Imperativ | Singular | eracht! erachte! | ||
Plural | erachtet! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
erachtet | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:erachten |
θεωρώ [θeoró] -ούμαι : 1. πιστεύω ή έχω τη γνώμη ότι κάποιος ή κτ. έχει ορισμένη ιδιότητα: Tον θεωρώ έξυπνο / ανόητο / τίμιο / κακοήθη. θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό. Tον θεωρούσα φίλο μου αλλά με πρόδωσε. θεωρώ τη συνεργασία του απαραίτητη. H λύση του προβλήματος θεωρήθηκε σωστή / λανθασμένη. Δε θεωρώ σωστό να κρύψω την αλήθεια. θεωρώ ότι κάθε προσπάθεια είναι μάταιη, νομίζω. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.