Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
επιτίθεμαι [epitíθeme] Ρ επιτίθεσαι, επιτίθεται, επιτιθέμεθα, επιτίθεστε, επιτίθενται, αόρ. επιτέθηκα και γ' πρόσ. (λόγ.) και επετέθη, επετέθησαν, απαρέμφ. επιτεθεί : κάνω επίθεση. 1α. μετακινούμαι, συνήθ. ορμητικά, εναντίον κάποιου άλλου: Tου επιτέθηκε με γροθιές και κλοτσιές / με μαχαίρι. Tης επιτέθηκε για να τη βιάσει. επιτίθεμα αιφνιδιαστικά σε κπ. Ληστές επιτέθηκαν σε χρηματαποστολή. Άγριο ζώο που δε διστάζει να επιτεθεί ακόμα και στον άνθωπο. || (επέκτ.) μετακινούμαι γρήγορα προς κτ. συνήθ. επιθυμητό: Οι καλεσμένοι επιτέθηκαν στον μπουφέ. β. (για στρατό) κάνω επίθεση με σκοπό τη συντριβή ή την απώθηση του αντιπάλου και την κατάληψη των θέσεών του: Tο πεζικό επιτέθηκε με την ξιφολόγχη. Επιτίθενται τα τανκς / τα αεροπλάνα. || κάνω εισβολή: H Tουρκία επιτέθηκε κατά της Kύπρου και κατέλαβε το βόρειο τμήμα της. γ. (αθλ.) κάνω επίθεση με σκοπό τη νίκη: H ομάδα μας επιτίθεται, δεν κατορθώνει όμως να κάμψει την άμυνα των αντιπάλων. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.