επιπλέον Adv.  [epipleon]

  Adj.
(1837)
(720)
(466)

Etymologie zu επιπλέον

επιπλέον altgriechisch ἐπιπλέον → siehe: ἐπί και πλέον


GriechischDeutsch
και ΑΝ υπάρχουν πληροφορίες «Sie»«Αναγνώριση», τότε εκτός από τον παραπάνω εξ ορισμού κανόνα ερμηνείας χρήσης, τα πιστοποιητικά εκείνα που ορίζονται μέσω της χρήσης της εν λόγω καταχώρισης «Sie»«Αναγνώριση», η οποία βασίζεται στην αρχή της αλληλουχίας των «φίλτρων», εντοπίζοντας περαιτέρω ένα σύνολο πιστοποιητικών και παρέχοντας επιπλέον πληροφορίες αναφορικά με την «υποστήριξη SSCD» ή/και το «Νομικό πρόσωπο ως υποκείμενο» (π.χ. τα πιστοποιητικά εκείνα που περιέχουν συγκεκριμένο αναγνωριστικό αντικειμένου στην επέκταση της πολιτικής πιστοποιητικού ή/και που έχουν συγκεκριμένη σχηματομορφή «Χρήσης κλειδιού» ή/και που φιλτράρονται μέσω της χρήσης συγκεκριμένης τιμής, η οποία εμφανίζεται σε συγκεκριμένο πεδίο ή εκτεταμένο πεδίο του πιστοποιητικού κ.λπ.), πρέπει να εξετάζονται σύμφωνα με το παρακάτω σύνολο «προσδιοριστών», επανορθώνοντας την έλλειψη πληροφοριών στο αντίστοιχο QC, δηλαδή:und WENN vorhanden sind, müssen — zusätzlich zur obigen Standard-Auslegungungsregel — Zertifikate, die durch die Verwendung dieses identifiziert werden, der auf dem Grundsatz einer Abfolge von „Filtern“ zur näheren Identifikation einer Gruppe von Zertifikaten beruht und Zusatzinformationen zu „SSCD-Support“ und bzw. oder „Legal person as subject“ enthält (z. B. jene Zertifikate, die einen speziellen OID in der Certificate Policy-Erweiterung enthalten und/oder ein spezielles „Key usage“-Muster aufweisen und/oder durch die Verwendung eines speziellen Werts, der in einem eigenen Feld oder einer Erweiterung des Zertifikats aufscheint, gefiltert werden usw.), anhand der nachstehenden Gruppe von „Kennzeichnern“, die die fehlenden Angaben im entsprechenden QC ausgleichen, interpretiert werden. D. h.:

Übersetzung bestätigt

μη απαιτώντας την επιπλέον καταβολή τόκων κατά τη διαπραγμάτευση της συμφωνίας αναδιάρθρωσης του 1999 ή μη επιβάλλοντας τόκους υπερημερίας για τα ποσά που δεν είχαν εξοφληθεί βάσει της συμφωνίας.da er bei der Aushandlung der Umschuldungsvereinbarung von 1999 nicht zusätzlich die Zahlung von Zinsen bzw. da er auf die nicht gemäß der Vereinbarung gezahlten Beträge keine Verzugszinsen verlangt hat.

Übersetzung bestätigt

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, κατά τη στιγμή της αναδιαπραγμάτευσης της συμφωνίας, το Fogasa δεν ζήτησε επιπλέον καταβολή τόκων, δεδομένου ότι το συνολικό προς καταβολή ποσό ήταν το ίδιο, παρότι η τελική προθεσμία είχε παραταθεί κατά δύο έτη [14].Die Kommission weist darauf hin, dass der FOGASA zum Zeitpunkt der Neuaushandlung der Vereinbarung nicht zusätzlich die Zahlung von Zinsen verlangte, da der zu entrichtende Gesamtbetrag gleich blieb, obwohl die Frist sich um zwei Jahre verlängerte [14].

Übersetzung bestätigt

Προς τούτο, όταν ο πιστωτής συμφωνεί αναδιάρθρωση της απαιτήσεώς του για να επιτύχει την απόδοσή της, απαιτεί επιπλέον τόκους που έχουν ως αντικείμενο να αντισταθμίσουν την υποτίμηση που θα υποστεί το χρηματικό ποσό λόγω της αναδιαρθρώσεως» [13].Zu diesem Zweck verlang[t] er, wenn er eine Stundung des ihm geschuldeten Betrages gewähr[t] um dessen Begleichung zu erwirken, zusätzlich die Zahlung von Zinsen, um den aufgrund der Stundung eintretenden Wertverlust des Geldes auszugleichen“ [13].

Übersetzung bestätigt

Για την περίοδο μέχρι τις 30 Ιουνίου 1999, κρίθηκε ότι, επειδή η ΕΝΑΕ παρουσίαζε αυξημένο κίνδυνο, ήταν απαραίτητη η προσθήκη επασφάλιστρου κινδύνου ίσου με 400 μονάδες βάσης τουλάχιστον επιπλέον του επιτοκίου που θα χρεωνόταν για τη δανειοδότηση μιας υγιούς επιχείρησης.Da HSY ein erhöhtes Risiko aufwies, wird für den Zeitraum bis zum 30. Juni 1999 geschätzt, dass ein zusätzlicher Risikoprämienaufschlag in Höhe von mindestens 400 Basispunkten erforderlich wäre, zusätzlich zum für die Beleihung eines gesunden Unternehmens erhobenen Zinssatz.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Noch keine Grammatik zu επιπλέον.



Griechische Definition zu επιπλέον

επιπλέον [epipléon] επίρρ. ποσ. : εκφέρει: 1. απλώς ένα επιπρόσθετο στοιχείο· παραπάνω: Xρειάζομαι πέντε μέτρα επιπλέον, ακόμη, παραπάνω. Έχει τα εκτός έδρας επιπλέον του μισθού του / από το μισθό του. Ο μισθός είναι μικρός αλλά έχει πολλά επιπλέον, εξτρά. 2. ένα επιπρόσθετο στοιχείο σοβαρότερο κατά την άποψη του ομιλητή από τα προηγούμενα· εκτός αυτού, συν τοις άλλοις: Δεν είναι πρακτικό και επιπλέον είναι και ακριβό. Tον συμβούλεψε και επιπλέον τον βοήθησε και οικονομικά. Εκτός του ότι είναι τεμπέλης είναι επιπλέον και ανάγωγος, είναι και ανάγωγος συν τοις άλλοις. 3. στη θέση μεταβατικού συνδέσμου, για να προστεθούν επιπρόσθετες ισότιμες και ίσως σοβαρότερες πληροφορίες· εξάλλου, επίσης, συν τοις άλλοις: επιπλέον έχω να προσθέσω και το εξής. 4. σε ονοματική χρήση: α. (ως ουσ.) το επιπλέον, το παραπάνω, το παραπανίσιο: Tι το χρειάζεσαι το επιπλέον; β. (ως επίθ.) επιπρόσθετος: Yπάρχουν επιπλέον λόγοι που με οδηγούν σε αυτή την απόφαση. Ένας επιπλέον αλλά ισοδύναμος όρος.

[λόγ. < αρχ. φρ. ἐπί πλέον]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback