αποτυχία altgriechisch ἀποτυχία ἀποτυγχάνω ἀπό + τυγχάνω indoeuropäisch (Wurzel) *dʰewgʰ- (παράγω, δύναμαι, πετυχαίνω)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Το ομόσπονδο κράτος του Burgenland προέβλεψε ένα απαισιόδοξο σενάριο για τη ΒΒ, σύμφωνα με το οποίο μια αποτυχία της Active Bank, θα έθετε σε μεγάλο κίνδυνο τη ΒΒ και στη συνέχεια θα μπορούσε να οδηγήσει σε αφερεγγυότητα της ΒΒ. | Das Land Burgenland ging vorsorglich von einem pessimistischen Szenario für die BB aus, dem zufolge ein Versagen der Active Bank die BB erheblich gefährden würde und letztendlich zur Zahlungsunfähigkeit der BB führen könnte. Übersetzung bestätigt |
«Λειτουργικός κίνδυνος»: ο κίνδυνος ζημιών οφειλόμενων στην ανεπάρκεια ή στην αποτυχία εσωτερικών διαδικασιών, ατόμων και συστημάτων ή σε εξωτερικά γεγονότα και περιλαμβάνει τον νομικό κίνδυνο. | „operationelles Risiko“: das Risiko von Verlusten, die durch die Unangemessenheit oder das Versagen von internen Verfahren, Menschen und Systemen oder durch externe Ereignisse verursacht werden, einschließlich Rechtsrisiken; Übersetzung bestätigt |
Αυτοί όμως που υπολογίζουν το ελεύθερο λογισμικό μονάχα επειδή προσδοκούν να είναι τεχνικά ανώτερο αναμένεται να το θεωρήσουν πλήρης αποτυχία όταν μία πατέντα του σταθεί εμπόδιο. | Aber jene, die freie Software schätzen, weil sie diese als technisch überlegen erwarten, werden es als ein Versagen betrachten, wenn ein Patent es verhindert. Übersetzung nicht bestätigt |
Σε σύγκριση με την απότομη διεπαφή, τα υλικά κλίσης μπορούν να εισάγουν μια συνεχή ή σταδιακή κλίση στη σύνθεση για να αυξήσουν την αντοχή συγκολλήσεως διαφόρων επιφανειών διαφορετικών στερεών (όπως μέταλλα και κεραμικά), να καταστείλουν τη συγκέντρωση τάσεων, να καθυστερήσουν την απόδοση και την αποτυχία του πλαστικού. | Im Vergleich zu einer abrupten Grenzfläche können Gradientenmaterialien einen kontinuierlichen oder schrittweisen Gradienten in der Zusammensetzung einführen, um die Grenzflächenfestigkeit von verschiedenen Feststoffen (wie Metallen und Keramiken) zu erhöhen, die Spannungskonzentration zu unterdrücken, die plastische Ausbeute und das Versagen zu verzögern. Übersetzung nicht bestätigt |
Προς το τέλος του περασμένου έτους, καθώς η κρίση της Ευρωζώνης έφτανε (σε ένα ακόμη) σημείο κορύφωσης, ένας αριθμός δημοσιογράφων στον γερμανικό ποιοτικό τύπο εφιστούσε την προσοχή των αναγνωστών σε μια πτυχή της κρίσης, η οποία είχε λάβει ελάχιστη προσοχή μέχρι εκείνη τη στιγμή: η κρίση του ευρώ δεν σηματοδοτούσε μόνο την αποτυχία των κεντρικών τραπεζιτών της Ευρώπης, ή των Ελλήνων γραφειοκρατών, ή των Ιταλών φοροφυγάδων, ή της Άνγκελα Μέρκελ (όλα αυτά ανάλογα με την προοπτική του καθενός) – σηματοδοτούσε επίσης μια συνολική αποτυχία των διανοουμένων. | Ende 2011, als die Krise in der Eurozone einen (weiteren) Höhepunkt erreichte, machten mehrere Journalisten deutscher Zeitungen ihre Leser auf einen Aspekt der Krise aufmerksam, der bis dahin kaum beachtet worden war: Die Eurokrise war nicht nur Ausdruck für das Versagen der europäischen Zentralbank, griechischer Bürokraten, italienischer Nichtsteuerzahler oder von Angela Merkel (je nach Standpunkt) – nein, sie stand auch für ein umfassendes Versagen der Intellektuellen. Übersetzung nicht bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | der Misserfolg | die Misserfolge |
Genitiv | des Misserfolges des Misserfolgs | der Misserfolge |
Dativ | dem Misserfolg dem Misserfolge | den Misserfolgen |
Akkusativ | den Misserfolg | die Misserfolge |
αποτυχία η [apotixía] : ενέργεια που δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα, την επιθυμητή έκβαση. ANT επιτυχία: H αποτυχία του στις εξετάσεις / στις εκλογές ήταν μεγάλη / παταγώδης. H αποτυχία του να εκλεγεί βουλευτής τον έκανε να αποσυρθεί από την πολιτική. H αποτυχία της επίθεσης ήταν ολοκληρωτική. H προσπάθειά του κατέληξε σε πλήρη αποτυχία. H αποτυχία ενός σχεδίου / στόχου. Είχε / δοκίμασε πολλές αποτυχίες στη ζωή του, πολλές προσπάθειες, πολλοί στόχοι του απέτυχαν. || για κτ. που δεν έχει γίνει σωστά, που έχει ατέλειες και λάθη: H παράσταση / η γιορτή / η διάλεξη ήταν σωστή / τέλεια / σκέτη αποτυχία. Mεγάλη αποτυχία αυτό το παλτό. H αγορά αυτού του οικοπέδου ήταν αποτυχία.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.