όμως   [omos, omws]

  
(31244)
(13877)
(5889)
(833)

Etymologie zu όμως

όμως altgriechisch ὅμως


GriechischDeutsch
Τα προϊόντα conduit, αποκαλούμενα επίσης εταιρείες ειδικού σκοπού (special purpose vehicles — SPV) ή επενδυτικά οχήματα (special investment vehicles — SIV), είναι εταιρείες (κατά κανόνα ένα είδος εταιρειών περιορισμένης ευθύνης ή σε ορισμένες περιπτώσεις ετερόρρυθμες εταιρείες), που ιδρύονται για την επίτευξη συγκεκριμένων, σαφώς καθορισμένων και χρονικά περιορισμένων στόχων που αποσκοπούν κατά κανόνα στην απομάκρυνση οικονομικών κινδύνων (συνήθως πτώχευσης, ενίοτε όμως και κάποιου φορολογικού ή εποπτικού κινδύνου).Ein Conduit, auch Zweckgesellschaft (special purpose vehicle — SPV) oder Investmentvehikel (special investment vehicle — SIV) genannt, ist eine Gesellschaft (in der Regel eine Art Gesellschaft mit beschränkter Haftung oder in einigen Fällen eine Kommanditgesellschaft), die mit ganz spezifischen, eng umrissenen und zeitlich begrenzten Zielen gegründet wird, um in der Regel finanzielle Risiken auszugliedern (normalerweise Konkurs, aber manchmal auch ein bestimmtes steuerliches oder aufsichtsrechtliches Risiko).

Übersetzung bestätigt

Επισήμως δεν είχαν ακόμη προκύψει οι ζημίες, όμως οι θέσεις ενεργητικού βάσει των οποίων υπολογίστηκαν είχαν ήδη καταργηθεί.Offiziell wurden die Verluste noch nicht realisiert, aber die zugrunde liegenden Aktivpositionen sind bereits ausgefallen.

Übersetzung bestätigt

Υπηρεσία η οποία αυξάνει την αξιοπιστία των ηλεκτρονικών συναλλαγών και την εμπιστοσύνη σε αυτές (συνήθως, όχι όμως και απαραίτητα, με χρήση τεχνικών κρυπτογραφίας ή με συμπερίληψη απόρρητου υλικού) (ETSI TS 102 231).Ein Dienst, der das Vertrauen in elektronische Transaktionen erhöht (üblicherweise aber nicht unbedingt im Zusammenhang mit kryptografischen Methoden oder vertraulichen Daten) (ETSI TS 102 231).

Übersetzung bestätigt

Κατά την εξέταση διαπιστώθηκε ότι ήταν λογικό η Deloitte να κάνει χρήση των πληροφοριών που είχε παράσχει η διοίκηση· όμως, η Deloitte στήριξε την τελική της αξιολόγηση στις δικές της προβλέψεις που ήσαν διαφορετικές από εκείνα που ανέμενε η διοίκηση.Es sei ganz natürlich, dass Deloitte unter anderem die von der Geschäftsführung bereitgestellten Informationen verwendet habe; bei der letztlichen Wertbestimmung habe sich Deloitte aber auf eigene Prognosen gestützt, die von den Erwartungen der Geschäftsführung abwichen.

Übersetzung bestätigt

Η τεχνολογία των μονοκρυσταλλικών και των πολυκρυσταλλικών υλικών είναι πιο δαπανηρές, έχουν όμως και μεγαλύτερη απόδοση ανά m2 και συνεπώς οι συλλέκτες που κατασκευάζονται με βάση την τεχνολογία αυτή είναι καταλληλότεροι για αστικές περιοχές.Die monound die polykrystalline Technologie sind kostspieliger, weisen aber eine höhere Effizienz pro m2 auf, so dass sich die nach dieser Technologie hergestellten Module besser für städtische Gebiete eignen.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Noch keine Grammatik zu όμως.



NeutrumSingularPlural
unbestimmtbestimmtunbestimmtbestimmt
Nominativ(ett) aberaberaberaber
Genitivabersabersabersabers



Griechische Definition zu όμως

όμως [ómos] σύνδ. αντιθ. : συχνά και ύστερα από τελεία ή άνω τελεία· μπορεί να βρίσκεται στην αρχή, στο τέλος ή μετά την πρώτη ή περισσότερες λέξεις της πρότασης την οποία συνδέει αντιθετικά με τα προηγούμενα· αλλά, μα: 1α. (συχνά με το αλλά): Είναι πανέξυπνος, όμως δε διαβάζει. Bρήκε δουλειά, αλλά όμως είναι πολύ κουραστική. Yπέφερε πολύ, αλλά όμως δεν έλεγε τίποτε. Mια μέρα όμως δε βάσταξε. Δε θα κάνουμε συζήτηση, όμως δυο λόγια θα ΄πρεπε να πούμε. Σήμερα όχι, αύριο όμως οπωσδήποτε. Γέρασε, διατηρεί όμως ακόμη την παλιά του γοητεία. || συχνά η αντίθεση είναι προς κτ. που εννοείται: Δεν ήρθαν όλοι· αλλά όμως και πού θα χωρούσαμε;, αν ερχόταν όλοι. α1. με το και σε έντονη αντίθεση, εναντίωση· παρ΄ όλα αυτά: Περνούσε άσχημα, κι όμως δεν παραπονέθηκε ποτέ σε κανέναν. Kαι όμως εξακολουθώ να πιστεύω πως κάτι δεν πάει καλά, για την περίπτωση που ο ομιλητής δε συμφωνεί με τη γνώμη ή τις απόψεις που γενικά ισχύουν. α2. (αλλά) όμως …και, όταν υπάρχει άρνηση και στα δύο μέλη ή όταν το β' μέλος εκφράζει μια πληροφορία ισότιμης αξίας με αυτήν του α' μέλους: Δεν είναι δυσαρεστημένος, αλλά όμως ούτε και ευχαριστημένος. Δουλεύει σκληρά, αλλά όμως και πληρώνεται και καλά. β. ναι μεν… αλλά όμως και, όταν το β' σε σχέση με το α' μέλος εκφράζει την όχι απόλυτα καθοριστική αλλά ούτε και αμελητέα προϋπόθεση: Nαι μεν κουράζεται αλλά όμως και αμείβεται καλά. γ. (αλλά) όμως και να, ύστερα από αρνητική πρόταση εισάγει παραχωρητική πρόταση: Δε μου ζήτησε τίποτε, αλλά όμως και να μου ζητούσε δε θα του έδινα, αλλά όμως και αν ακόμη… [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback