Griechisch | Deutsch |
---|---|
Ο κατακερματισμός αυτός είναι, σε ορισμένο βαθμό, φυσιολογικός, δεδομένου ότι η βιομηχανική βάση που προμηθεύει αυτές τις δύο αγορές δεν είναι απολύτως ταυτόσημη και ότι οι τελικοί χρήστες διαφέρουν, οι τομείς εφαρμογής διαφέρουν, το ίδιο και οι απαιτήσεις. | Eine Zersplitterung ist bis zu einem gewissen Grad normal, da die Industriebasis, die diese beiden Märkte beliefert, nicht voll und ganz deckungsgleich ist und sich auch die Endnutzer, die Anwendungsbereiche und die Anforderungen unterscheiden. Übersetzung bestätigt |
Το Docetaxel Accord χρησιμοποιείται μόνο σε περίπτωση που ο αριθμός των ουδετερόφιλων (επίπεδο ενός τύπου λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα) είναι φυσιολογικός (τουλάχιστον 1.500 κύτταρα/mm3). | Docetaxel Accord wird nur angewendet, wenn die Neutrophilenzahl (die Menge einer Art weißer Blutkörperchen im Blut) normal ist (mindestens 1 500 Zellen/mm3). Übersetzung bestätigt |
Θα χρειαστεί να παίρνετε το Filgrastim HEXAL μέχρι ο αριθμός των λευκοκυττάρων σας να είναι φυσιολογικός. | Sie müssen Filgrastim HEXAL so lange anwenden, bis die Zahl Ihrer weißen Blutkörperchen wieder normal ist. Übersetzung bestätigt |
Θα χρειαστεί να παίρνετε το Nivestim έως ότου ο αριθμός των λευκοκυττάρων σας να είναι φυσιολογικός. | Sie müssen Nivestim so lange anwenden, bis die Zahl Ihrer weißen Blutkörperchen wieder normal ist. Übersetzung bestätigt |
Θα χρειαστεί να παίρνετε το Zarzio μέχρι ο αριθμός των λευκοκυττάρων σας να είναι φυσιολογικός. | Sie müssen Zarzio so lange anwenden, bis die Zahl Ihrer weißen Blutkörperchen wieder normal ist. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
φυσιολογικός -ή -ό [fisiolojikós] : I. που υπάρχει, που συμβαίνει ή εξελίσσεται κανονικά, ομαλά, σύμφωνα με τη φύση και τους κανόνες της: H ανάπτυξη του παιδιού είναι φυσιολογική. H πορεία της υπόθεσης είναι φυσιολογική. Tα αποτελέσματα των ιατρικών εξετάσεων ήταν φυσιολογικά. φυσιολογικός -ή -ό τοκετός. Φυσιολογική εξέλιξη / φθορά. || φυσιολογικός -ή -ό ορός, διάλυμα αλάτων μέσα σε νερό για ιατρικούς σκοπούς. II. που ανήκει ή που αναφέρεται στη φυσιολογία: Φυσιολογικές μελέτες / έρευνες.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.