Griechisch | Deutsch |
---|---|
Noch keine Beispielsätze. |
Griechische Synonyme |
---|
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά) |
Ελληνική γλώσσα |
Ψυχολογία (ελληνικά) |
Φιλοσοφία (ελληνικά) |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
ποιόν το [pión] Ο γεν. ποιού (χωρίς πληθ.) : το σύνολο των ιδιοτήτων, των ποιοτικών γνωρισμάτων που χαρακτηρίζουν ή αξιολογούν κτ. ή κπ.· ποιότητα1: Tο ποιόν των σπουδών στα ελληνικά πανεπιστήμια. Tο ποιόν ενός ανθρώπου, ο χαρακτήρας του, κυρίως από ηθική άποψη: Tο ποιόν του δεν είναι καλό / είναι ύποπτο. || (ψυχ.) το είδος, η ποιότητα: Tα αισθήματα της θερμότητας και του ψύχους έχουν το ίδιο ποιόν. Tο ποιόν των αισθημάτων εξαρτάται από τη φύση των ερεθισμών που τα προκαλούν. Tο ποιόν του ήχου, η χροιά. || (φιλοσ.): Tο ποιόν των όντων, τα διακριτικά τους γνωρίσματα.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.