Griechisch | Deutsch |
---|---|
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν ήταν υπαίτια και πιστεύω ότι αυτό είναι κάτι που όλοι όσοι συμμερίζονται την ευρωπαϊκή ιδέα, είτε ανήκουν στη δεξιά, είτε στην αριστερά, είτε στο κέντρο, πρέπει να έχουν το θάρρος να παραδεχτούν. | Die Europäische Union war nicht die Ursache der Krise, und ich glaube, dass alle, die an das europäische Ideal glauben, egal ob links, rechts oder Mitte, auch den Mut haben müsse, dies auszusprechen, denn sonst überlassen wir das Feld dem Populismus der extremen Linken und extremen Rechten. Übersetzung bestätigt |
Φυσικά, αυτό θα πρέπει να γίνει σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους αλλά η κλίμακα της πρόκλησης με οδηγεί στο να πιστεύω ότι η κρατική υποστήριξη θα είναι απαραίτητη. | Selbstverständlich muß dies in einem Geist der Zusammenarbeit mit den Sozialpartnern erfolgen, aber angesichts der Größenordnung der Herausforderung sehe ich mich veranlaßt zu glauben, daß eine staatliche Unterstützung erforderlich sein wird. Übersetzung bestätigt |
Εάν το κατορθώσουμε από την οπτική αυτού του τριπλού στόχου, πιστεύω ότι αυτές οι οικογένειες, αυτά τα άτομα, αυτοί οι ευρωπαίοι πολίτες θα δημιουργήσουν περισσότερο στην Ευρώπη, αυτό δε μου φαίνεται πολύ σημαντικό, διότι τελικά οι πόλεις θα γίνονται όλο και περισσότερο οι πρωταγωνίστριες του ευρωπαϊκού βίου. | Wenn uns das mit unserer Festlegung auf drei Schwerpunkte gelingt, dann denke ich, daß diese Familien, diese Menschen, diese europäischen Bürger mehr an Europa glauben werden, und das ist letztendlich entscheidend, denn die Städte spielen eine immer größere Rolle im europäischen Leben. Übersetzung bestätigt |
Θέλω να πιστεύω πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορέσει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να προσφέρει στον λαό της Μοζαμβίκης αυτό που εκείνος περιμένει. | Ich möchte daran glauben, daß die Europäische Union in der Lage sein wird, das zu tun, was die Mosambikaner von ihr erwarten. Übersetzung bestätigt |
Δεν θέλω να πιστεύω πως τα συμπεράσματα του Συμβουλίου περιορίζονται απλώς και μόνο σε μια τέτοια καταγραφή. | Ich will nicht glauben, daß sich die Schlußfolgerungen des Rates auf diese Auflistung beschränken. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
Aktiv | |||
---|---|---|---|
Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | πιστεύω | πιστεύουμε, πιστεύομε |
πιστεύεις | πιστεύετε | ||
πιστεύει | πιστεύουν(ε) | ||
Imper fekt | πίστευα | πιστεύαμε | |
πίστευες | πιστεύατε | ||
πίστευε | πίστευαν, πιστεύαν(ε) | ||
Aorist | πίστεψα | πιστέψαμε | |
πίστεψες | πιστέψατε | ||
πίστεψε | πίστεψαν, πιστέψαν(ε) | ||
Per fekt | έχω πιστέψει | έχουμε πιστέψει | |
έχεις πιστέψει | έχετε πιστέψει | ||
έχει πιστέψει | έχουν πιστέψει | ||
Plu per fekt | είχα πιστέψει | είχαμε πιστέψει | |
είχες πιστέψει | είχατε πιστέψει | ||
είχε πιστέψει | είχαν πιστέψει | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα πιστεύω | θα πιστεύουμε, θα πιστεύομε | |
θα πιστεύεις | θα πιστεύετε | ||
θα πιστεύει | θα πιστεύουν(ε) | ||
Fut ur | θα πιστέψω | θα πιστέψουμε, θα πιστέψομε | |
θα πιστέψεις | θα πιστέψετε | ||
θα πιστέψει | θα πιστέψουν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω πιστέψει | θα έχουμε πιστέψει | |
θα έχεις πιστέψει | θα έχετε πιστέψει | ||
θα έχει πιστέψει | θα έχουν πιστέψει | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να πιστεύω | να πιστεύουμε, να πιστεύομε |
να πιστεύεις | να πιστεύετε | ||
να πιστεύει | να πιστεύουν(ε) | ||
Aorist | να πιστέψω | να πιστέψουμε, να πιστέψομε | |
να πιστέψεις | να πιστέψετε | ||
να πιστέψει | να πιστέψουν(ε) | ||
Perf | να έχω πιστέψει | να έχουμε πιστέψει | |
να έχεις πιστέψει | να έχετε πιστέψει | ||
να έχει πιστέψει | να έχουν πιστέψει | ||
Imper ativ | Pres | πίστευε | πιστεύετε |
Aorist | πίστεψε | πιστέψτε, πιστεύτε | |
Part izip | Pres | πιστεύοντας | |
Perf | έχοντας πιστέψει | ||
Infin | Aorist | πιστέψει |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | glaube | ||
du | glaubst | |||
er, sie, es | glaubt | |||
Präteritum | ich | glaubte | ||
Konjunktiv II | ich | glaubte | ||
Imperativ | Singular | glaub! glaube! | ||
Plural | glaubt! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
geglaubt | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:glauben |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | wähne | ||
du | wähnst | |||
er, sie, es | wähnt | |||
Präteritum | ich | wähnte | ||
Konjunktiv II | ich | wähnte | ||
Imperativ | Singular | wähne! | ||
Plural | wähnt! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
gewähnt | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:wähnen |
πιστεύω [pistévo] -εται : 1. έχω πεποίθηση, είμαι βέβαιος, σίγουρος για κτ.: Πρέπει να πιστέψεις στη νίκη για να νικήσεις. Πίστευε στην ορθό τητα των ιδεών / των συμπερασμάτων του. Δεν πιστεύω στην αποτελεσματικότητα των μέτρων της κυβέρνησης. Πιστεύει στις σοσιαλιστικές / νεοφιλελεύθερες ιδέες. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.