νούμερο mittelgriechisch νούμερον lateinisch numerus ή italienisch numero
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Juncker που θέλει να καταστήσει την Ευρώπη νούμερο 1 στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας παγκοσμίως, όχι μόνο με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την προώθηση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, αποτελεί ένα σημαντικό και ορθό μήνυμα. | Auch die Aussage von Kommissionspräsident Juncker, die EU weltweit zur Nummer 1 bei erneuerbaren Energien machen zu wollen, und zwar nicht nur, weil es dem Klimaschutz dient, sondern weil damit Arbeitsplätze geschaffen und die Energieversorgungssicherheit gefördert wird, ist ein wichtiges und richtiges Signal. Übersetzung bestätigt |
Είτε είστε γονιός του οποίου το παιδί έχει εξαφανιστεί, έχει χαθεί ή το έχει σκάσει, είτε έχετε πληροφορίες για εξαφανισμένο παιδί, μπορείτε να καλέσετε το ίδιο νούμερο. | Wenn Sie Eltern eines Kindes sind, das vermisst wird, sich verirrt hat oder weggelaufen ist, oder wenn Sie Informationen über ein vermisstes Kind haben, können Sie stets diese Nummer anrufen. Übersetzung bestätigt |
Σύμφωνα με τηλεοπτική έρευνα που διεξήχθη τον Μάρτιο, οι τηλεθεατές στη συντριπτική πλειονότητά τους θεώρησαν την εξάπλωση της πορνείας ως το νούμερο «ένα» πρόβλημα εικόνας που αντιμετωπίζει η Εσθονία. | Vor ihm liegen nur noch Deutschland und Österreich. Laut einer Fernsehumfrage vom März betrachteten die Fernsehzuschauer die Ausweitung der Prostitution eindeutig als Estlands Imageproblem Nummer Eins. Übersetzung bestätigt |
Αυτό είναι το νούμερο 1 πρόβλημα. | Dies ist das Problem Nummer eins. Übersetzung bestätigt |
Πιθανότητα νούμερο ένα: υπάρχει έλλειψη τεχνικών πληροφοριών στη Γενική Διεύθυνση Μεταφορών; | Möglichkeit Nummer eins: Gibt es zu wenige technische Informationen in der Generaldirektion für Verkehr? Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
νούμερο το [número] : α.(οικ.) αριθμός: Σε ποιο νούμερο είναι το σπίτι σου; Άλλαξε το νούμερο του τηλεφώνου μου. Ο άνθρωπος των μεγαλουπόλεων έγινε ένα νούμερο, έχασε την ατομικότητά του. Tο νούμερο ένα, ο πρώτος, ο καλύτερος: Aυτός είναι το νούμερο ένα στο χώρο της μόδας / της μουσικής. β. αριθμός που προσδιορίζει το μέγεθος ενός αντικειμένου: Tι νούμερο πουκάμισο / φούστα φοράς; Δε βρίσκουν παπούτσια στο νούμερό μου. Tηγάνι / τρυπάνι νούμερο δύο. Σπασμένα νούμερα, όταν λείπουν ορισμένα νούμερα: Στις εκπτώ σεις πουλιούνται παπούτσια με σπασμένα νούμερα. γ. (στρατ., προφ.) η ώρα που φυλάει κάποιος σκοπιά ή εκτελεί κάποια άλλη υπηρεσία: Πρώτο / δεύτερο / τρίτο νούμερο. Kάθε μέρα τον βάζουν γερμανικό* νούμερο στη σκοπιά. Tι νούμερο σ΄ έχουν βάλει σήμερα;
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.