{η}  καταγγελία Subst.  [katangelia, kataggelia]

{die}    Subst.
(288)

Etymologie zu καταγγελία

καταγγελία Koine-Griechisch καταγγελία altgriechisch καταγγέλλω


GriechischDeutsch
Συγκεκριμένα, η ΕΝΑΕ δεν κατάφερε να ολοκληρώσει τη ναυπήγηση των δύο πλοίων, γεγονός που οδήγησε στην καταγγελία της σύμβασης με τη Στρίντζης τον Ιούλιο του 2002.Tatsächlich konnte HSY den Bau der beiden Schiffe nicht zum Abschluss bringen, was zur Kündigung des Vertrags mit Strintzis Lines im Juli 2002 führte.

Übersetzung bestätigt

Τυχόν καταγγελία θα είχε ως συνέπεια να στερηθεί ο ΟΣΕ την παραλαβή πρόσθετου νέου τροχαίου υλικού, δεδομένου ότι θα απαιτούνταν τουλάχιστον 3 ή 4 έτη για να τελεσφορήσουν τυχόν νέες διαδικασίες προμήθειας τροχαίου υλικού.Eventuelle Kündigungen hätten zur Folge gehabt, dass OSE keine weiteren neuen Fahrzeuge bekommen hätte, da mindestens 3 bis 4 Jahre vonnöten gewesen wären, um neue Lieferverfahren von Fahrzeugen erfolgreich durchzuführen.

Übersetzung bestätigt

τις καταγγελίες, σύμφωνα με το άρθρο 54,die Kündigungen nach Artikel 54;

Übersetzung bestätigt

Η καταγγελία αρχίζει να ισχύει δεκαπέντε μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής γνωστοποίησης από τον Γενικό Γραμματέα.Die Kündigung wird fünfzehn Monate nach Eingang der Notifikation beim Generalsekretär der Vereinten Nationen wirksam.

Übersetzung bestätigt

Η ισχύς των δελτίων TIR τα οποία αποδέχεται το τελωνείο αναχώρησης, πριν από την ημερομηνία κατά την οποία αποκτά ισχύ η καταγγελία, δεν επηρεάζεται από την εν λόγω καταγγελία, η δε εγγύηση των εγγυοδοτικών οργανισμών εξακολουθεί να ισχύει σύμφωνα με τους όρους της παρούσας σύμβασης.Die Gültigkeit der Carnets TIR, die vor dem Tage, an dem die Kündigung wirksam wird, von einer Abgangszollstelle angenommen worden sind, wird durch die Kündigung nicht berührt, und die Haftung der bürgenden Verbände nach den Bedingungen dieses Übereinkommens bleibt bestehen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung



Griechische Definition zu καταγγελία

καταγγελία η [katangelía] : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του καταγγέλλω. 1α. η υποβολή μηνύσεως εναντίον κάποιου: Έκανε καταγγελία εναντίον του γιατρού για αμέλεια. Yπάρχουν επώνυμες / ανώνυμες καταγγελίες, ότι δεν τηρούνται στο εργοστάσιο οι όροι ασφαλείας. Yπογράφω την καταγγελία, τη γραπτή μήνυση. || αναφορά εναντίον κάποιου που παραβιάζει έναν κανονισμό, μια ηθική αρχή: Yπάρχει η καταγγελία ότι ορισμένοι μαθητές δημιουργούν επεισόδια στο διάλειμμα. β. δημόσια διαμαρτυρία που αναφέρεται συνήθ. σε ένα θέμα με γενικότερο ενδιαφέρον: Στο συλλαλητήριο έγινε καταγγελία εναντίον της χρήσης πυρηνικών όπλων. Tο μυθιστόρημα αυτό είναι μια καταγγελία της αγριότητας του πολέμου. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback