δύσκολος Adj.  [diskolos, thiskolos, dyskolos]

  Adj.
(229)
  Adj.
(136)
  Adj.
(1)
  Adj.
(0)
  Adj.
(0)
  Adj.
(0)
  Adj.
(0)

Etymologie zu δύσκολος

δύσκολος altgriechisch δύσκολος δυσ- + κόλον


GriechischDeutsch
Τα περιθώρια που έχουν είναι μικρά, ο προγραμματισμός δύσκολος και το μέλλον αβέβαιο.Ihre Gewinnmargen sind niedrig, die Planung schwierig und die Zukunft ungewiss.

Übersetzung bestätigt

Ως αποτέλεσμα, ο ποσοτικός προσδιορισμός του κόστους δανεισμού που μπορεί να αποδοθεί άμεσα στην αγορά ενός περιουσιακού στοιχείου που πληροί τις προϋποθέσεις είναι δύσκολος και απαιτείται ορθή κρίση.Dies führt dazu, dass der Betrag der Fremdkapitalkosten, die direkt einem qualifizierten Vermögenswert zugeordnet werden können, schwierig zu bestimmen ist und einer Ermessungsentscheidung bedarf.

Übersetzung bestätigt

Ο υπολογισμός των μεριδίων αγοράς αποδείχθηκε ιδιαίτερα δύσκολος για τις σχετικές αγορές, δεδομένου ότι ούτε οι μελέτες για την αγορά ούτε τα ενεχόμενα μέρη διέθεταν κατανομή των εσόδων των πωλητών ανάλογα με την κατάτμηση της αγοράς (αγορά για μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις) και οι πωλητές δεν ταξινομούν συνήθως του πελάτες τους ανάλογα με τον όγκο των εσόδων τους ή τον αριθμό των υπαλλήλων τους.Die Berechnung der Marktanteile auf den relevanten Märkten hat sich als besonders schwierig erwiesen, da weder öffentliche Branchenstudien noch die Verfahrensbeteiligten eine Aufstellung der Einnahmen der Anbieter aufgeschlüsselt nach den Marktsegmenten (oberes und mittleres Marktsegment) geliefert haben und Anbieter ihre Kunden normalerweise nicht nach deren Ertragsvolumen oder der Zahl ihrer Beschäftigten einordnen.

Übersetzung bestätigt

Ο υπολογισμός της αξίας των οπωροκηπευτικών που προορίζονται για μεταποίηση έχει αποδειχθεί δύσκολος.Die Berechnung des Wertes des zur Verarbeitung bestimmten Obstes und Gemüses hat sich als schwierig erwiesen.

Übersetzung bestätigt

Μπορεί να είναι δύσκολος ο προσδιορισμός, η μέτρηση, καθώς και η διατήρησή των λειτουργιών συγκεκριμένου τύπου οικοτόπων στον δεδομένο τόπο, και μάλιστα χωρίς να συνεκτιμώνται άλλοι τύποι οικοτόπων.Die — unabhängig von anderen Lebensraumtypen erfolgende — Beschreibung und Messung der Funktionen eines bestimmten Lebensraumtyps in dem beschriebenen Gebiet und die Bestimmung des Erhaltungszustands können schwierig sein.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Noch keine Grammatik zu δύσκολος.



Griechische Definition zu δύσκολος

δύσκολος, επίθ.

1) (Προκ. για πρόσωπο) δύστροπος, ιδιότροπος, στριφνός:
(Ασσίζ. 8326).
2) (Προκ. για πράγματα, ενέργειες) που ενέχει δυσκολίες, εμπόδια:
(Ερωτόκρ. Α´ 215).
3) (Προκ. για τόπο, δρόμο, βουνό) δύσβατος, δυσκολοδιάβατος:
(Διγ. Άνδρ. 38712).
4) (Προκ. για χρόνο, ημέρα, κ.τ.ό.):
τες θλίψες, τές εις εμέναν έφερεν ο δύσκολος ο χρόνος (Ντελλαπ., Ερωτήμ. 372).
5) (Προκ. για τη ζωή) επίπονος, κοπιαστικός:
(Κυπρ. ερωτ. 731).
6) (Προκ. για αρρώστια) βαρύς, δυσκολοθεράπευτος:
(Διγ. Z 3957).
7) Που δύσκολα διατηρείται:
δύσκολη … των γυναικών η αρετή (Σουμμ., Παστ. φίδ. Δ´ [371]).
8) (Προκ. για ελπίδα) μάταιος:
(Θησ. Δ´ [771]).
Το ουδ. ως ουσ. =
1)
α) (Εν. και πληθ.) δυσκολίες:
να διαβούν τα δύσκολα (Φλώρ. 1162
β) (πληθ.) βάσανα, στενοχώριες:
πότε να βγω τα δύσκολα τά πάσχω …; (Λίβ. Esc. 1572).
2) Δίλημμα:
Εις δύσκολον γαρ έστεκε, να πα ή ν’ απομείνει (Θησ. Θ´ [177]).
3) (Πληθ.) δύσβατα μέρη, κακοτοπιές:
εξέβημεν τα δύσκολα και εσέβημεν λιβάδιν (Λίβ. N 618).
[αρχ. επίθ. δύσκολος. Η λ. και σήμ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback