{η}  δικαιοσύνη Subst.  [dikeosini, thikeosini, dikaiosynh]

{die}    Subst.
(3125)
{die}    Subst.
(1474)

Etymologie zu δικαιοσύνη

δικαιοσύνη altgriechisch δικαιοσύνη δίκαιος δίκη


GriechischDeutsch
Ανακοινώσεις COM(2007) 620: Εκσυγχρονισμός της κοινωνικής προστασίας για μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη και οικονομική συνοχή: προώθηση της ενεργητικής ένταξης των πλέον απομακρυσμένων από την αγορά εργασίας ανθρώπων και COM(2005) 33: Η Ατζέντα κοινωνικής πολιτικής.Mitteilung der Kommission KOM(2007) 620 — „Modernisierung des Sozialschutzes im Interesse einer größeren sozialen Gerechtigkeit und eines stärkeren wirtschaftlichen Zusammenhalts: die aktive Einbeziehung der arbeitsmarktfernsten Menschen voranbringen“ und KOM(2005) 33 „Sozialpolitische Agenda“.

Übersetzung bestätigt

προώθηση του σεβασμού για τις κοινωνικές, πολιτιστικές και πνευματικές αξίες των αυτοχθόνων πληθυσμών και των μειονοτήτων ώστε να τονωθεί η ισότητα και η δικαιοσύνη στις πολυεθνοτικές κοινωνίες, σύμφωνα με τα καθολικά ανθρώπινα δικαιώματα των οποίων δικαιούνται να απολαύουν όλοι, περιλαμβανομένων των αυτοχθόνων πληθυσμών και των προσώπων που ανήκουν σε μειονότητες,Förderung der Achtung vor den sozialen, kulturellen und spirituellen Werten der indigenen Völker und Minderheiten, um die Gleichbehandlung und soziale Gerechtigkeit in multiethnischen Gesellschaften unter Einhaltung der universellen Menschenrechte zu verbessern, auf die jeder, darunter auch indigene Völker und Angehörige von Minderheiten, Anspruch haben;

Übersetzung bestätigt

ενθάρρυνση της κοινωνικής συνοχής για να εξασφαλισθεί κοινωνική δικαιοσύνη, ιδίως όσον αφορά τη χρήση των εγχώριων εθνικών πόρων, και να εξασφαλισθεί πολιτική ισότητα, ιδίως μέσω της προαγωγής των ανθρώπινων δικαιωμάτων, περιλαμβανομένης της ισότητας των φύλων,Förderung des sozialen Zusammenhalts, um soziale Gerechtigkeit — insbesondere bei der Nutzung der nationalen Ressourcen — und politische Gleichstellung zu gewährleisten, und zwar vor allem durch die Förderung der Menschenrechte, einschließlich der Gleichstellung der Geschlechter;

Übersetzung bestätigt

ια) παροχή βοήθειας στις χώρες και περιφέρειες εταίρους όσον αφορά το εμπόριο, τις επενδύσεις και την περιφερειακή ολοκλήρωση, περιλαμβανομένων της τεχνικής βοήθειας και της δημιουργίας ικανοτήτων για την εκπόνηση και την υλοποίηση υγιών εμπορικών πολιτικών, στήριξη ενός ευνοϊκότερου κλίματος για την επιχειρηματική δραστηριότητα, υγιών οικονομικών και χρηματοοικονομικών πολιτικών και ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα, ώστε οι χώρες και περιφέρειες εταίροι να επωφεληθούν από την ένταξή τους στην παγκόσμια οικονομία και να στηριχθούν τόσο η κοινωνική δικαιοσύνη όσο και η οικονομική μεγέθυνση υπέρ των φτωχών,Unterstützung der Partnerländer und -regionen in den Bereichen Handel, Investitionen und regionale Integration, einschließlich technischer Hilfe und des Aufbaus von Kapazitäten, um eine solide Handelspolitik konzipieren und umsetzen zu können, Förderung eines wirtschaftsfreundlicheren Umfelds, einer soliden Wirtschaftsund Finanzpolitik und einer Entwicklung des Privatsektors, damit die Partnerländer und -regionen von ihrer Integration in die Weltwirtschaft profitieren können und soziale Gerechtigkeit und ein Wachstum, das den Armen zugute kommt, gefördert werden;

Übersetzung bestätigt

την προώθηση της συνεργασίας της κοινωνίας των πολιτών με διεθνείς και περιφερειακούς διακυβερνητικούς οργανισμούς και την υποστήριξη των δραστηριοτήτων της κοινωνίας των πολιτών που αποβλέπουν στην προώθηση και την παρακολούθηση της εφαρμογής διεθνών και περιφερειακών μέσων που αφορούν τα δικαιώματα του ανθρώπου, τη δικαιοσύνη, το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία·die Förderung der Zusammenarbeit zwischen der Zivilgesellschaft und internationalen und regionalen zwischenstaatlichen Organisationen sowie die Unterstützung der Aktivitäten der Zivilgesellschaft, die auf die Förderung und Überwachung der Umsetzung internationaler und regionaler Instrumente zur Förderung von Menschenrechten, Gerechtigkeit, Rechtsstaatlichkeit und Demokratie abzielen;

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu δικαιοσύνη

δικαιοσύνη η [δikeosíni] : 1α. η τήρηση των αρχών του δικαίου από τα μέλη μιας κοινωνίας, που εκφράζεται με την ίση και ορθή εφαρμογή των γραπτών νόμων και με το σεβασμό των άγραφων νόμων: Οι λαοί αγωνίζονται για δικαιοσύνη και για ελευθερία. Έζησε / πολιτεύτηκε με δικαιοσύνη. Ο δικαστής πρέπει να δικάζει με δικαιοσύνη, δίκαια. Έχει αναπτυγμένο το αίσθημα της δικαιοσύνης, είναι πολύ δίκαιος. (έκφρ.) τι δικαιοσύνη είναι αυτή;, όταν συμβαίνει κάποια αδικία. || το δίκαιο: Πρέπει να αποδοθεί δικαιοσύνη στα θύματα των διωγμών. Tα δικαστήρια απονέμουν δικαιοσύνη. β. Δικαιοσύνη, προσωποποίηση της έννοιας της δικαιοσύνης, που παριστάνεται ως γυναίκα που έχει δεμένα τα μάτια και κρατά ζυγαριά και ξίφος. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback