διαμαρτυρία Koine-Griechisch διαμαρτυρία altgriechisch διαμαρτυρέω / διαμαρτυρῶ μαρτυρέω / μαρτυρῶ μάρτυς
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Από τον Μάρτιο του 2011, εντάθηκαν οι διαμαρτυρίες κατά συγκεκριμένων καταχρήσεων εξουσίας από Σύριους αξιωματούχους μέσα στο γενικό πλαίσιο της αυξανόμενης οικονομικής και πολιτικής δυσαρέσκειας. | Seit März 2011 nehmen vor dem Hintergrund wachsenden Unmuts über die allgemeine wirtschaftliche und politische Lage die Proteste gegen spezifische Fälle von Machtmissbrauch durch syrische Beamte zu. Übersetzung bestätigt |
Οι συγκρατημένες διαμαρτυρίες που άρχισαν σε περιθωριοποιημένες περιοχές εξελίχθηκαν σε εθνική εξέγερση. | Vorsichtige Proteste, die in marginalisierten Regionen ihren Anfang nahmen, haben sich zu einem landesweiten Aufstand ausgeweitet. Übersetzung bestätigt |
Το διάστημα 2010-2011 επέβαλε πρόστιμα και εξέδωσε καταδικαστικές αποφάσεις εναντίον εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών για την ειρηνική διαμαρτυρία τους λόγω των αποφάσεων φυλάκισης που επιβλήθηκαν στις εξής υποθέσεις: | Sie verurteilte 2010 2011 in folgenden Fällen Vertreter der Zivilgesellschaft wegen ihrer friedlichen Proteste zu Geldoder Haftstrafen: Übersetzung bestätigt |
Το διάστημα 2010-2011 επέβαλε πρόστιμα και εξέδωσε καταδικαστικές αποφάσεις εναντίον εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών για την ειρηνική διαμαρτυρία τους λόγω των αποφάσεων φυλάκισης που επιβλήθηκαν στις εξής υποθέσεις: | Sie verurteilte 2010-2011 in folgenden Fällen Vertreter der Zivilgesellschaft wegen ihrer friedlichen Proteste zu Geldoder Haftstrafen: Übersetzung bestätigt |
Το διάστημα 2010-2011 επέβαλε πρόστιμα και εξέδωσε καταδικαστικές αποφάσεις εναντίον εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών για την ειρηνική διαμαρτυρία τους λόγω των αποφάσεων φυλάκισης που επιβλήθηκαν στις εξής υποθέσεις: | Er verurteilte 2010-2011 in folgenden Fällen Vertreter der Zivilgesellschaft wegen ihrer friedlichen Proteste zu Geldoder Haftstrafen: Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
διαμαρτυρία η [δiamartiría] : εκδήλωση με την οποία κάποιος δείχνει αντίθεση, αποδοκιμασία ή άρνηση για κτ., το οποίο τον αφορά και συνήθ. θεωρείται άδικο ή παράνομο: Aτομική / ομαδική διαμαρτυρία. Προφορική διαμαρτυρία. Δέχομαι χωρίς διαμαρτυρία την αδικία που έγινε σε βάρος μου. Έκφραση / φωνή διαμαρτυρίας. Εκδηλώσεις / συγκέντρωση διαμαρτυρίας. H βαριά φορολογία προκαλεί έντονες διαμαρτυρίες. Σε / εις ένδειξη διαμαρτυρίας. (έκφρ.) υψώνω* φωνή διαμαρτυρίας. || γραπτή διαμαρτυρία: Συντάσσω / υπογράφω / επιδίδω μια διαμαρτυρία. || (νομ.): Εξώδικη πρόσκληση και διαμαρτυρία.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.