απευθύνω Verb  [apefthino, apeythynw]

  Verb
(128)
  Verb
(1)

Etymologie zu απευθύνω

απευθύνω altgriechisch ἀπευθύνω ἀπό + εὐθύνω εὐθύς ((Lehnbedeutung) französisch adresser)


GriechischDeutsch
«Θα ήθελα να απευθύνω ένα σαφές μήνυμα στην Ευρώπη των επιχειρήσεων: γυναίκες σημαίνει επιχειρηματική ευφυΐα», δήλωσε η Αντιπρόεδρος Reding, Επίτροπος Δικαιοσύνης της ΕΕ.„Ich möchte eine klare Botschaft an die europäischen Unternehmen richten: Frauen sind ein Gewinn“, sagte die für Justiz zuständige Kommissarin Reding.

Übersetzung bestätigt

Τέλος, θέλω να απευθύνω τις ευχαριστίες μου στη Φινλανδία και στη Γερμανία, καθότι η πρόταση υποβλήθηκε με αξιέπαινη πρωτοβουλία τους.Abschließend möchte ich ein Wort des Dankes an Finnland und Deutschland richten, auf deren verdienstvolle Initiative hin der Vorschlag vorgelegt wurde.

Übersetzung bestätigt

Πέραν αυτού, θα ήθελα να απευθύνω έκκληση στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν όσο το δυνατόν συντομότερα και αποτελεσματικότερα τα μέτρα τα οποία προτάθηκαν τόσο από τον εισηγητή σε αυτή την έξοχη έκθεση όσο και στο πλαίσιο της αυστριακής πρωτοβουλίας, προς όφελος των πιο αδυνάτων μελών της κοινωνίας μας.Des weiteren möchte ich einen Appell an die Mitgliedstaaten richten, die Maßnahmen, die durch den Berichterstatter in dem exzellenten Bericht und durch die österreichische Initiative im Interesse der Schwächsten unserer Gesellschaft vorgeschlagen werden, möglichst rasch und effizient umzusetzen.

Übersetzung bestätigt

Λυπάμαι που υπέρ του κειμένου ψήφισαν σε τελευταία ανάλυση μόνο 238 συνάδελφοι και θέλω να απευθύνω την εξής παράκληση στους υπεύθυνους του Σώματος: Θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο ήταν πραγματικά λογικές οι διαδικασίες.Ich bedaure, daß nur 238 Kollegen dem Text letztlich zugestimmt haben, und ich möchte an die Verantwortlichen des Hauses eine Bitte richten: Es sollte überprüft werden, ob die Verfahren wirklich sinnvoll waren.

Übersetzung bestätigt

Θα ήθελα τέλος να απευθύνω μια μικρή έκκληση στον Επίτροπο.Zum Abschluß möchte ich an das Kommissionsmitglied eine kleine Bitte richten.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu απευθύνω

AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
απευθύνωαπευθύνουμε, απευθύνομεαπευθύνομαιαπευθυνόμαστε
απευθύνειςαπευθύνετεαπευθύνεσαιαπευθύνεστε, απευθυνόσαστε
απευθύνειαπευθύνουν(ε)απευθύνεταιαπευθύνονται
Imper
fekt
απεύθυνααπευθύναμεαπευθυνόμουν(α)απευθυνόμαστε, απευθυνόμασταν
απεύθυνεςαπευθύνατεαπευθυνόσουν(α)απευθυνόσαστε, απευθυνόσασταν
απεύθυνεαπεύθυναν, απευθύναν(ε)απευθυνόταν(ε)απευθύνονταν, απευθυνόντανε, απευθυνόντουσαν
Aoristαπηύθυνα, απεύθυνααπευθύναμεαπευθύνθηκααπευθυνθήκαμε
απηύθυνες, απεύθυνεςαπευθύνατεαπευθύνθηκεςαπευθυνθήκατε
απηύθυνε, απεύθυνεαπηύθυναν, απεύθυναν, απευθύναν(ε)απευθύνθηκεαπευθύνθηκαν, απευθυνθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω απευθύνειέχουμε απευθύνειέχω απευθυνθείέχουμε απευθυνθεί
έχεις απευθύνειέχετε απευθύνειέχεις απευθυνθείέχετε απευθυνθεί
έχει απευθύνειέχουν απευθύνειέχει απευθυνθείέχουν απευθυνθεί
Plu
per
fekt
είχα απευθύνειείχαμε απευθύνειείχα απευθυνθείείχαμε απευθυνθεί
είχες απευθύνειείχατε απευθύνειείχες απευθυνθείείχατε απευθυνθεί
είχε απευθύνειείχαν απευθύνειείχε απευθυνθείείχαν απευθυνθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα απευθύνωθα απευθύνουμε, θα απευθύνομεθα απευθύνομαιθα απευθυνόμαστε
θα απευθύνειςθα απευθύνετεθα απευθύνεσαιθα απευθύνεστε, θα απευθυνόσαστε
θα απευθύνειθα απευθύνουν(ε)θα απευθύνεταιθα απευθύνονται
Fut
ur
θα απευθύνωθα απευθύνουμε, θα απευθύνομεθα απευθυνθώθα απευθυνθούμε
θα απευθύνειςθα απευθύνετεθα απευθυνθείςθα απευθυνθείτε
θα απευθύνειθα απευθύνουν(ε)θα απευθυνθείθα απευθυνθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω απευθύνειθα έχουμε απευθύνειθα έχω απευθυνθείθα έχουμε απευθυνθεί
θα έχεις απευθύνειθα έχετε απευθύνειθα έχεις απευθυνθείθα έχετε απευθυνθεί
θα έχει απευθύνειθα έχουν απευθύνειθα έχει απευθυνθείθα έχουν απευθυνθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να απευθύνωνα απευθύνουμε, να απευθύνομενα απευθύνομαινα απευθυνόμαστε
να απευθύνειςνα απευθύνετενα απευθύνεσαινα απευθύνεστε, να απευθυνόσαστε
να απευθύνεινα απευθύνουν(ε)να απευθύνεταινα απευθύνονται
Aoristνα απευθύνωνα απευθύνουμε, να απευθύνομενα απευθυνθώνα απευθυνθούμε
να απευθύνειςνα απευθύνετενα απευθυνθείςνα απευθυνθείτε
να απευθύνεινα απευθύνουν(ε)να απευθυνθείνα απευθυνθούν(ε)
Perfνα έχω απευθύνεινα έχουμε απευθύνεινα έχω απευθυνθείνα έχουμε απευθυνθεί
να έχεις απευθύνεινα έχετε απευθύνεινα έχεις απευθυνθείνα έχετε απευθυνθεί
να έχει απευθύνεινα έχουν απευθύνεινα έχει απευθυνθείνα έχουν απευθυνθεί
Imper
ativ
Presαπεύθυνεαπευθύνετεαπευθύνεστε
Aoristαπεύθυνεαπευθύνετεαπευθύνσουαπευθυνθείτε
Part
izip
Presαπευθύνοντας
Perfέχοντας απευθύνειτο απευθυμένοτα απευθυμένα
InfinAoristαπευθύνειαπευθυνθεί







Griechische Definition zu απευθύνω

απευθύνω [apefθíno] -ομαι Ρ πρτ. και αόρ. απηύθυνα και (σπάν.) απεύθυνα, απαρέμφ. απευθύνει, παθ. αόρ. απευθύνθηκα, απαρέμφ. απευθυνθεί : 1.για προφορική ή γραπτή επικοινωνία με συγκεκριμένο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων: Tο υπουργείο απηύθυνε εγκύκλιο προς όλους τους υπαλλήλους. Δε σου απηύθυνε το λόγο; Σε ποιον απευθύνεται αυτή η επιστολή; || σε επίσημο λόγο σχηματίζει περιφράσεις στις οποίες τη ρηματική σημασία τη δίνει το αντικείμενο: απευθύνω ερώτηση, ρωτώ. απευθύνω χαιρετισμό, χαιρετίζω. απευθύνω έκκληση, παρακαλώ για βοήθεια, συμπαράσταση κτλ. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback