έμμονος -η -ο Adj.  [emmonos -i -o, emmonos -h -o]

  Adj.
(0)

GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

  • έμμονος (maskulin)
  • έμμονη (feminin)
  • έμμονο (neutrum)


Griechische Definition zu έμμονος -η -ο

έμμονος -η -ο [émonos] : (λόγ.) 1α. που παραμένει αυτός που είναι, που δεν παθαίνει αλλαγές· σταθερός: Έμμονη αντίληψη / άποψη. (έκφρ.) έμμονη ιδέα: α. (ψυχιατρ.) ιδέα η οποία επανέρχεται επίμονα και διαρκώς στη συνείδηση ενός ασθενούς, ο οποίος και αδυνατεί παντελώς να απαλλαγεί από αυτή. β. ιδέα, σκέψη, γνώμη, παράσταση κτλ. με την οποία η συνείδησή μας απασχολείται μονίμως και διαρκώς, χωρίς να μπορεί εύκολα να απαλλαγεί από αυτή: Mε βασανίζουν έμμονες ιδέες. Έχει την έμμονη ιδέα ότι οι πάντες τον επιβουλεύονται. H επιθυμία να ταξιδέψει, να φύγει μακριά, είχε αρχίσει να του γίνεται έμμονη ιδέα. β. (ειδικότ.): Έμμονα έλαια, που δεν εξαερώνονται. Έμμονα αέρια, που δε διασκορπίζονται. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback