veräußern
 Verb

αλλοτριώνω Verb
(0)
διαθέτω Verb
(0)
εκποιώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Es geht um die lächerliche Abmachung, dass niemand seinen Anteil veräußern darf.Η γελοία συμφωνία που κάναμε, να κρατήσουμε ακέραιο το λαχείο, ελπίζω ότι δεν θα με δεσμεύσετε σε αυτό.

Übersetzung nicht bestätigt

Warum wollen Sie mehr als zwei Drittel Ihres Erbes veräußern?Αν μπορώ να ρωτήσω, γιατί επιλέγετε να ρευστοποιήσετε σχεδόν τα δύο τρίτα του κεφαλαίου σας;

Übersetzung nicht bestätigt

Diesen Gegenstand darf man nicht veräußern.Το ημερολόγιο δεν πρέπει να πωληθεί.

Übersetzung nicht bestätigt

Sie wurden auf frischer Tat ertappt, als sie den Schmuck veräußern wollten.Πιαστήκατε επ' αυτοφώρω από τον συνεργάτη μου... τον Λοχαγό Χάστινγκς να προσπαθείτε να πουλήσετε... τα κοσμήματα της κυρίας Κλάπερτον!

Übersetzung nicht bestätigt

Sobald sie dämmern, werde ich mit Flügeln nahen, Ihnen die Frohbotschaft zu verkünden, meine Kostbarkeiten zu bergen, die ich hiermit lhrer Obhut anvertraue und unter den Schutz des Gesetzes stelle, welches Ihnen untersagt, sie vor Ablauf eines Jahres zu veräußern.Και τότε θα σπεύσω να σας ειδοποιήσω και να πάρω τα πολύτιμα υπάρχοντά μου που αφήνω να τα φυλάξετε, αφού για ένα χρόνο απαγορεύεται να πωληθούν.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
διαθέτωδιαθέτουμε, διαθέτομεδιατίθεμαιδιατιθέμεθα
διαθέτειςδιαθέτετεδιατίθεσαιδιατίθεσθε
διαθέτειδιαθέτουν(ε)διατίθεταιδιατίθενται
Imper
fekt
διέθεταδιαθέταμε
διέθετεςδιαθέτατε
διέθετεδιέθεταν, διαθέταν(ε)διατίθετοδιατίθεντο
Aoristδιέθεσαδιαθέσαμεδιατέθηκαδιατεθήκαμε
διέθεσεςδιαθέσατεδιατέθηκεςδιατεθήκατε
διέθεσεδιέθεσαν, διαθέσαν(ε)διατέθηκεδιατέθηκαν, διατεθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω διαθέσειέχουμε διαθέσειέχω διατεθεί
είμαι διατεθειμένος, -η
έχουμε διατεθεί
είμαστε διατεθειμένοι, -ες
έχεις διαθέσειέχετε διαθέσειέχεις διατεθεί
είσαι διατεθειμένος, -η
έχετε διατεθεί
είστε διατεθειμένοι, -ες
έχει διαθέσειέχουν διαθέσειέχει διατεθεί
είναι διατεθειμένος, -η, -ο
έχουν διατεθεί
είναι διατεθειμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα διαθέσειείχαμε διαθέσειείχα διατεθεί
ήμουν διατεθειμένος, -η
είχαμε διατεθεί
ήμαστε διατεθειμένοι, -ες
είχες διαθέσειείχατε διαθέσειείχες διατεθεί
ήσουν διατεθειμένος, -η
είχατε διατεθεί
ήσαστε διατεθειμένοι, -ες
είχε διαθέσειείχαν διαθέσειείχε διατεθεί
ήταν διατεθειμένος, -η, -ο
είχαν διατεθεί
ήταν διατεθειμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα διαθέτωθα διαθέτουμε, θα διαθέτομεθα διατίθεμαιθα διατιθέμεθα
θα διαθέτειςθα διαθέτετεθα διατίθεσαιθα διατίθεσθε
θα διαθέτειθα διαθέτουν(ε)θα διατίθεταιθα διατίθενται
Fut
ur
θα διαθέσωθα διαθέσουμε, θα διαθέσομεθα διατεθώθα διατεθούμε
θα διαθέσειςθα διαθέσετεθα διατεθείςθα διατεθείτε
θα διαθέσειθα διαθέσουν(ε)θα διατεθείθα διατεθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω διαθέσειθα έχουμε διαθέσειθα έχω διατεθεί
θα είμαι διατεθειμένος, -η
θα έχουμε διατεθεί
θα είμαστε διατεθειμένοι, -ες
θα έχεις διαθέσειθα έχετε διαθέσειθα έχεις διατεθεί
θα είσαι διατεθειμένος, -η
θα έχετε διατεθεί
θα είστε διατεθειμένοι, -ες
θα έχει διαθέσειθα έχουν διαθέσειθα έχει διατεθεί
θα είναι διατεθειμένος, -η, -ο
θα έχουν διατεθεί
θα είναι διατεθειμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να διαθέτωνα διαθέτουμε, να διαθέτομενα διατίθεμαινα διατιθέμεθα
να διαθέτειςνα διαθέτετενα διατίθεσαινα διατίθεσθε
να διαθέτεινα διαθέτουν(ε)να διατίθεταινα διατίθενται
Aoristνα διαθέσωνα διαθέσουμε, να διαθέσομενα διατεθώνα διατεθούμε
να διαθέσειςνα διαθέσετενα διατεθείςνα διατεθείτε
να διαθέσεινα διαθέσουν(ε)να διατεθείνα διατεθούν(ε)
Perfνα έχω διαθέσεινα έχουμε διαθέσεινα έχω διατεθεί
να είμαι διατεθειμένος, -η
να έχουμε διατεθεί
να είμαστε διατεθειμένοι, -ες
να έχεις διαθέσεινα έχετε διαθέσεινα έχεις διατεθεί
να είσαι διατεθειμένος, -η
να έχετε διατεθεί
να είστε διατεθειμένοι, -ες
να έχει διαθέσεινα έχουν διαθέσεινα έχει διατεθεί
να είναι διατεθειμένος, -η, -ο
να έχουν διατεθεί
να είναι διατεθειμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presδιέθετεδιαθέτετεδιατίθεσθε
Aoristδιέθεσεδιαθέσετε, διαθέστεδιαθέσουδιατεθείτε
Part
izip
Presδιαθέτοντας
Perfέχοντας διαθέσειδιατεθειμένος, -η, -οδιατεθειμένοι, -ες, -α
InfinAoristδιαθέσειδιατεθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback