υπογράφω Verb (51) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Ich soll immer nur unterschreiben. | Αυτό μόνο κάνω εδώ πέρα, υπογράφω. Übersetzung nicht bestätigt |
Die paar Papiere, die zu bearbeiten sind, kann ich ebensogut unterschreiben. Das mag ja sein. | Όταν λείπει ο προϊστάμενος, εγώ υπογράφω τα έγγραφα. Übersetzung nicht bestätigt |
Ich kann nicht einfach tagsüber in die Stadt gehen, um Scheidungsunterlagen zu unterschreiben. | Δεν μπορώ να τα παρατάω όλα στη μέση και να τρέχω στην πόλη για να υπογράφω διαζύγια. Übersetzung nicht bestätigt |
..so muss ich nun unterschreiben." | "Υ.Γ. Πρέπει να υπογράφω έτσι". Übersetzung nicht bestätigt |
Das werde ich nicht unterschreiben. | Με τίποτα. Δεν το υπογράφω αυτό. Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
abzeichnen |
unterzeichnen |
unterschreiben |
signieren |
seinen 'Kaiser Wilhelm' daruntersetzen |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | unterschreibe | ||
du | unterschreibst | |||
er, sie, es | unterschreibt | |||
Präteritum | ich | unterschrieb | ||
Konjunktiv II | ich | unterschriebe | ||
Imperativ | Singular | unterschreibe! unterschreib! | ||
Plural | unterschreibt! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
unterschrieben | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:unterschreiben |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | υπογράφω | υπογράφουμε, υπογράφομε | υπογράφομαι | υπογραφόμαστε |
υπογράφεις | υπογράφετε | υπογράφεσαι | υπογράφεστε, υπογραφόσαστε | ||
υπογράφει | υπογράφουν(ε) | υπογράφεται | υπογράφονται | ||
Imper fekt | υπέγραφα, υπόγραφα | υπογράφαμε | υπογραφόμουν(α) | υπογραφόμαστε, υπογραφόμασταν | |
υπέγραφες, υπόγραφες | υπογράφατε | υπογραφόσουν(α) | υπογραφόσαστε, υπογραφόσασταν | ||
υπέγραφε, υπόγραφε | υπέγραφαν, υπόγραφαν, υπογράφαν(ε) | υπογραφόταν(ε) | υπογράφονταν, υπογραφόντανε, υπογραφόντουσαν | ||
Aorist | υπέγραψα, υπόγραψα | υπογράψαμε | υπογράφτηκα, υπογράφηκα | υπογραφτήκαμε, υπογραφήκαμε | |
υπέγραψες, υπόγραψες | υπογράψατε | υπογράφτηκες, υπογράφηκες | υπογραφτήκατε, υπογραφήκατε | ||
υπέγραψε, υπόγραψε | υπέγραψαν, υπόγραψαν, υπογράψαν(ε) | υπογράφτηκε, υπογράφηκε | υπογράφτηκαν, υπογραφτήκαν(ε), υπογράφηκαν, υπογραφήκαν(ε) | ||
Per fekt | είμαι υπογεγραμμένος, -η | είμαστε υπογεγραμμένοι, -ες | |||
έχεις υπογεγραμμένο | έχετε υπογεγραμμένος, -η | είσαι υπογεγραμμένος, -η | είστε υπογεγραμμένοι, -ες | ||
έχει υπογεγραμμένο | έχουν υπογεγραμμένο | είναι υπογεγραμμένος, -η, -ο | είναι υπογεγραμμένοι, -ες, -α | ||
Plu per fekt | είχα υπογεγραμμένο | είχαμε υπογεγραμμένο | ήμουν υπογεγραμμένος, -η | ήμαστε υπογεγραμμένοι, -ες | |
είχες υπογεγραμμένο | είχατε υπογεγραμμένο | ήσουν υπογεγραμμένος, -η | ήσαστε υπογεγραμμένοι, -ες | ||
είχε υπογεγραμμένο | είχαν υπογεγραμμένο | ήταν υπογεγραμμένος, -η, -ο | ήταν υπογεγραμμένοι, -ες, -α | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα υπογράφω | θα υπογράφουμε, | θα υπογράφομαι | θα υπογραφόμαστε | |
θα υπογράφεις | θα υπογράφετε | θα υπογράφεσαι | θα υπογράφεστε, | ||
θα υπογράφει | θα υπογράφουν(ε) | θα υπογράφεται | θα υπογράφονται | ||
Fut ur | θα υπογράψω | θα υπογράψουμε, | θα υπογραφτώ, | θα υπογραφτούμε, | |
θα υπογράψεις | θα υπογράψετε | θα υπογραφτείς, | θα υπογραφτείτε, | ||
θα υπογράψει | θα υπογράψουν(ε) | θα υπογραφτεί, | θα υπογραφτούν(ε), | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να υπογράφω | να υπογράφουμε, | να υπογράφομαι | να υπογραφόμαστε |
να υπογράφεις | να υπογράφετε | να υπογράφεσαι | να υπογράφεστε, | ||
να υπογράφει | να υπογράφουν(ε) | να υπογράφεται | να υπογράφονται | ||
Aorist | να υπογράψω | να υπογράψουμε, | να υπογραφτώ, | να υπογραφτούμε, | |
να υπογράψεις | να υπογράψετε | να υπογραφτείς, | να υπογραφτείτε, | ||
να υπογράψει | να υπογράψουν(ε) | να υπογραφτεί, | να υπογραφτούν(ε), | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | υπέγραφε | υπογράφετε | υπογράφεστε | |
Aorist | υπέγραψε | υπογράψτε, υπογράφτε | υπογράψου | υπογραφτείτε, υπογραφείτε | |
Part izip | Pres | υπογράφοντας | υπογραφόμενος | ||
Perf | έχοντας υπογράψει, έχοντας υπογραμμένο | υπογραμμένος, -η, -ο | υπογραμμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | υπογράψει | υπογραφτεί, υπογραφεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.