διακόπτω Verb (0) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Deswegen pausieren Sie. | Γι' αυτό είστε κλειστά; Übersetzung nicht bestätigt |
Wir sollten pausieren. | Καλύτερα όχι αυτόν. Übersetzung nicht bestätigt |
Madam, Sie sollten lieber pausieren. | Τι τρομακτικό φυσικό δείγμα. Κυρία μου, συγνώμη, αλλά πρέπει να σταματήσετε. Übersetzung nicht bestätigt |
Sollen wir ein wenig pausieren? | Φροντίδα για να κάνετε μια μικρή χαλαρώνετε; Übersetzung nicht bestätigt |
Hat Ihr Plan, ein Jahr zu pausieren, mit Jeffs Hauptdarstellerin zu tun? | Η αποχή σας έχει σχέση με τις φήμες για τον Τζεφ; -Καμιά σχέση. Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
innehalten |
(sich) zieren |
pausieren |
zögern |
zaudern |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | pausiere | ||
du | pausierst | |||
er, sie, es | pausiert | |||
Präteritum | ich | pausierte | ||
Konjunktiv II | ich | pausierte | ||
Imperativ | Singular | pausiere! pausier! | ||
Plural | pausiert! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
pausiert | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:pausieren |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | διακόπτω | διακόπτουμε, διακόπτομε | διακόπτομαι | διακοπτόμαστε |
διακόπτεις | διακόπτετε | διακόπτεσαι | διακόπτεστε, διακοπτόσαστε | ||
διακόπτει | διακόπτουν(ε) | διακόπτεται | διακόπτονται | ||
Imper fekt | διέκοπτα | διακόπταμε | διακοπτόμουν(α) | διακοπτόμαστε, διακοπτόμασταν | |
διέκοπτες | διακόπτατε | διακοπτόσουν(α) | διακοπτόσαστε | ||
διέκοπτε | διέκοπταν, διακόπταν(ε) | διακοπτόταν(ε) | διακόπτονταν | ||
Aorist | διέκοψα | διακόψαμε | διακόπηκα | διακοπήκαμε | |
διέκοψες | διακόψατε | διακόπηκες | διακοπήκατε | ||
διέκοψε | διέκοψαν, διακόψαν(ε) | διακόπηκε | διακόπηκαν, διακοπήκαν(ε) | ||
Per fekt | έχω διακόψει | έχουμε διακόψει | έχω διακοπεί | έχουμε διακοπεί | |
έχεις διακόψει | έχετε διακόψει | έχεις διακοπεί | έχετε διακοπεί | ||
έχει διακόψει | έχουν διακόψει | έχει διακοπεί | έχουν διακοπεί | ||
Plu per fekt | είχα διακόψει | είχαμε διακόψει | είχα διακοπεί | είχαμε διακοπεί | |
είχες διακόψει | είχατε διακόψει | είχες διακοπεί | είχατε διακοπεί | ||
είχε διακόψει | είχαν διακόψει | είχε διακοπεί | είχαν διακοπεί | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα διακόπτω | θα διακόπτουμε, | θα διακόπτομαι | θα διακοπτόμαστε | |
θα διακόπτεις | θα διακόπτετε | θα διακόπτεσαι | θα διακόπτεστε, | ||
θα διακόπτει | θα διακόπτουν(ε) | θα διακόπτεται | θα διακόπτονται | ||
Fut ur | θα διακόψω | θα διακόψουμε, | θα διακοπώ | θα διακοπούμε | |
θα διακόψεις | θα διακόψετε | θα διακοπείς | θα διακοπείτε | ||
θα διακόψει | θα διακόψουν(ε) | θα διακοπεί | θα διακοπούν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω διακόψει | θα έχουμε διακόψει | θα έχω διακοπεί | θα έχουμε διακοπεί | |
θα έχεις διακόψει | θα έχετε διακόψει | θα έχεις διακοπεί | θα έχετε διακοπεί | ||
θα έχει διακόψει | θα έχουν διακόψει | θα έχει διακοπεί | θα έχουν διακοπεί | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να διακόπτω | να διακόπτουμε, | να διακόπτομαι | να διακοπτόμαστε |
να διακόπτεις | να διακόπτετε | να διακόπτεσαι | να διακόπτεστε, | ||
να διακόπτει | να διακόπτουν(ε) | να διακόπτεται | να διακόπτονται | ||
Aorist | να διακόψω | να διακόψουμε, | να διακοπώ | να διακοπούμε | |
να διακόψεις | να διακόψετε | να διακοπείς | να διακοπείτε | ||
να διακόψει | να διακόψουν(ε) | να διακοπεί | να διακοπούν(ε) | ||
Perf | να έχω διακόψει | να έχουμε διακόψει | να έχω διακοπεί | να έχουμε διακοπεί | |
να έχεις διακόψει | να έχετε διακόψει | να έχεις διακοπεί | να έχετε διακοπεί | ||
να έχει διακόψει | να έχουν διακόψει | να έχει διακοπεί | να έχουν διακοπεί | ||
Imper ativ | Pres | διακόπτε | διακόπτετε | διακόπτεστε | |
Aorist | διακόψε | διακόψετε, διακόψτε | διακόψου | διακοπείτε | |
Part izip | Pres | διακόπτοντας | διακοπτόμενος | ||
Perf | έχοντας διακόψει | διακεκομμένος, -η, -ο | διακεκομμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | διακόψει | διακοπεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.