pausieren
 Verb

διακόπτω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Deswegen pausieren Sie.Γι' αυτό είστε κλειστά;

Übersetzung nicht bestätigt

Wir sollten pausieren.Καλύτερα όχι αυτόν.

Übersetzung nicht bestätigt

Madam, Sie sollten lieber pausieren.Τι τρομακτικό φυσικό δείγμα. Κυρία μου, συγνώμη, αλλά πρέπει να σταματήσετε.

Übersetzung nicht bestätigt

Sollen wir ein wenig pausieren?Φροντίδα για να κάνετε μια μικρή χαλαρώνετε;

Übersetzung nicht bestätigt

Hat Ihr Plan, ein Jahr zu pausieren, mit Jeffs Hauptdarstellerin zu tun?Η αποχή σας έχει σχέση με τις φήμες για τον Τζεφ; -Καμιά σχέση.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
διακόπτωδιακόπτουμε, διακόπτομεδιακόπτομαιδιακοπτόμαστε
διακόπτειςδιακόπτετεδιακόπτεσαιδιακόπτεστε, διακοπτόσαστε
διακόπτειδιακόπτουν(ε)διακόπτεταιδιακόπτονται
Imper
fekt
διέκοπταδιακόπταμεδιακοπτόμουν(α)διακοπτόμαστε, διακοπτόμασταν
διέκοπτεςδιακόπτατεδιακοπτόσουν(α)διακοπτόσαστε
διέκοπτεδιέκοπταν, διακόπταν(ε)διακοπτόταν(ε)διακόπτονταν
Aoristδιέκοψαδιακόψαμεδιακόπηκαδιακοπήκαμε
διέκοψεςδιακόψατεδιακόπηκεςδιακοπήκατε
διέκοψεδιέκοψαν, διακόψαν(ε)διακόπηκεδιακόπηκαν, διακοπήκαν(ε)
Per
fekt
έχω διακόψειέχουμε διακόψειέχω διακοπείέχουμε διακοπεί
έχεις διακόψειέχετε διακόψειέχεις διακοπείέχετε διακοπεί
έχει διακόψειέχουν διακόψειέχει διακοπείέχουν διακοπεί
Plu
per
fekt
είχα διακόψειείχαμε διακόψειείχα διακοπείείχαμε διακοπεί
είχες διακόψειείχατε διακόψειείχες διακοπείείχατε διακοπεί
είχε διακόψειείχαν διακόψειείχε διακοπείείχαν διακοπεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα διακόπτωθα διακόπτουμε, θα διακόπτομεθα διακόπτομαιθα διακοπτόμαστε
θα διακόπτειςθα διακόπτετεθα διακόπτεσαιθα διακόπτεστε, θα διακοπτόσαστε
θα διακόπτειθα διακόπτουν(ε)θα διακόπτεταιθα διακόπτονται
Fut
ur
θα διακόψωθα διακόψουμε, θα διακόψομεθα διακοπώθα διακοπούμε
θα διακόψειςθα διακόψετεθα διακοπείςθα διακοπείτε
θα διακόψειθα διακόψουν(ε)θα διακοπείθα διακοπούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω διακόψειθα έχουμε διακόψειθα έχω διακοπείθα έχουμε διακοπεί
θα έχεις διακόψειθα έχετε διακόψειθα έχεις διακοπείθα έχετε διακοπεί
θα έχει διακόψειθα έχουν διακόψειθα έχει διακοπείθα έχουν διακοπεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να διακόπτωνα διακόπτουμε, να διακόπτομενα διακόπτομαινα διακοπτόμαστε
να διακόπτειςνα διακόπτετενα διακόπτεσαινα διακόπτεστε, να διακοπτόσαστε
να διακόπτεινα διακόπτουν(ε)να διακόπτεταινα διακόπτονται
Aoristνα διακόψωνα διακόψουμε, να διακόψομενα διακοπώνα διακοπούμε
να διακόψειςνα διακόψετενα διακοπείςνα διακοπείτε
να διακόψεινα διακόψουν(ε)να διακοπείνα διακοπούν(ε)
Perfνα έχω διακόψεινα έχουμε διακόψεινα έχω διακοπείνα έχουμε διακοπεί
να έχεις διακόψεινα έχετε διακόψεινα έχεις διακοπείνα έχετε διακοπεί
να έχει διακόψεινα έχουν διακόψεινα έχει διακοπείνα έχουν διακοπεί
Imper
ativ
Presδιακόπτεδιακόπτετεδιακόπτεστε
Aoristδιακόψεδιακόψετε, διακόψτεδιακόψουδιακοπείτε
Part
izip
Presδιακόπτονταςδιακοπτόμενος
Perfέχοντας διακόψειδιακεκομμένος, -η, -οδιακεκομμένοι, -ες, -α
InfinAoristδιακόψειδιακοπεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback