ignorieren
 Verb

αγνοώ Verb
(48)
περιφρονώ Verb
(0)
ξεγράφω Verb
(0)
αψηφώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Schon, aber ich kann es ignorieren.Μου κάνει αλλά εκπαιδεύτηκα να το αγνοώ.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich weiß nicht, ob ich es ignorieren oder ansprechen soll.Δεν ξέρω αν πρέπει να συνεχίσω να τους αγνοώ ή να τους αντιμετωπίσω.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich kann es ignorieren.Έμαθα να αγνοώ...

Übersetzung nicht bestätigt

Ich will was auflegen, das ich ignorieren kann.Δεν θέλω θλιμμένη μουσική. Θέλω κάτι που να μπορώ ν'αγνοώ.

Übersetzung nicht bestätigt

Aber ich habe mir angewöhnt, sie zu ignorieren, und sie scheinen aufgegeben zu haben.Αλλά έχω συνηθίσει να τις αγνοώ και πιστεύω ότι μ' έχουν ξεγράψει.

Übersetzung nicht bestätigt


Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
αγνοώαγνοούμεαγνοούμαιαγνοούμαστε
αγνοείςαγνοείτεαγνοείσαιαγνοείστε
αγνοείαγνοούν(ε)αγνοείταιαγνοούνται
Imper
fekt
αγνοούσααγνοούσαμεαγνοούμουναγνοούμαστε
αγνοούσεςαγνοούσατε
αγνοούσεαγνοούσαν(ε)αγνοούνταν, αγνοείτοαγνοούνταν, αγνοούντο
Aoristαγνόησααγνοήσαμεαγνοήθηκααγνοηθήκαμε
αγνόησεςαγνοήσατεαγνοήθηκεςαγνοηθήκατε
αγνόησεαγνόησαν, αγνοήσαν(ε)αγνοήθηκεαγνοήθηκαν, αγνοηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω αγνοήσει
έχω αγνοημένο
έχουμε αγνοήσει
έχουμε αγνοημένο
έχω αγνοηθεί
είμαι αγνοημένος, -η
έχουμε αγνοηθεί
είμαστε αγνοημένοι, -ες
έχεις αγνοήσει
έχεις αγνοημένο
έχετε αγνοήσει
έχετε αγνοημένο
έχεις αγνοηθεί
είσαι αγνοημένος, -η
έχετε αγνοηθεί
είστε αγνοημένοι, -ες
έχει αγνοήσει
έχει αγνοημένο
έχουν αγνοήσει
έχουν αγνοημένο
έχει αγνοηθεί
είναι αγνοημένος, -η, -ο
έχουν αγνοηθεί
είναι αγνοημένοι, -ές, -α
Plu
perf
ekt
είχα αγνοήσει
είχα αγνοημένο
είχαμε αγνοήσει
είχαμε αγνοημένο
είχα αγνοηθεί
ήμουν αγνοημένος, -η
είχαμε αγνοηθεί
ήμαστε αγνοημένοι, -ες
είχες αγνοήσει
είχες αγνοημένο
είχατε αγνοήσει
είχατε αγνοημένο
είχες αγνοηθεί
ήσουν αγνοημένος, -η
είχατε αγνοηθεί
ήσαστε αγνοημένοι, -ες
είχε αγνοήσει
είχε αγνοημένο
είχαν αγνοήσει
είχαν αγνοημένο
είχε αγνοηθεί
ήταν αγνοημένος, -η, -ο
είχαν αγνοηθεί
ήταν αγνοημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα αγνοώθα αγνοούμεθα αγνοούμαιθα αγνοούμαστε
θα αγνοείςθα αγνοείτεθα αγνοείσαιθα αγνοείστε
θα αγνοείθα αγνοούν(ε)θα αγνοείταιθα αγνοούνται
Fut
ur
θα αγνοήσωθα αγνοήσουμεθα αγνοηθώθα αγνοηθούμε
θα αγνοήσειςθα αγνοήσετεθα αγνοηθείςθα αγνοηθείτε
θα αγνοήσειθα αγνοήσουν(ε)θα αγνοηθείθα αγνοηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω αγνοήσει
θα έχω αγνοημένο
θα έχουμε αγνοήσει
θα έχουμε αγνοημένο
θα έχω αγνοηθεί
θα είμαι αγνοημένος, -η
θα έχουμε αγνοηθεί
θα είμαστε αγνοημένοι, -ες
θα έχεις αγνοήσει
θα έχεις αγνοημένο
θα έχετε αγνοήσει
θα έχετε αγνοημένο
θα έχεις αγνοηθεί
θα είσαι αγνοημένος, -η
θα έχετε αγνοηθεί
θα είστε αγνοημένοι, -η
θα έχει αγνοήσει
θα έχει αγνοημένο
θα έχουν αγνοήσει
θα έχουν αγνοημένο
θα έχει αγνοηθεί
θα είναι αγνοημένος, -η, -ο
θα έχουν αγνοηθεί
θα είναι αγνοημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να αγνοώνα αγνοούμενα αγνοούμαινα αγνοούμαστε
να αγνοείςνα αγνοείτενα αγνοείσαινα αγνοείστε
να αγνοείνα αγνοούν(ε)να αγνοείταινα αγνοούνται
Aoristνα αγνοήσωνα αγνοήσουμε, να αγνοήσομενα αγνοηθώνα αγνοηθούμε
να αγνοήσειςνα αγνοήσετενα αγνοηθείςνα αγνοηθείτε
να αγνοήσεινα αγνοήσουν(ε)να αγνοηθείνα αγνοηθούν(ε)
Perfνα έχω αγνοήσει
να έχω αγνοημένο
να έχουμε αγνοήσει
να έχουμε αγνοημένο
να έχω αγνοηθεί
να είμαι αγνοημένος, -η
να έχουμε αγνοηθεί
να είμαστε αγνοημένοι, -ες
να έχεις αγνοήσει
να έχεις αγνοημένο
να έχετε αγνοήσει
να έχετε αγνοημένο
να έχεις αγνοηθεί
να είσαι αγνοημένος, -η
να έχετε αγνοηθεί
να είστε αγνοημένοι, -ες
να έχει αγνοήσει
να έχει αγνοημένο
να έχουν αγνοήσει
να έχουν αγνοημένο
να έχει αγνοηθεί
να είναι αγνοημένος, -η, -ο
να έχουν αγνοηθεί
να είναι αγνοημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presαγνοείτεαγνοείστε
Aoristαγνόησεαγνοήστε, αγνοήσετεαγνοήσουαγνοηθείτε
Part
izip
Presαγνοώντας
Perfέχοντας αγνοήσει, έχοντας αγνοημένοαγνοημένος, -η, -οαγνοημένοι, -ες, -α
InfinAoristαγνοήσειαγνοηθεί



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
περιφρονώπεριφρονούμεπεριφρονούμαιπεριφρονούμαστε
περιφρονείςπεριφρονείτεπεριφρονείσαιπεριφρονείστε
περιφρονείπεριφρονούν(ε)περιφρονείταιπεριφρονούνται
Imper
fekt
περιφρονούσαπεριφρονούσαμεπεριφρονούμουνπεριφρονούμαστε
περιφρονούσεςπεριφρονούσατε
περιφρονούσεπεριφρονούσαν(ε)περιφρονούνταν, περιφρονείτοπεριφρονούνταν, περιφρονούντο
Aoristπεριφρόνησαπεριφρονήσαμεπεριφρονήθηκαπεριφρονηθήκαμε
περιφρόνησεςπεριφρονήσατεπεριφρονήθηκεςπεριφρονηθήκατε
περιφρόνησεπεριφρόνησαν, περιφρονήσαν(ε)περιφρονήθηκεπεριφρονήθηκαν, περιφρονηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω περιφρονήσει
έχω περιφρονημένο
έχουμε περιφρονήσει
έχουμε περιφρονημένο
έχω περιφρονηθεί
είμαι περιφρονημένος, -η
έχουμε περιφρονηθεί
είμαστε περιφρονημένοι, -ες
έχεις περιφρονήσει
έχεις περιφρονημένο
έχετε περιφρονήσει
έχετε περιφρονημένο
έχεις περιφρονηθεί
είσαι περιφρονημένος, -η
έχετε περιφρονηθεί
είστε περιφρονημένοι, -ες
έχει περιφρονήσει
έχει περιφρονημένο
έχουν περιφρονήσει
έχουν περιφρονημένο
έχει περιφρονηθεί
είναι περιφρονημένος, -η, -ο
έχουν περιφρονηθεί
είναι περιφρονημένοι, -ές, -α
Plu
perf
ekt
είχα περιφρονήσει
είχα περιφρονημένο
είχαμε περιφρονήσει
είχαμε περιφρονημένο
είχα περιφρονηθεί
ήμουν περιφρονημένος, -η
είχαμε περιφρονηθεί
ήμαστε περιφρονημένοι, -ες
είχες περιφρονήσει
είχες περιφρονημένο
είχατε περιφρονήσει
είχατε περιφρονημένο
είχες περιφρονηθεί
ήσουν περιφρονημένος, -η
είχατε περιφρονηθεί
ήσαστε περιφρονημένοι, -ες
είχε περιφρονήσει
είχε περιφρονημένο
είχαν περιφρονήσει
είχαν περιφρονημένο
είχε περιφρονηθεί
ήταν περιφρονημένος, -η, -ο
είχαν περιφρονηθεί
ήταν περιφρονημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα περιφρονώθα περιφρονούμεθα περιφρονούμαιθα περιφρονούμαστε
θα περιφρονείςθα περιφρονείτεθα περιφρονείσαιθα περιφρονείστε
θα περιφρονείθα περιφρονούν(ε)θα περιφρονείταιθα περιφρονούνται
Fut
ur
θα περιφρονήσωθα περιφρονήσουμεθα περιφρονηθώθα περιφρονηθούμε
θα περιφρονήσειςθα περιφρονήσετεθα περιφρονηθείςθα περιφρονηθείτε
θα περιφρονήσειθα περιφρονήσουν(ε)θα περιφρονηθείθα περιφρονηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω περιφρονήσει
θα έχω περιφρονημένο
θα έχουμε περιφρονήσει
θα έχουμε περιφρονημένο
θα έχω περιφρονηθεί
θα είμαι περιφρονημένος, -η
θα έχουμε περιφρονηθεί
θα είμαστε περιφρονημένοι, -ες
θα έχεις περιφρονήσει
θα έχεις περιφρονημένο
θα έχετε περιφρονήσει
θα έχετε περιφρονημένο
θα έχεις περιφρονηθεί
θα είσαι περιφρονημένος, -η
θα έχετε περιφρονηθεί
θα είστε περιφρονημένοι, -η
θα έχει περιφρονήσει
θα έχει περιφρονημένο
θα έχουν περιφρονήσει
θα έχουν περιφρονημένο
θα έχει περιφρονηθεί
θα είναι περιφρονημένος, -η, -ο
θα έχουν περιφρονηθεί
θα είναι περιφρονημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να περιφρονώνα περιφρονούμενα περιφρονούμαινα περιφρονούμαστε
να περιφρονείςνα περιφρονείτενα περιφρονείσαινα περιφρονείστε
να περιφρονείνα περιφρονούν(ε)να περιφρονείταινα περιφρονούνται
Aoristνα περιφρονήσωνα περιφρονήσουμε, να περιφρονήσομενα περιφρονηθώνα περιφρονηθούμε
να περιφρονήσειςνα περιφρονήσετενα περιφρονηθείςνα περιφρονηθείτε
να περιφρονήσεινα περιφρονήσουν(ε)να περιφρονηθείνα περιφρονηθούν(ε)
Perfνα έχω περιφρονήσει
να έχω περιφρονημένο
να έχουμε περιφρονήσει
να έχουμε περιφρονημένο
να έχω περιφρονηθεί
να είμαι περιφρονημένος, -η
να έχουμε περιφρονηθεί
να είμαστε περιφρονημένοι, -ες
να έχεις περιφρονήσει
να έχεις περιφρονημένο
να έχετε περιφρονήσει
να έχετε περιφρονημένο
να έχεις περιφρονηθεί
να είσαι περιφρονημένος, -η
να έχετε περιφρονηθεί
να είστε περιφρονημένοι, -ες
να έχει περιφρονήσει
να έχει περιφρονημένο
να έχουν περιφρονήσει
να έχουν περιφρονημένο
να έχει περιφρονηθεί
να είναι περιφρονημένος, -η, -ο
να έχουν περιφρονηθεί
να είναι περιφρονημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presπεριφρονείτεπεριφρονείστε
Aoristπεριφρόνησεπεριφρονήστε, περιφρονήσετεπεριφρονήσουπεριφρονηθείτε
Part
izip
Presπεριφρονώντας
Perfέχοντας περιφρονήσει, έχοντας περιφρονημένοπεριφρονημένος, -η, -οπεριφρονημένοι, -ες, -α
InfinAoristπεριφρονήσειπεριφρονηθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback