hochgehen
 (ugs.)  Verb

εκρήγνυμαι Verb
(0)
ανεβαίνω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Wir wollen nicht hochgehen, klar?Πριν την αυγή και το παιδί θα μείνει εδώ μέχρι να έχουμε φύγει μακριά. Κατάλαβες;

Übersetzung nicht bestätigt

Sie sollten nicht hochgehen.Κατα τη γνωμη μου, δεν πρεπει να πατε εκει.

Übersetzung nicht bestätigt

Sie können kurz hochgehen.Ανεβείτε, αλλά μη μείνετε πολύ.

Übersetzung nicht bestätigt

Sag Hans und Henrik, daß sie dort hochgehen sollen.Ο Χανς κι ο Χένρικ να πάνε από εκεί.

Übersetzung nicht bestätigt

Wenn ich du wre und du wrst ich, würde ich diese Treppe hochgehen, dann würde ich eine Kutsche besorgen, hinten herumfahren und dort auf uns beide warten.Αν ημουν στη θεση σου κι εσυ στη δικη μου, θ' ανεβαινα τις σκαλες... Θα επαιρνα μια αμαξα και θα πηγαινα στο πισω μερος... Να περιμενω και τους δυο μας.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
εκρήγνυμαιεκρηγνύμεθα
εκρήγνυσαιεκρήγνυσθε
εκρήγνυταιεκρήγνυνται
Imper
fekt
Aoristεξερράγηνεξερράγημεν
εξερράγηςεξερράγητε
εξερράγηεξερράγησαν
Per
fekt
έχω εκραγείέχουμε εκραγεί
έχεις εκραγείέχετε εκραγεί
έχει εκραγείέχουν εκραγεί
Plu
per
fekt
είχα εκραγείείχαμε εκραγεί
είχες εκραγείείχατε εκραγεί
είχε εκραγείείχαν εκραγεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα εκρήγνυμαιθα εκρηγνύμεθα
θα εκρήγνυσαιθα εκρήγνυσθε
θα εκρήγνυταιθα εκρήγνυνται
Fut
ur
θα εκραγώθα εκραγούμε
θα εκραγείςθα εκραγείτε
θα εκραγείθα εκραγούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω εκραγείθα έχουμε εκραγεί
θα έχεις εκραγείθα έχετε εκραγεί
θα έχει εκραγείθα έχουν εκραγεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να εκρήγνυμαινα εκρηγνύμεθα
να εκρήγνυσαινα εκρήγνυσθε
να εκρήγνυταινα εκρήγνυνται
Aoristνα εκραγώνα εκραγούμε
να εκραγείςνα εκραγείτε
να εκραγείνα εκραγούν(ε)
Perfνα έχω εκραγείνα έχουμε εκραγεί
να έχεις εκραγείνα έχετε εκραγεί
να έχει εκραγείνα έχουν εκραγεί
Imper
ativ
Presεκρήγνυσθε
Aoristεκραγείτε
Part
izip
Pres
Perf
InfinAoristεκραγεί



Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ανεβαίνωανεβαίνουμε, ανεβαίνομε
ανεβαίνειςανεβαίνετε
ανεβαίνειανεβαίνουν(ε)
Imper
fekt
ανέβαιναανεβαίναμε
ανέβαινεςανεβαίνατε
ανέβαινεανέβαιναν, ανεβαίναν(ε)
Aoristανέβηκα, ανέβασαανεβήκαμε
ανέβηκεςανεβήκατε
ανέβηκεανέβηκαν, ανεβήκαν(ε)
Per
fekt
έχω ανέβει/ανεβεί
είμαι ανεβασμένος, -η
έχουμε ανέβει/ανεβεί
είμαστε ανεβασμένοι, -ες
έχεις ανέβει/ανεβεί
είσαι ανεβασμένος, -η
έχετε ανέβει/ανεβεί
είστε ανεβασμένοι, -ες
έχει ανέβει/ανεβεί
είναι ανεβασμένος, -η, -ο
έχουν ανέβει/ανεβεί
είναι ανεβασμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα ανέβει/ανεβεί
ήμουν ανεβασμένος, -η
είχαμε ανέβει/ανεβεί
ήμαστε ανεβασμένοι, -ες
είχες ανέβει/ανεβεί
ήσουν ανεβασμένος, -η
είχατε ανέβει/ανεβεί
ήσαστε ανεβασμένοι, -ες
είχε ανέβει/ανεβεί
ήταν ανεβασμένος, -η, -ο
είχαν ανέβει/ανεβεί
ήταν ανεβασμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ανεβαίνωθα ανεβαίνουμε, θα ανεβαίνομε
θα ανεβαίνειςθα ανεβαίνετε
θα ανεβαίνειθα ανεβαίνουν(ε)
Fut
ur
θα ανέβω, θα ανεβώθα ανέβουμε, θα ανέβομε, θα ανεβούμε
θα ανέβεις, θα ανεβείςθα ανέβετε, θα ανεβείτε
θα ανέβει, θα ανεβείθα ανέβουν(ε), θα ανεβούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ανέβει/ανεβεί
θα είμαι ανεβασμένος, -η
θα έχουμε ανέβει/ανεβεί
θα είμαστε ανεβασμένοι, -ες
θα έχεις ανέβει/ανεβεί
θα είσαι ανεβασμένος, -η
θα έχετε ανέβει/ανεβεί
θα είστε ανεβασμένοι, -ες
θα έχει ανέβει/ανεβεί
θα είναι ανεβασμένος, -η, -ο
θα έχουν ανέβει/ανεβεί
θα είναι ανεβασμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ανεβαίνωνα ανεβαίνουμε, να ανεβαίνομε
να ανεβαίνειςνα ανεβαίνετε
να ανεβαίνεινα ανεβαίνουν(ε)
Aoristνα ανέβω, να ανεβώνα ανέβουμε, να ανέβομε, να ανεβούμε
να ανέβεις, να ανεβείςνα ανέβειτε, να ανεβείτε
να ανέβει, να ανεβείνα ανεβούν
Perfνα έχω ανέβει/ανεβεί
να είμαι ανεβασμένος, -η
να έχουμε ανέβει/ανεβεί
να είμαστε ανεβασμένοι, -ες
να έχεις ανέβει/ανεβεί
να είσαι ανεβασμένος, -η
να έχετε ανέβει/ανεβεί
να είστε ανεβασμένοι, -ες
να έχει ανέβει/ανεβεί
να είναι ανεβασμένος, -η, -ο
να έχουν ανέβει/ανεβεί
να είναι ανεβασμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presανέβαινεανεβαίνετε
Aoristανέβαανεβείτε
Part
izip
Presανεβαίνοντας
Perfέχοντας ανέβει/ανεβεί, όντας ανεβασμένος
InfinAoristανέβει/ανεβεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback