hinstellen
 Verb

ακουμπώ Verb
(0)
τοποθετώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Pack das Klavier aus! Ich überlege, wo wir es hinstellen können.Βγάλε το πιάνο από μέσα ενώ εγώ θα Βρώ μια θέση να το βάλουμε

Übersetzung nicht bestätigt

Sie freuen sich doch wohl auf den Tag, wenn Sie hier reinkommen, sich hinstellen und sagen: "Von nun an wird alles geteilt."Μη μου πεις ότι δεν περιμένεις τη μέρα... που θα έρθεις εδώ μπροστά μου... και θα μου πεις, "Από τώρα, όλα είναι μισά μισά".

Übersetzung nicht bestätigt

Wo soll ich die hinstellen?Που να τα βάλω αυτά;

Übersetzung nicht bestätigt

emily sollte dir ein tablett hinstellen.Η κ. Ρόμπι είπε στην Έμιλυ να σας αφήσει φαγητό στο δίσκο..

Übersetzung nicht bestätigt

Wollen Sie mich als Lügner hinstellen?Α, είμαι ψεύτης τώρα ε;

Übersetzung nicht bestätigt

Deutsche Synonyme
hinstellen
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ακουμπάω, ακουμπώακουμπάμε, ακουμπούμε
ακουμπάςακουμπάτε
ακουμπάει, ακουμπάακουμπάν(ε), ακουμπούν(ε)
Imper
fekt
ακουμπούσα, ακούμπαγαακουμπούσαμε, ακουμπάγαμε
ακουμπούσες, ακούμπαγεςακουμπούσατε, ακουμπάγατε
ακουμπούσε, ακούμπαγεακουμπούσαν(ε), ακούμπαγαν, ακουμπάγανε
Aoristακούμπησαακουμπήσαμε
ακούμπησεςακουμπήσατε
ακούμπησεακούμπησαν, ακουμπήσαν(ε)
Perf
ekt
έχω ακουμπήσειέχουμε ακουμπήσει
έχεις ακουμπήσειέχετε ακουμπήσει
έχει ακουμπήσειέχουν ακουμπήσει
Plu
perf
ekt
είχα ακουμπήσειείχαμε ακουμπήσει
είχες ακουμπήσειείχατε ακουμπήσει
είχε ακουμπήσειείχαν ακουμπήσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ακουμπάω, θα ακουμπώθα ακουμπάμε, θα ακουμπούμε
θα ακουμπάςθα ακουμπάτε
θα ακουμπάει, θα ακουμπάθα ακουμπάν(ε), θα ακουμπούν(ε)
Fut
ur
θα ακουμπήσωθα ακουμπήσουμε, θα ακουμπήσομε
θα ακουμπήσειςθα ακουμπήσετε
θα ακουμπήσειθα ακουμπήσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ακουμπήσειθα έχουμε ακουμπήσει
θα έχεις ακουμπήσειθα έχετε ακουμπήσει
θα έχει ακουμπήσειθα έχουν ακουμπήσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ακουμπάω, να ακουμπώνα ακουμπάμε, να ακουμπούμε
να ακουμπάςνα ακουμπάτε
να ακουμπάει, να ακουμπάνα ακουμπάν(ε), να ακουμπούν(ε)
Aoristνα ακουμπήσωνα ακουμπήσουμε, να ακουμπήσομε
να ακουμπήσειςνα ακουμπήσετε
να ακουμπήσεινα ακουμπήσουν(ε)
Perfνα έχω ακουμπήσεινα έχουμε ακουμπήσει
να έχεις ακουμπήσεινα έχετε ακουμπήσει
να έχει ακουμπήσεινα έχουν ακουμπήσει
Imper
ativ
Presακούμπα, ακούμπαγεακουμπάτε
Aoristακούμπησε, ακούμπαακουμπήστε
Part
izip
Presακουμπώντας
Perfακουμπισμένος, -η, -οακουμπισμένοι, -ες, -α
έχοντας ακουμπήσει
InfinAoristακουμπήσει



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
τοποθετώτοποθετούμετοποθετούμαιτοποθετούμαστε
τοποθετείςτοποθετείτετοποθετείσαιτοποθετείστε
τοποθετείτοποθετούν(ε)τοποθετείταιτοποθετούνται
Imper
fekt
τοποθετούσατοποθετούσαμετοποθετούμουντοποθετούμαστε
τοποθετούσεςτοποθετούσατε
τοποθετούσετοποθετούσαν(ε)τοποθετούνταν, τοποθετείτοτοποθετούνταν, τοποθετούντο
Aoristτοποθέτησατοποθετήσαμετοποθετήθηκατοποθετηθήκαμε
τοποθέτησεςτοποθετήσατετοποθετήθηκεςτοποθετηθήκατε
τοποθέτησετοποθέτησαν, τοποθετήσαν(ε)τοποθετήθηκετοποθετήθηκαν, τοποθετηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω τοποθετήσει
έχω τοποθετημένο
έχουμε τοποθετήσει
έχουμε τοποθετημένο
έχω τοποθετηθεί
είμαι τοποθετημένος, -η
έχουμε τοποθετηθεί
είμαστε τοποθετημένοι, -ες
έχεις τοποθετήσει
έχεις τοποθετημένο
έχετε τοποθετήσει
έχετε τοποθετημένο
έχεις τοποθετηθεί
είσαι τοποθετημένος, -η
έχετε τοποθετηθεί
είστε τοποθετημένοι, -ες
έχει τοποθετήσει
έχει τοποθετημένο
έχουν τοποθετήσει
έχουν τοποθετημένο
έχει τοποθετηθεί
είναι τοποθετημένος, -η, -ο
έχουν τοποθετηθεί
είναι τοποθετημένοι, -ές, -α
Plu
perf
ekt
είχα τοποθετήσει
είχα τοποθετημένο
είχαμε τοποθετήσει
είχαμε τοποθετημένο
είχα τοποθετηθεί
ήμουν τοποθετημένος, -η
είχαμε τοποθετηθεί
ήμαστε τοποθετημένοι, -ες
είχες τοποθετήσει
είχες τοποθετημένο
είχατε τοποθετήσει
είχατε τοποθετημένο
είχες τοποθετηθεί
ήσουν τοποθετημένος, -η
είχατε τοποθετηθεί
ήσαστε τοποθετημένοι, -ες
είχε τοποθετήσει
είχε τοποθετημένο
είχαν τοποθετήσει
είχαν τοποθετημένο
είχε τοποθετηθεί
ήταν τοποθετημένος, -η, -ο
είχαν τοποθετηθεί
ήταν τοποθετημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα τοποθετώθα τοποθετούμεθα τοποθετούμαιθα τοποθετούμαστε
θα τοποθετείςθα τοποθετείτεθα τοποθετείσαιθα τοποθετείστε
θα τοποθετείθα τοποθετούν(ε)θα τοποθετείταιθα τοποθετούνται
Fut
ur
θα τοποθετήσωθα τοποθετήσουμεθα τοποθετηθώθα τοποθετηθούμε
θα τοποθετήσειςθα τοποθετήσετεθα τοποθετηθείςθα τοποθετηθείτε
θα τοποθετήσειθα τοποθετήσουν(ε)θα τοποθετηθείθα τοποθετηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω τοποθετήσει
θα έχω τοποθετημένο
θα έχουμε τοποθετήσει
θα έχουμε τοποθετημένο
θα έχω τοποθετηθεί
θα είμαι τοποθετημένος, -η
θα έχουμε τοποθετηθεί
θα είμαστε τοποθετημένοι, -ες
θα έχεις τοποθετήσει
θα έχεις τοποθετημένο
θα έχετε τοποθετήσει
θα έχετε τοποθετημένο
θα έχεις τοποθετηθεί
θα είσαι τοποθετημένος, -η
θα έχετε τοποθετηθεί
θα είστε τοποθετημένοι, -η
θα έχει τοποθετήσει
θα έχει τοποθετημένο
θα έχουν τοποθετήσει
θα έχουν τοποθετημένο
θα έχει τοποθετηθεί
θα είναι τοποθετημένος, -η, -ο
θα έχουν τοποθετηθεί
θα είναι τοποθετημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να τοποθετώνα τοποθετούμενα τοποθετούμαινα τοποθετούμαστε
να τοποθετείςνα τοποθετείτενα τοποθετείσαινα τοποθετείστε
να τοποθετείνα τοποθετούν(ε)να τοποθετείταινα τοποθετούνται
Aoristνα τοποθετήσωνα τοποθετήσουμε, να τοποθετήσομενα τοποθετηθώνα τοποθετηθούμε
να τοποθετήσειςνα τοποθετήσετενα τοποθετηθείςνα τοποθετηθείτε
να τοποθετήσεινα τοποθετήσουν(ε)να τοποθετηθείνα τοποθετηθούν(ε)
Perfνα έχω τοποθετήσει
να έχω τοποθετημένο
να έχουμε τοποθετήσει
να έχουμε τοποθετημένο
να έχω τοποθετηθεί
να είμαι τοποθετημένος, -η
να έχουμε τοποθετηθεί
να είμαστε τοποθετημένοι, -ες
να έχεις τοποθετήσει
να έχεις τοποθετημένο
να έχετε τοποθετήσει
να έχετε τοποθετημένο
να έχεις τοποθετηθεί
να είσαι τοποθετημένος, -η
να έχετε τοποθετηθεί
να είστε τοποθετημένοι, -ες
να έχει τοποθετήσει
να έχει τοποθετημένο
να έχουν τοποθετήσει
να έχουν τοποθετημένο
να έχει τοποθετηθεί
να είναι τοποθετημένος, -η, -ο
να έχουν τοποθετηθεί
να είναι τοποθετημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presτοποθετείτετοποθετείστε
Aoristτοποθέτησετοποθετήστε, τοποθετήσετετοποθετήσουτοποθετηθείτε
Part
izip
Presτοποθετώντας
Perfέχοντας τοποθετήσει, έχοντας τοποθετημένοτοποθετημένος, -η, -οτοποθετημένοι, -ες, -α
InfinAoristτοποθετήσειτοποθετηθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback