ικανοποιώ Verb (10) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
"Ich bedaure es zutiefst, die Gier meiner Verwandten zu befriedigen." "Hiermit verfüge ich, dass folgende Personen gleiche Teile meines Besitzes erhalten: | "...και παρόλο που θλίβομαι, που τελικά ικανοποιώ την απληστία των συγγενών μου, ωστόσο, αφήνω όλη μου την περιουσία, χωρισμένη εξ ίσου: Übersetzung nicht bestätigt |
Meine Arbeit ist nötig, um deine Bedürfnisse zu befriedigen... besonders die finanziellen. | Είναι πολύ σημαντική, με καθιστά ικανό να ικανοποιώ τις ανάγκες σου ιδίως τις οικονομικές. Übersetzung nicht bestätigt |
Ich überspringe die Jahre meiner Kindheit. Diese Jahre dienten nur dazu, meinen Körper so einzuüben, dass er schamloseste, ausgefallenste Begierden befriedigen konnte. | Δε θα σας μίλήσω για τις εμπειρίες των παιδικών μου χρόνων... τα χρόνια που αφιέρωσα για να προικίσω το κορμί μου... με τη δεξιότητα να ικανοποιώ τις πιο διεστραμμένες επιθυμίες. Übersetzung nicht bestätigt |
Ich kann dich befriedigen. | Ξέρω πώς να σε ικανοποιώ. Übersetzung nicht bestätigt |
Ich will ihn im Bett befriedigen aber was immer ich tue, es ist nie genug. | Θέλω να τον ικανοποιώ, όταν είμαστε στο κρεββάτι. Μα όποτε το κάνω, είναι σαν να μη φτάνει. Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
befriedigen |
stillen |
Ähnliche Wörter |
---|
befriedigend |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | befriedige | ||
du | befriedigst | |||
er, sie, es | befriedigt | |||
Präteritum | ich | befriedigte | ||
Konjunktiv II | ich | befriedigte | ||
Imperativ | Singular | befriedige! | ||
Plural | befriedigt! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
befriedigt | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:befriedigen |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | ικανοποιώ | ικανοποιούμε | ικανοποιούμαι | ικανοποιούμαστε, ικανοποιόμαστε |
ικανοποιείς | ικανοποιείτε | ικανοποιείσαι | ικανοποιείστε, ικανοποιόσαστε | ||
ικανοποιεί | ικανοποιούν(ε) | ικανοποιείται | ικανοποιούνται | ||
Imper fekt | ικανοποιούσα | ικανοποιούσαμε | ικανοποιούμουν ικανοπιόμουν(α) | ικανοποιούμαστε ικανοποιόμαστε, ικανοποιόμασταν | |
ικανοποιούσες | ικανοποιούσατε | ικανοποιόσουν(α) | ικανοποιόσαστε, ικανοποιόσασταν | ||
ικανοποιούσε | ικανοποιούσαν(ε) | ικανοποιούνταν, ικανοποιείτο ικανοποιόταν(ε) | ικανοποιούνταν, ικανοποιούντο ικανοποιόνταν(ε), ικανοποιόντουσαν | ||
Aorist | ικανοποίησα | ικανοποιήσαμε | ικανοποιήθηκα | ικανοποιηθήκαμε | |
ικανοποίησες | ικανοποιήσατε | ικανοποιήθηκες | ικανοποιηθήκατε | ||
ικανοποίησε | ικανοποίησαν, ικανοποιήσαν(ε) | ικανοποιήθηκε | ικανοποιήθηκαν, ικανοποιηθήκαν(ε) | ||
Perf ekt | |||||
Plu perf ekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα ικανοποιώ | θα ικανοποιούμε | θα ικανοποιούμαι | θα ικανοποιούμαστε, θα ικανοποιόμαστε | |
θα ικανοποιείς | θα ικανοποιείτε | θα ικανοποιείσαι | θα ικανοποιείστε, θα ικανοποιόσαστε | ||
θα ικανοποιεί | θα ικανοποιούν(ε) | θα ικανοποιείται | θα ικανοποιούνται | ||
Fut ur | θα ικανοποιήσω | θα ικανοποιήσουμε | θα ικανοποιηθώ | θα ικανοποιηθούμε | |
θα ικανοποιήσεις | θα ικανοποιήσετε | θα ικανοποιηθείς | θα ικανοποιηθείτε | ||
θα ικανοποιήσει | θα ικανοποιήσουν(ε) | θα ικανοποιηθεί | θα ικανοποιηθούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να ικανοποιώ | να ικανοποιούμε | να ικανοποιούμαι | να ικανοποιούμαστε, να ικανοποιόμαστε |
να ικανοποιείς | να ικανοποιείτε | να ικανοποιείσαι | να ικανοποιείστε, να ικανοποιόσαστε | ||
να ικανοποιεί | να ικανοποιούν(ε) | να ικανοποιείται | να ικανοποιούνται | ||
Aorist | να ικανοποιήσω | να ικανοποιηθώ | να ικανοποιηθούμε | ||
να ικανοποιήσεις | να ικανοποιήσετε | να ικανοποιηθείς | να ικανοποιηθείτε | ||
να ικανοποιήσει | να ικανοποιήσουν(ε) | να ικανοποιηθεί | να ικανοποιηθούν(ε) | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | ικανοποιείτε | ικανοποιείστε | ||
Aorist | ικανοποίησε | ικανοποιήστε, ικανοποιήσετε | ικανοποιήσου | ικανοποιηθείτε | |
Part izip | Pres | ικανοποιώντας | |||
Perf | έχοντας ικανοποιήσει, | ικανοποιημένος, -η, -ο | ικανοποιημένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | ικανοποιήσει | ικανοποιηθεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.