bedürfen
 Verb

απαιτώ Verb
(0)
χρειάζομαι Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ihre Wunden bedürfen der Heilung.Να την καλμάρω.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich kann mir nicht vorstellen, dass sie einer besonderen Aufmunterung bedürfen, Mrs. Phillips.Δεν νομίζω ότι κανείς θα μπορούσε να το ξεπεράσει καλύτερα από εσάς.

Übersetzung nicht bestätigt

Die Herren bedürfen eines Psychiaters. Hören Sie mit dem Unsinn auf!Αυτοί οι κύριοι είναι ασθενείς... που χρειάζονται ψυχιατρική θεραπεία.

Übersetzung nicht bestätigt

Señoritas, sollten Sie einst, um Ihre Unschuld zu verteidigen, eines Ritters bedürfen, so sagen Sie's mir, und ich will mein Leben um Ihrer Ehre willen hingeben!Δεσποινίδες, αν έχετε ποτέ την ανάγκη ενός ιππότη να σας υπερασπιστεί, απλά προστάξτε με και γω θα πεθάνω για να φυλάξω την τιμή σας.

Übersetzung nicht bestätigt

Liebe sie so, wie sie deiner Liebe am meisten bedürfen.Αγάπησέ τις όπως ήθελαν εκείνες.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
απαιτώαπαιτούμεαπαιτούμαιαπαιτούμαστε
απαιτείςαπαιτείτεαπαιτείσαιαπαιτείστε
απαιτείαπαιτούν(ε)απαιτείταιαπαιτούνται
Imper
fekt
απαιτούσααπαιτούσαμεαπαιτούμουναπαιτούμαστε
απαιτούσεςαπαιτούσατε
απαιτούσεαπαιτούσαν(ε)απαιτούνταν, απαιτείτοαπαιτούνταν, απαιτούντο
Aoristαπαίτησααπαιτήσαμεαπαιτήθηκααπαιτηθήκαμε
απαίτησεςαπαιτήσατεαπαιτήθηκεςαπαιτηθήκατε
απαίτησεαπαίτησαν, απαιτήσαν(ε)απαιτήθηκεαπαιτήθηκαν, απαιτηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω απαιτήσειέχουμε απαιτήσειέχω απαιτηθείέχουμε απαιτηθεί
έχεις απαιτήσειέχετε απαιτήσειέχεις απαιτηθείέχετε απαιτηθεί
έχει απαιτήσειέχουν απαιτήσειέχει απαιτηθείέχουν απαιτηθεί
Plu
perf
ekt
είχα απαιτήσειείχαμε απαιτήσειείχα απαιτηθείείχαμε απαιτηθεί
είχες απαιτήσειείχατε απαιτήσειείχες απαιτηθείείχατε απαιτηθεί
είχε απαιτήσειείχαν απαιτήσειείχε απαιτηθείείχαν απαιτηθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα απαιτώθα απαιτούμεθα απαιτούμαιθα απαιτούμαστε
θα απαιτείςθα απαιτείτεθα απαιτείσαιθα απαιτείστε
θα απαιτείθα απαιτούν(ε)θα απαιτείταιθα απαιτούνται
Fut
ur
θα απαιτήσωθα απαιτήσουμεθα απαιτηθώθα απαιτηθούμε
θα απαιτήσειςθα απαιτήσετεθα απαιτηθείςθα απαιτηθείτε
θα απαιτήσειθα απαιτήσουν(ε)θα απαιτηθείθα απαιτηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω απαιτήσειθα έχουμε απαιτήσει θα έχω απαιτηθείθα έχουμε απαιτηθεί
θα έχεις απαιτήσειθα έχετε απαιτήσειθα έχεις απαιτηθείθα έχετε απαιτηθεί
θα έχει απαιτήσειθα έχουν απαιτήσειθα έχει απαιτηθείθα έχουν απαιτηθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να απαιτώνα απαιτούμενα απαιτούμαινα απαιτούμαστε
να απαιτείςνα απαιτείτενα απαιτείσαινα απαιτείστε
να απαιτείνα απαιτούν(ε)να απαιτείταινα απαιτούνται
Aoristνα απαιτήσωνα απαιτήσουμε, να απαιτήσομενα απαιτηθώνα απαιτηθούμε
να απαιτήσειςνα απαιτήσετενα απαιτηθείςνα απαιτηθείτε
να απαιτήσεινα απαιτήσουν(ε)να απαιτηθείνα απαιτηθούν(ε)
Perfνα έχω απαιτήσεινα έχουμε απαιτήσεινα έχω απαιτηθείνα έχουμε απαιτηθεί
να έχεις απαιτήσεινα έχετε απαιτήσεινα έχεις απαιτηθείνα έχετε απαιτηθεί
να έχει απαιτήσεινα έχουν απαιτήσεινα έχει απαιτηθείνα έχουν απαιτηθεί
Imper
ativ
Presαπαιτείτεαπαιτείστε
Aoristαπαίτησεαπαιτήστε, απαιτήσετεαπαιτήσουαπαιτηθείτε
Part
izip
Presαπαιτώνταςαπαιτούμενος
Perfέχοντας απαιτήσει
InfinAoristαπαιτήσειαπαιτηθεί



Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
χρειάζομαιχρειαζόμαστε
χρειάζεσαιχρειάζεστε, χρειαζόσαστε
χρειάζεταιχρειάζονται
Imper
fekt
χρειαζόμουν(α)χρειαζόμαστε, χρειαζόμασταν
χρειαζόσουν(α)χρειαζόσαστε, χρειαζόσασταν
χρειαζόταν(ε)χρειάζονταν, χρειαζόντανε, χρειαζόντουσαν
Aoristχρειάστηκαχρειαστήκαμε
χρειάστηκεςχρειαστήκατε
χρειάστηκεχρειάστηκαν, χρειαστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω χρειαστείέχουμε χρειαστεί
έχεις χρειαστείέχετε χρειαστεί
έχει χρειαστείέχουν χρειαστεί
Plu
per
fekt
είχα χρειαστείείχαμε χρειαστεί
είχες χρειαστείείχατε χρειαστεί
είχε χρειαστείείχαν χρειαστεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα χρειάζομαιθα χρειαζόμαστε
θα χρειάζεσαιθα χρειάζεστε, θα χρειαζόσαστε
θα χρειάζεταιθα χρειάζονται
Fut
ur
θα χρειαστώθα χρειαστούμε
θα χρειαστείςθα χρειαστείτε
θα χρειαστείθα χρειαστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω χρειαστείθα έχουμε χρειαστεί
θα έχεις χρειαστείθα έχετε χρειαστεί
θα έχει χρειαστείθα έχουν χρειαστεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να χρειάζομαινα χρειαζόμαστε
να χρειάζεσαινα χρειάζεστε, να χρειαζόσαστε
να χρειάζεταινα χρειάζονται
Aoristνα χρειαστώνα χρειαστούμε
να χρειαστείςνα χρειαστείτε
να χρειαστείνα χρειαστούν(ε)
Perfνα έχω χρειαστείνα έχουμε χρειαστεί
να έχεις χρειαστείνα έχετε χρειαστεί
να έχει χρειαστείνα έχουν χρειαστεί
Imper
ativ
Presχρειάζεστε
Aoristχρειάσουχρειαστείτε
Part
izip
Presχρειαζούμενος
Perf
InfinAoristχρειαστεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback