absuchen
 Verb

ψάχνω Verb
(1)
αναζητώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ich könnte einen Monat lang mit Hunden alles absuchen. Während du in Einzelhaft sitzt und dich fragst, warum du ein Gewehr in der Hand hattest.Μπορώ να ψάχνω εδώ για ένα μήνα με τους πράκτορες και τα σκυλιά Ενώ εσύ θα μένεις εδώ για 4 εβδομάδες μέχρι να ανακαλύψουμε τι παίζει.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ψάχνωψάχνουμε, ψάχνομεψάχνομαιψαχνόμαστε
ψάχνειςψάχνετεψάχνεσαιψάχνεστε, ψαχνόσαστε
ψάχνειψάχνουν(ε)ψάχνεταιψάχνονται
Imper
fekt
έψαχναψάχναμεψαχνόμουν(α)ψαχνόμαστε, ψαχνόμασταν
έψαχνεςψάχνατεψαχνόσουν(α)ψαχνόσαστε, ψαχνόσασταν
έψαχνεέψαχναν, ψάχναν(ε)ψαχνόταν(ε)ψάχνονταν, ψαχνόντανε, ψαχνόντουσαν
Aoristέψαξαψάξαμεψάχτηκαψαχτήκαμε
έψαξεςψάξατεψάχτηκεςψαχτήκατε
έψαξεέψαξαν, ψάξαν(ε)ψάχτηκεψάχτηκαν, ψαχτήκαν(ε)
Per
fekt
έχω ψάξει
έχω ψαγμένο
έχουμε ψάξει
έχουμε ψαγμένο
έχω ψαχτεί
είμαι ψαγμένος, -η
έχουμε ψαχτεί
είμαστε ψαγμένοι, -ες
έχεις ψάξει
έχεις ψαγμένο
έχετε ψάξει
έχετε ψαγμένο
έχεις ψαχτεί
είσαι ψαγμένος, -η
έχετε ψαχτεί
είστε ψαγμένοι, -ες
έχει ψάξει
έχει ψαγμένο
έχουν ψάξει
έχουν ψαγμένο
έχει ψαχτεί
είναι ψαγμένος, -η, -ο
έχουν ψαχτεί
είναι ψαγμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα ψάξει
είχα ψαγμένο
είχαμε ψάξει
είχαμε ψαγμένο
είχα ψαχτεί
ήμουν ψαγμένος, -η
είχαμε ψαχτεί
ήμαστε ψαγμένοι, -ες
είχες ψάξει
είχες ψαγμένο
είχατε ψάξει
είχατε ψαγμένο
είχες ψαχτεί
ήσουν ψαγμένος, -η
είχατε ψαχτεί
ήσαστε ψαγμένοι, -ες
είχε ψάξει
είχε ψαγμένο
είχαν ψάξει
είχαν ψαγμένο
είχε ψαχτεί
ήταν ψαγμένος, -η, -ο
είχαν ψαχτεί
ήταν ψαγμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ψάχνωθα ψάχνουμε, θα ψάχνομεθα ψάχνομαιθα ψαχνόμαστε
θα ψάχνειςθα ψάχνετεθα ψάχνεσαιθα ψάχνεστε, θα ψαχνόσαστε
θα ψάχνειθα ψάχνουν(ε)θα ψάχνεταιθα ψάχνονται
Fut
ur
θα ψάξωθα ψάξουμε, θα ψάξομεθα ψαχτώθα ψαχτούμε
θα ψάξειςθα ψάξετεθα ψαχτείςθα ψαχτείτε
θα ψάξειθα ψάξουν(ε)θα ψαχτείθα ψαχτούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ψάξει
θα έχω ψαγμένο
θα έχουμε ψάξει
θα έχουμε ψαγμένο
θα έχω ψαχτεί
θα είμαι ψαγμένος, -η
θα έχουμε ψαχτεί
θα είμαστε ψαγμένοι, -ες
θα έχεις ψάξει
θα έχεις ψαγμένο
θα έχετε ψάξει
θα έχετε ψαγμένο
θα έχεις ψαχτεί
θα είσαι ψαγμένος, -η
θα έχετε ψαχτεί
θα είστε ψαγμένοι, -ες
θα έχει ψάξει
θα έχει ψαγμένο
θα έχουν ψάξει
θα έχουν ψαγμένο
θα έχει ψαχτεί
θα είναι ψαγμένος, -η, -ο
θα έχουν ψαχτεί
θα είναι ψαγμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ψάχνωνα ψάχνουμε, να ψάχνομενα ψάχνομαινα ψαχνόμαστε
να ψάχνειςνα ψάχνετενα ψάχνεσαινα ψάχνεστε, να ψαχνόσαστε
να ψάχνεινα ψάχνουν(ε)να ψάχνεταινα ψάχνονται
Aoristνα ψάξωνα ψάξουμε, να ψάξομενα ψαχτώνα ψαχτούμε
να ψάξειςνα ψάξετενα ψαχτείςνα ψαχτείτε
να ψάξεινα ψάξουν(ε)να ψαχτείνα ψαχτούν(ε)
Perfνα έχω ψάξει
να έχω ψαγμένο
να έχουμε ψάξει
να έχουμε ψαγμένο
να έχω ψαχτεί
να είμαι ψαγμένος, -η
να έχουμε ψαχτεί
να είμαστε ψαγμένοι, -ες
να έχεις ψάξει
να έχεις ψαγμένο
να έχετε ψάξει
να έχετε ψαγμένο
να έχεις ψαχτεί
να είσαι ψαγμένος, -η
να έχετε ψαχτεί
να είστε ψαγμένοι, -ες
να έχει ψάξει
να έχει ψαγμένο
να έχουν ψάξει
να έχουν ψαγμένο
να έχει ψαχτεί
να είναι ψαγμένος, -η, -ο
να έχουν ψαχτεί
να είναι ψαγμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presψάχνεψάχνετεψάχνεστε
Aoristψάξεψάξτε, ψάχτεψάξουψαχτείτε
Part
izip
Presψάχνοντας
Perfέχοντας ψάξει, έχοντας ψαγμένοψαγμένος, -η, -οψαγμένοι, -ες, -α
InfinAoristψάξειψαχτεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback