χώρια mittelgriechisch χωριά altgriechisch χωρίς
Griechisch | Deutsch |
---|---|
γραπτώς. (HU) Οι πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών αγωνίστηκαν τόσο χώρια όσο και από κοινού για καθένα από τα δικαιώματα που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. | schriftlich. (HU) Die Bürger der europäischen Staaten haben getrennt und zusammen für alle Rechte gekämpft, die in der Charta der Grundrechte vorgesehen sind. Übersetzung bestätigt |
Ξέρω πώς σύρμα γύρω από την εισαγωγή του ένα αυτοκίνητο ανά πάσα στιγμή θέλω ένα αυτοκίνητο και να πάρω το συνδυασμό της τύχης και ακριβώς πώς ξέρετε όταν ήταν ούτε καν μια κλειδαριά έξυπνος μειωτήρες ότι δίπλα και εγώ απλά μου αρέσει το ποδόσφαιρο παιχνίδι έτσι δεν θα squawk γιατί παίρνετε χώρια και μόνο οθόνη μας το ψωμί και το μήλο όταν τα αντίγραφα του εγγράφου | Ich weiß, wie Draht um die Zulassung von ein Auto jederzeit i ein Auto wollen und ich bekomme die Kombination des Schicksals und wie Sie wissen, wann sie nicht einmal eine Sperre schlau Reduzierungen daneben und ich Ich mag das Fußballspiel, so dass sie nicht kreischen, warum Sie immer getrennt sind und nur unser Display das Brot und Apfel die Kopien, wenn das Dokument Übersetzung nicht bestätigt |
Ο τοίχος που κρατούσε εμένα, την Έλιν, την Καθηγήτρια Σακς, χώρια από εκείνη την τρελή γυναίκα που νοσηλεύτηκε πριν χρόνια, έγινε κομμάτια." | Die Mauer, die mich, Elyn, Professor Saks, von dieser verrückten Frau getrennt hatte, die vor Jahren in der Anstalt gelandet war, war in sich zusammengestürzt." Übersetzung nicht bestätigt |
Πρέπει να μείνει χώρια μου για λίγο, για να μπορέσει να σκεφτεί για τον εαυτό της. | Sie muss ein bisschen von mir getrennt sein,sodass sie über sich denken kann. Übersetzung nicht bestätigt |
Η πρώτη ομάδα απαντήσεων λέει: Ποθώ περισσότερο το σύντροφό μου όταν είναι μακριά, όταν είμαστε χώρια, όταν ξανασυναντιόμαστε. | "Ich fühle mich zu meinem Partner am meisten hingezogen, wenn sie weg ist, wenn wir getrennt sind, wenn wir uns wiedersehen. Übersetzung nicht bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
χωριστά |
άσμιχτα |
Ähnliche Wörter |
---|
χωριάτης |
χωριατοπούλα |
χωριάτικος -η -ο |
χωριανός |
χωριατόσπιτο |
Deutsche Synonyme |
---|
abgetrennt |
getrennt |
einzeln |
geteilt |
separat |
abgesondert |
Noch keine Grammatik zu χώρια.
χώρια [xórja] επίρρ. τροπ. : (οικ.) 1. χωριστά. ANT μαζί: Mένουν / ζουν χώρια. Mένει χώρια από τους γονείς της. Πήγε και κάθισε χώρια, μόνος του. Aυτά τα λεφτά τα βάζω χώρια, να τα έχω όταν τα χρειαστώ. (έκφρ.) και μαζί και χώρια, για συγγενείς που μένουν κοντά, όχι όμως μαζί και για να υπογραμμίσουμε τα πλεονεκτήματα αυτής της λύσης. μαζί μιλάμε και χώρια καταλαβαίνουμε, για να δηλώσουμε την έλλειψη συνεννόησης ή κατανόησης μεταξύ δύο προσώπων ή ομάδων. μαζί δεν κάνουν και χώρια δεν μπορούν, για ανθρώπους που, ενώ όταν είναι μαζί μαλώνουν συνέχεια, όταν χωρίσουν, νοσταλγεί ο ένας τον άλλο. ΠAΡ Όλοι αντάμα κι ο ψωριάρης χώρια, για κπ. που ενώ παρευρίσκεται κάπου, δε συμμετέχει ή διαφοροποιείται. || (ως επίθ.): Kοιμούνται σε χώρια κρεβάτια, σε χωριστά κρεβάτια. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.