φιλί altgriechisch φιλῶ
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Μεγάλο ποσοστό ανθρώπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να πιστεύει ότι το HIV/AIDS μπορεί να μεταδοθεί από τα φιλιά στο στόμα, από τη χρήση του ίδιου ποτηριού ή της ίδιας τουαλέτας. | Viele Menschen in der Europäischen Union glauben noch immer, dass sie sich durch einen Kuss, durch Trinken aus demselben Glas oder durch Benutzen derselben Toilettenbrille anstecken können. Übersetzung bestätigt |
Είναι ασφαλώς πολύ περίεργο να εξακολουθούν ακόμα κάποιοι να πιστεύουν ότι μπορεί κανείς να μολυνθεί από ένα φιλί ή ένα ποτήρι με νερό, και γίνονται πάρα πολύ λίγα στον τομέα αυτόν, από όπου έπρεπε να αρχίσει η ενημέρωση και η πρόληψη. | Denn es ist schon sehr verwunderlich, dass man noch immer daran glaubt, dass man sich durch einen Kuss oder über ein Wasserglas infizieren kann, und dass in diesem Bereich, bei dem Aufklärung und Prävention ansetzen müssten, viel zu wenig getan wird. Übersetzung bestätigt |
Άλλοι νομίζουν ότι η ασθένεια κολλάει με το άγγιγμα, από ένα ποτήρι που θα μοιραστούν με κάποιον φορέα της ασθένειας ή με το φιλί. | Andererseits meinen sie, man könne sich aber bereits über den Körperkontakt mit einer infizierten Person, durch Trinken aus demselben Glas oder durch einen Kuss anstecken. Übersetzung bestätigt |
Από ένα φιλί στο να κοιμηθούν μαζί...αυτό είναι υπέροχο! | Von einem Kuss zu zusammen schlafen... Das ist toll! Übersetzung nicht bestätigt |
Ύστερα του διάβασα ένα κεφάλαιο από το "Ο Τζέιμς και το Γιγάντιο Ροδάκινο" του Ρολντ Νταλ. Μετά τον έβαλα για ύπνο, τον κουκούλωσα καλά καλά, του 'δωσα ένα φιλί στο μέτωπό του και είπα, "Καληνύχτα φίλε" και πήγα προς την πόρτα. | Ich las ihm ein Kapitel aus Roald Dahls "James und der Riesenpfirsich" vor, brachte ihn zu Bett, deckte ihn zu, gab ihm einen Kuss auf die Stirn, sagte "Schlaf gut, mein Freund", und ging aus seinem Zimmer. Übersetzung nicht bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
ασπασμός |
φίλημα |
Ähnliche Wörter |
---|
φιλία |
Φίλιππος |
φιλικός -ή -ό |
φιλιππικός |
φίλιος -α -ο |
φιλί το [filí] : ιδιαίτερο άγγιγμα με τα χείλια (ελαφρά προτεταμένα και συνήθ. μισάνοιχτα) ως εκδήλωση έρωτα, αγάπης, σεβασμού κτλ. προς κάποιο πρόσωπο (γενικότ. έμψυχο) ή αντικείμενο: Tρυφερό / ερωτικό / παθιασμένο / γλυκό / ρουφηχτό / κλεφτό* φιλί. Tην αποχαιρέτησε μ΄ ένα φιλί. Δώσε μου ένα φιλί. Σκέπασε τη μουσούδα της σκυλίτσας με φιλιά. (οικ. προφ.) φιλιά!, χαιρετισμός (συνήθ. στο τέλος επιστολής, συνομιλίας, συνδιάλεξης κτλ.) προς οικείο πρόσωπο: (Δώσε) (πολλά) φιλιά στο Δημητράκη / στα παιδιά! Tης πήρε / της έκλεψε ένα φιλί, τη φίλησε κάμπτοντας την αντίστασή της. Δίνει / μοιράζει / πουλάει τα φιλιά της, τον έρωτά της. ΦΡ το φιλί της ζωής: α. είδος τεχνητής αναπνοής, που συνίσταται στην εμφύσηση αέρα από στόμα σε στόμα στους πνεύμονες κάποιου που έχασε τις αισθήσεις του. β. σε περιπτώσεις αδυναμίας όταν με κατάλληλες ενέργειες ενισχύουμε, τονώνουμε: Tα τελευταία μέτρα ίσως να είναι το φιλί της ζωής για την οικονομία. το φιλί του Iούδα / της προδοσίας, για προδοτική ενέργεια, συμπεριφορά από κπ. που δεν αναμενόταν, που υποκρινόταν το φίλο. ΠAΡ Aνάρια ανάρια / αγάλι αγάλι το φιλί για να ΄χει νοστιμάδα, η συχνή επανάληψη επιφέρει κορεσμό, απώλεια του ενδιαφέροντος.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.