{το}  συνάχι Subst.  [sinachi, synaxi]

{der}    Subst.
(12)

Etymologie zu συνάχι

συνάχι mittelgriechisch συνάχι Koine-Griechisch συνάγχη σύν + altgriechisch ἄγχω


GriechischDeutsch
Flande απέδειξε στο τελευταίο του βιβλίο ότι οι αλλεργίες από τρόφιμα μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα όπως ημικρανία, νευροδερματίτιδα, μυκητιάσεις, συνάχι, άσθμα, χρόνια κόπωση, παχυσαρκία, κνησμό, οιδήματα, ταχυκαρδία και όλα αυτά από εντελώς φυσικά παραγόμενα τρόφιμα.Dr. Flande hat in seinem neuesten Buch nachgewiesen, daß Lebensmittelallergien Probleme auslösen können, wie Migräne, Neurodermitis, Pilzinfektionen, Schnupfen, Asthma, chronische Müdigkeit, Übergewicht, Juckreiz, Schwellungen, Herzrasen und dies durch ganz natürlich hergestellte Lebensmittel.

Übersetzung bestätigt

Εφευρέθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν κατά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο πρώτα από τους Συμμάχους ως ευεργετική βοήθεια για τους τραυματίες, κατόπιν χρησιμοποιήθηκαν σε βαριές ασθένειες και εγχειρήσεις, όπου η χρησιμοποίηση ενός φαρμάκου "κατά της ζωής» αντιβιοτικό = εναντίον της ζωής διασφάλιζε τη ζωή του ασθενούς, στη συνέχεια πέρασαν στον τομέα της θεραπείας των ζώων, για να καταλήξουν, όμως, να δίνονται κατά τρόπο τόσο υπερβολικό που οι γιατροί καταφεύγουν σε αυτά για κάθε συνάχι.Im Zweiten Weltkrieg erfunden und eingesetzt, zunächst auf Seiten der Alliierten als segensreiche Hilfestellung für Verwundete, dann eingesetzt bei schweren Krankheitsfällen und bei Operationen beim Menschen lebenssichernd, indem ein Medikament eingesetzt wurde "gegen Leben" Antibiotikum = anti Leben danach auch übergeschwappt in die Therapie im Tierbereich, schließlich aber in einer derart ausufernden Weise verschrieben, daß die Ärzte bei jedem Schnupfen zu Antibiotika greifen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
ασυνάχωτος
συναχάκι
συνάχωμα
συναχωμένος
συναχώνω
άγχος
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu συνάχι

συνάχι το [sináxi] : φλεγμονή του βλεννογόνου της μύτης, που προκα λεί έκκριση παχύρρευστης βλέννας, η οποία φράζει τις ανώτερες αναπνευστικές οδούς και δυσκολεύει την αναπνοή: Έχω συνάχι. Παθαίνω εύκολα συνάχι. Aλλεργικό συνάχι. || χαρακτηρισμός κάθε ασήμαντης διαταραχής της υγείας: Πολύ γερός άνθρωπος, δεν έχει πάθει ούτε ένα συνάχι. Ένα συνάχι να πάθει, τρέχει στο γιατρό. ΠAΡ Σαν πεθάνω από συνάχι, φάσκελα να ΄χει η πανούκλα, για να δηλώσουμε ότι δεν έχει σημασία η σοβαρότητα της αιτίας που προκαλεί μια συμφορά, αλλά αυτή η ίδια η συμφορά. συναχάκι το YΠΟKΟΡ πολύ ελαφρό συνάχι.

[μσν. συνάχι < αρχ. συνάγχη με αποβ. του [ŋ] πριν από [x] και μεταπλ. σε ουδ. με βάση την ομόηχη κατάλ. [i] ]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback