σάρκα altgriechisch σάρξ
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Πρέπει να έχουν συνεκτική σάρκα και να παρουσιάζουν σχήμα, εμφάνιση και ανάπτυξη χαρακτηριστικές της ποικιλίας τους. | Sie müssen festes Fleisch haben und hinsichtlich Form, Aussehen und Entwicklung die typischen Merkmale der Sorte aufweisen. Übersetzung bestätigt |
ουσιαστικά απαλλαγμένα από φθορές οι οποίες προκαλούνται από επιβλαβείς οργανισμούς που προσβάλλουν την σάρκα, | praktisch frei von Schäden durch Schädlinge, die das Fleisch beeinträchtigen, Übersetzung bestätigt |
Όταν φθάσουν στην ωριμότητα αποκτούν εύγευστη σάρκα και εξαιρετικό κράτημα στο ψήσιμο, ενώ η γενετική τους προέλευση τους εξασφαλίζει τρυφερή σάρκα. | Ihre Reife verleiht ihrem Fleisch einen guten Geschmack und ein ausgezeichnetes Kochverhalten, und ihr genetischer Ursprung gewährleistet ein zartes Fleisch. Übersetzung bestätigt |
Τα κράτη μέλη απορρίπτουν τις αιτήσεις έκδοσης αδειών εξαγωγής για χαβιάρι και σάρκα ειδών οξυρρύγχου (Acipenseriformes spp.) προερχόμενων από κοινά αποθέματα, εκτός εάν έχουν καθοριστεί ποσοστώσεις εξαγωγής για τα είδη αυτά με τη διαδικασία που εγκρίθηκε από τη διάσκεψη των μερών της σύμβασης». | Die Mitgliedstaaten lehnen Anträge auf Ausfuhrgenehmigungen für Kaviar und Fleisch von Störartigen (Acipenseriformes spp.) aus gemeinsam genutzten Beständen ab, es sei denn, es wurden nach dem von der Konferenz der Parteien des Übereinkommens genehmigten Verfahren Ausfuhrquoten für diese Art festgesetzt.“ Übersetzung bestätigt |
Τα κράτη μέλη απορρίπτουν τις αιτήσεις έκδοσης αδειών εισαγωγής για χαβιάρι και σάρκα ειδών οξυρρύγχου (Acipenseriformes spp.) προερχόμενων από κοινά αποθέματα, εκτός εάν έχουν καθοριστεί ποσοστώσεις εξαγωγής για τα είδη αυτά με τη διαδικασία που εγκρίθηκε από τη διάσκεψη των μερών της σύμβασης». | Die Mitgliedstaaten lehnen Anträge auf Einfuhrgenehmigungen für Kaviar und Fleisch von Störartigen (Acipenseriformes spp.) aus gemeinsam genutzten Beständen ab, es sei denn, es wurden nach dem von der Konferenz der Parteien des Übereinkommens genehmigten Verfahren Ausfuhrquoten für diese Art festgesetzt.“ Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
σαρκασμός |
σαρκαστικός -ή -ό |
σαρκάζω |
Deutsche Synonyme |
---|
Fleisch |
σάρκα η [sárka] : 1α. το μυώδες μέρος του σώματος των ανθρώπων και των ζώων, σε αντιδιαστολή προς τα οστά: Σφιχτή / πλαδαρή σάρκα. H ρόδινη σάρκα του μωρού. Mύριζε καμένη σάρκα. Οστά γυμνωμένα από τις σάρκες. Οι σάρκες της ξεχείλιζαν από παντού. (έκφρ.) με σάρκα και οστά, για κπ. που εμφανίζεται μπροστά μας αυτοπροσώπως. παίρνω / δίνω σάρκα και οστά, για κτ. το οποίο υλοποιείται, το οποίο γίνεται πραγματικότητα: Tα όνειρά του πήραν επιτέλους σάρκα και οστά. σάρκα από τη σάρκα μου: α. με συναισθηματική φόρτιση, για τα φυσικά ή πνευματικά μου τέκνα. β. για να τονιστεί η πολύ στενή σχέση που έχω με κτ.· ΣYN έκφρ. σαρξ εκ της σαρκός μου. ΦΡ τρώω* τις σάρκες μου. β. (προφ.) το μαλακό και χυμώδες μέρος των φρούτων, σε αντιδιαστολή προς τον πυρήνα: H μυρωδάτη σάρκα του ροδάκινου. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.