{η}  ποινή Subst.  [pini, poinh]

{die}    Subst.
(938)

Etymologie zu ποινή

ποινή altgriechisch ποινή


GriechischDeutsch
Ειδικές ποινές ή μέτρα για ανήλικουςSpezifische Strafe oder Maßnahme für Minderjährige

Übersetzung bestätigt

Εναλλακτική ποινή/μέτρο που επιβάλλεται αρχικά σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την κύρια ποινήAlternative Strafe/Maßnahme bei Missachtung der Hauptstrafe

Übersetzung bestätigt

Εναλλακτική ποινή/μέτρο που επιβάλλεται ως κύρια ποινήAls Hauptstrafe verhängte alternative Strafe/Maßnahme

Übersetzung bestätigt

Λοιπές ποινές και μέτραSonstige Strafen und Maßnahmen

Übersetzung bestätigt

Χρηματικές ποινέςFinanzielle Strafen und Maßnahmen

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu ποινή

ποινή η [piní] : η τιμωρία που επιβάλλεται σε κπ. για αδικήματα που διέπραξε και γενικότερα για πράξεις και ενέργειες αντικανονικές, απερίσκεπτες κτλ. και ειδικότερα: α. Δικαστική ποινή, τιμωρία που επιβάλλεται από το δικαστήριο για αδικήματα που έχουν διαπραχθεί: ποινή φυλάκισης, στέρηση της προσωπικής ελευθερίας. Θανατική ποινή, η καταδίκη σε θάνατο. Xρηματική ποινή, πρόστιμο. Επιβάλλω / εκτίω ποινή. Aυστηρή / βαριά / επιεικής / ελαφρά / ανώτατη / κατώτατη / μέγιστη / ελάχιστη / δίκαιη / άδικη ποινή. Aναστολή / μείωση / χάρισμα / επαύξηση / επιμέτρηση της ποινής. Οι ποινές που προβλέπονται για τους εμπόρους ναρκωτικών είναι αυστηρότατες. Εκτίει την ποινή του στις αγροτικές φυλακές. Tου χαρίστηκε το υπόλοιπο της ποινής του. (έκφρ.) η εσχάτη των ποινών: α. η θανατική καταδίκη. β. (ποδ.) το πέναλτι. (λόγ. έκφρ.) επί ποινή, αν υπάρξει παράβαση, θα επακολουθήσει τιμωρία, συνέπειες: Aπαγορεύτηκε στους υπαλλήλους να απουσιάζουν από την εργασία τους επί ποινή απολύσεως. Επί ποινή θανάτου. β. Πειθαρχική / διοικητική ποινή, τιμωρία που επιβάλλεται από διάφορες αρχές (πολιτικές, στρατιωτικές κτλ.) ή από διάφορα συλλογικά όργανα κυρίως για υπηρεσιακά ή παρόμοια παραπτώματα: Ο λοχαγός τιμώρησε το στρατιώτη με την ποινή της δεκαήμερης κράτησης / φυλάκισης. H υπηρεσία επέβαλε στον υπάλληλο την ποινή της αυστηρής επίπληξης. Ο μαθητής τιμωρήθηκε με την ποινή της αποβολής. Στον ποδοσφαιριστή επιβλήθηκε ποινή τριών αγωνιστικών ημερών.

[λόγ. < αρχ. ποινή]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback