Griechisch | Deutsch |
---|---|
«απορρίμματα κατεργασίας», τα στερεά απόβλητα ή τα πολτώδη υλικά που απομένουν μετά την επεξεργασία ορυκτών με διεργασίες διαχωρισμού (π.χ. θραύση, λειοτρίβηση, διαχωρισμός κατά μέγεθος, επίπλευση και άλλες φυσικοχημικές τεχνικές) προκειμένου να αφαιρεθούν τα πολύτιμα ορυκτά από το λιγότερο πολύτιμο πέτρωμα· | „Berge“: feste Rückstände oder Schlämme, die nach der Aufbereitung der Minerale, bei der die Wertminerale vom tauben Gestein getrennt werden (z. B. durch Brechen, Mahlen, Sortieren nach Größe, Flotation und sonstige physikalisch-chemische Techniken) zurückbleiben; Übersetzung bestätigt |
Ορυκτολογική, χημική και διαρθρωτική προσαρμογή συμπαγών πετρωμάτων στις φυσικοχημικές συνθήκες που διαφέρουν από εκείνες υπό τις οποίες προήλθαν τα εν λόγω πετρώματα, και οι οποίες γενικώς επιβάλλονται σε βάθος, κάτω από τις επιφανειακές ζώνες αποσάθρωσης και συγκόλλησης. | Mineralogische, chemische und strukturelle Anpassung von Gestein an physikalische und chemische Bedingungen, die von den Genesebedingungen abweichen, wie sie in der Regel unterhalb der Verwitterungsund Zementationszone in größeren Tiefen vorherrschen. Übersetzung bestätigt |
Πτυχή, γενικώς με το κυρτό μέρος προς τα πάνω, της οποίας ο πυρήνας περιέχει τα στρωματογραφικώς παλαιότερα πετρώματα. | Eine im Allgemeinen nach oben konvexe Falte, in deren Zentrum die stratigrafisch älteren Gesteine liegen. Übersetzung bestätigt |
Πτυχή της οποίας ο πυρήνας περιέχει τα στρωματογραφικώς νεότερα πετρώματα· γενικώς έχει το κοίλο μέρος προς τα πάνω. | Eine im Allgemeinen nach oben konkave Falte, in deren Zentrum die stratigrafisch jüngeren Gesteine liegen. Übersetzung bestätigt |
Οι πάροχοι δεδομένων μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν τις πρόσθετες τιμές για τα προκάμβρια πετρώματα και τις τεταρτογενείς ενότητες που καθορίζονται στο έγγραφο τεχνικών κατευθυντήριων γραμμών INSPIRE σχετικά με τη γεωλογία. | Datenanbieter können die im technischen Leitfaden für INSPIRE zum Thema Geologie angegebenen zusätzlichen Werte für präkambrische Gesteine und Abschnitte des Quartärs verwenden. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
πέτρωμα το [pétroma] : (γεωλ.) γενική ονομασία για το υλικό από το οποίο συνίσταται ο στερεός φλοιός της γης και ειδικότερα το τμήμα του στερεού φλοιού το οποίο παρουσιάζει γεωλογική αυτοτέλεια: Iζηματογενή πετρώματα. Εκρηξιγενή πετρώματα. Aσβεστολιθικά πετρώματα.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.