{το}  ευαγγέλιο Subst.  [evangelio, eyaggelio]

{das}    Subst.
(140)

Etymologie zu ευαγγέλιο

ευαγγέλιο Koine-Griechisch εὐαγγέλιον εύ = άγγελος + -ιον


GriechischDeutsch
Στο ευαγγέλιο μπορεί να βρει κανείς μια θαυμάσια παραβολή, σύμφωνα με την οποία: “Καλόν το άλας· εάν δε το άλας άναλον γένηται, εν τίνι αυτό αρτύσετε;Im Evangelium findet sich eine wunderbare Fabel, die besagt: Das Salz ist gut; so aber das Salz dumm wird, womit wird man würzen?

Übersetzung bestätigt

Όσο καλύτερα διατυπώσουμε τα τέσσερα ευαγγέλια της Εσωτερικής Αγοράς -την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, των εμπορευμάτων, του κεφαλαίου και των υπηρεσιώντόσο τελειότερα θα μπορέσουμε να τα εκφράσουμε δημοκρατικά και σε ένα υπόβαθρο ευρωπαϊκών ηθικών εννοιών και τόσο πιο σαφές θα γίνεται ότι όλα αυτά δεν έχουν καμία αξία, αν δεν μπορούμε να υποβάλουμε τη μορφή της στον δοκιμαστικό έλεγχο του κράτους δικαίου και της δικαιοσύνης, στον έλεγχο μεταξύ των ίδιων των ατόμων, καθώς και μεταξύ ατόμων και κρατικού ελέγχου.Denn je besser wir die vier Evangelien des Binnenmarktes, die Freizügigkeit von Menschen, Waren, Kapital und Dienstleistungen, durchbuchstabieren, je idealer wir sie in demokratischer Weise strukturieren und vor dem Hintergrund europäischer Wertvorstellungen konturieren, desto klarer tritt hervor, dass dies alles nichts wert ist, wenn wir ihre Form, zwischen Individuen untereinander und auch zwischen Individuen und staatlicher Gewalt, nicht auf dem Prüfstand von Rechtsstaatlichkeit und Gerechtigkeit stellen können.

Übersetzung bestätigt

Οι χριστιανοί που κηρύττουν το ευαγγέλιο, ιδίως σε έναν δημόσιο χώρο σε ανθρώπους άλλης πίστης οι οποίοι προσβάλλονται και ισχυρίζονται ότι πρόκειται για επίθεση κατά της αξιοπρέπειάς τους, ενδέχεται να παραβιάζουν τον νόμο αυτό.Christen, die das Evangelium predigen, beispielsweise auf einem öffentlichen Platz, an dem sich Menschen anderer Glaubensrichtungen aufhalten und die dies als Verstoß und Angriff auf ihre Würde anklagen, könnten gegen dieses Gesetz verstoßen.

Übersetzung bestätigt

Αυτό που έδωσε στην Ευρώπη αυτό το βαθύτατο θεμέλιο ενότητας και την ενίσχυσε για αιώνες ήταν ο χριστιανισμός, το χριστιανικό ευαγγέλιο με την κατανόησή του για την ανθρωπότητα και τη συμβολή του στην ανάπτυξη της ιστορίας, των λαών και των εθνών.Das Christentum hat Europa jahrhundertelang die stabilste Basis für Einheit und Stärke gegeben sowie das Evangelium mit seinem Menschenbild und seinem Beitrag zur Geschichte, für die Völker und Nationen. Damit ist jedoch nicht gesagt, dass wir die Geschichte nur für unsere eigene Zwecke nutzen.

Übersetzung bestätigt

Δεν είναι όμως δυνατόν να περιμένετε να ακουστεί το ευαγγέλιο ενώ ετοιμάζετε συνέντευξη Τύπου με το Νέλσον Μαντέλα.Doch Sie können nicht auf das Evangelium warten, während Sie beim Fototermin mit Nelson Mandela sind.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Noch keine deutschen Synonyme



Griechische Definition zu ευαγγέλιο

ευαγγέλιο το [evangédivo] : 1.ονομασία του καθενός από τα παλαιά κείμενα που περιέχουν τη ζωή και τη διδασκαλία του Iησού Xριστού: Tα τέσσερα (κανονικά) Ευαγγέλια, που επίσημα έγιναν δεκτά από την εκκλησία. ANT Aπόκρυφα* Ευαγγέλια. Tο Ευαγγέλιο του Mατθαίου / του Mάρκου / του Λουκά / του Iωάννη. Mετάφραση των Ευαγγελίων στη νέα ελληνική γλώσσα. || (επέκτ.) η Kαινή Διαθήκη. α. η διδασκαλία του Xριστού και γενικά ο χριστιανισμός: Φλογεροί ιεραπόστολοι διέδωσαν το ευαγγέλιο σε μακρινές χώρες. β. κάθε αυτοτελές απόσπασμα από τα ευαγγέλια που διαβάζεται κατά τις ιερές ακολουθίες και ιδίως κατά τη Θεία Λειτουργία: Ο διάκος ανέβηκε στον άμβωνα για να διαβάσει το ευαγγέλιο. Πήγε στην εκκλησία λίγο πριν / μετά το ευαγγέλιο, για τη σχετική στιγμή. Tα δώδεκα Ευαγγέλια, που διαβάζονται το βράδυ της Mεγάλης Πέμπτης. ΦΡ (αυτό είναι) αλλουνού παπά ευαγγέλιο, ανήκει στην αρμοδιότητα άλλου ή σε άλλη χρονική στιγμή. μα τα δώδεκα Ευαγγέλια, ως όρκος. γ. το βιβλίο που περιέχει τα αποσπάσματα από τα Ευαγγέλια που διαβάζονται κατά τις ιερές ακολουθίες και ιδίως κατά τη Θεία Λειτουργία: Ένα παλιό χρυσόδετο ευαγγέλιο. Ορκίστηκε (βάζοντας το χέρι πάνω) στο ιερό ευαγγέλιο. Δε βάζω το χέρι στο ευαγγέλιο, δεν είμαι απόλυτα σίγουρος, δεν επιμένω. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback