{το}  εμβόλιο Subst.  [emvolio, embolio]

{die}    Subst.
(300)

Etymologie zu εμβόλιο

εμβόλιο spätgriechisch υποκοριστικό altgriechisch ἔμβολον


GriechischDeutsch
Αυτή η νέα ασθένεια πρέπει να ταξινομηθεί στην κατηγορία «Ασθένειες που προλαμβάνονται με εμβολιασμό» καθώς, έστω και αν δεν διατίθεται προς το παρόν εμβόλιο για την πρόληψή της, διατίθενται οι επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις για την εκπόνηση και την παρασκευή του μόλις ταυτοποιηθεί οριστικά το στέλεχός της.Diese neue Krankheit sollte in die Kategorie „durch Impfung verhütbare Krankheiten“ aufgenommen werden. Zwar steht bislang noch kein Impfstoff zur Verfügung, jedoch ist der wissenschaftliche und technische Kenntnisstand so hoch, dass unmittelbar nach der endgültigen Identifizierung des Virusstamms ein Impfstoff entwickelt und hergestellt werden kann.

Übersetzung bestätigt

Η πανώλης των μικρών μηρυκαστικών μπορεί να καταπολεμηθεί μέσω εμβολιασμού, ενώ διατίθεται και εμβόλιο κατά όλων των οροτύπων, το οποίο παρέχει διαρκή προστασία από τη νόσο.Die Pest der kleinen Wiederkäuer kann durch Impfung bekämpft werden; es steht ein Impfstoff zur Verfügung, der gegen alle Serotypen wirkt und lang anhaltend vor der Seuche schützt.

Übersetzung bestätigt

Βάσει της εμπειρίας που αποκτήθηκε από τον εμβολιασμό κατά του καταρροϊκού πυρετού στα κράτη μέλη, είναι αναγκαίο, προκειμένου να προληφθεί η εισαγωγή ορότυπων που δεν ανιχνεύτηκαν προηγουμένως σε ένα οικοσύστημα, να δημιουργηθεί η ικανότητα προσφυγής, σε περίπτωση ανάγκης, σε μονοσθενή εμβόλια που περιέχουν μόνο τον ορότυπο που έχει ήδη εξαπλωθεί ή απειλεί άμεσα την περιοχή.Angesichts der Erfahrungen mit der Impfung gegen die Blauzungenkrankheit in den Mitgliedstaaten zur Verhinderung der Einschleppung bislang unentdeckter Serotypen in ein Ökosystem ist es notwendig, Reserven anzulegen, um im Notfall auf monovalente Impfstoffe zurückgreifen zu können, die nur den bereits vorhandenen oder die Region direkt gefährdenden Serotyp enthalten.

Übersetzung bestätigt

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 της ίδιας οδηγίας, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να εμβολιάζει συστηματικά τα ιπποειδή κατά της AHS, ωστόσο, κανένα εμβόλιο κατά της AHS δεν παράγεται από φαρμακοβιομηχανία που είναι εγκατεστημένη στα κράτη μέλη ούτε έχει καταχωριστεί στην Ευρώπη από διεθνή παραγωγό.Gemäß Artikel 9 Absatz 2 der genannten Richtlinie kann die Kommission entscheiden, systematische Impfungen von Equiden gegen die Pferdepest durchzuführen; allerdings wird derzeit kein Pferdepestimpfstoff von der pharmazeutischen Industrie in den Mitgliedstaaten produziert, in Europa ist auch keiner von einem internationalen Hersteller registriert worden.

Übersetzung bestätigt

βρίσκονταν, κατά την εποχικώς απαλλαγμένη από φορείς του ιού περίοδο, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με το παράρτημα V, σε μια ζώνη εποχικώς απαλλαγμένη από τον καταρροϊκό πυρετό του προβάτου, από τη στιγμή της γέννησής τους ή για τουλάχιστον 60 ημέρες πριν από την ημερομηνία του εμβολιασμού και έχουν εμβολιασθεί με αδρανοποιημένο εμβόλιο πριν από τουλάχιστον τον αριθμό ημερών που απαιτείται για την έναρξη της περιόδου ανοσίας που ορίζεται στις προδιαγραφές του εμβολίου που έχει εγκριθεί στο πλαίσιο του προγράμματος εμβολιασμού.sie wurden während des saisonal vektorfreien Zeitraums gemäß Anhang V von Geburt an oder zumindest in den letzten 60 Tagen vor der Impfung in einer saisonal von der Blauzungenkrankheit freien Zone gehalten und mit einem Totimpfstoff mindestens vor so vielen Tagen geimpft, wie für das Einsetzen der Immunität erforderlich sind, das in der Beschreibung des für das Impfprogramm zugelassenen Impfstoffs angegeben ist.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter



Griechische Definition zu εμβόλιο

εμβόλιο το [emvódivo] : 1.(ιατρ.) παρασκεύασμα μικροβίων και παραγώγων τους που εισάγεται στον οργανισμό με σκοπό την πρόκληση ανοσίας σε ορισμένη νόσο ή την ανάπτυξη αμυντικών δυνάμεων: Aντιτυφικό / αντιχολερικό / αντιτετανικό εμβόλιο. εμβόλιο διφθερίτιδας / ιλαράς. Πολλαπλό εμβόλιο. Kάνω εμβόλιο, εμβολιάζω άλλον ή εμβολιάζομαι. H παρασκευή εμβολίου κατά της γρίπης. εμβόλιο κατά της ευλογιάς, βατσίνα, δαμαλισμός. || το σημάδι που αφήνει στο δέρμα ο εμβολιασμός: Έχω ένα εμβόλιο στο αριστερό μου μπράτσο. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback