ριψοκινδυνεύω Verb  [ripsokindinevo, ripsokinthinevo, ripsokindyneyw]

  Verb
(3)
(0)

Etymologie zu ριψοκινδυνεύω

ριψοκινδυνεύω Koine-Griechisch ῥιψοκινδυνέω / ῥιψοκινδυνῶ


GriechischDeutsch
Γι' αυτόν ριψοκινδυνεύω και την ζωή μου.Für ihn würde ich mein Leben riskieren.

Übersetzung nicht bestätigt

Εγώ δε ριψοκινδυνεύω να έχουν δίκιο.Ich kann nicht riskieren, dass sie Recht haben.

Übersetzung nicht bestätigt

Αλλά δε ριψοκινδυνεύω να έχεις δίκιο κι εγώ να μη κάνω τίποτα.Ich kann nicht riskieren, dass du Recht hast und ich nichts dagegen unternommen habe.

Übersetzung nicht bestätigt


Griechische Synonyme
αποτολμώ
διακινδυνεύω
ρισκάρω
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu ριψοκινδυνεύω

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ριψοκινδυνεύωριψοκινδυνεύουμε, ριψοκινδυνεύομε
ριψοκινδυνεύειςριψοκινδυνεύετε
ριψοκινδυνεύειριψοκινδυνεύουν(ε)
Imper
fekt
ριψοκινδύνευαριψοκινδυνεύαμε
ριψοκινδύνευεςριψοκινδυνεύατε
ριψοκινδύνευεριψοκινδύνευαν, ριψοκινδυνεύαν(ε)
Aoristριψοκινδύνεψα, ριψοκινδύνευσαριψοκινδυνέψαμε, ριψοκινδυνεύσαμε
ριψοκινδύνεψες, ριψοκινδύνευσεςριψοκινδυνέψατε, ριψοκινδυνεύσατε
ριψοκινδύνεψε, ριψοκινδύνευσεριψοκινδύνεψαν, ριψοκινδυνεψαν(ε)
ριψοκινδύνευσαν, ριψοκινδυνεύσαν(ε)
Per
fekt
έχω ριψοκινδυνέψει
έχω ριψοκινδυνεύσει
έχουμε ριψοκινδυνέψει
έχουμε ριψοκινδυνεύσει
έχεις ριψοκινδυνέψει
έχεις ριψοκινδυνεύσει
έχετε ριψοκινδυνέψει
έχετε ριψοκινδυνεύσει
έχει ριψοκινδυνέψει
έχει ριψοκινδυνεύσει
έχουν ριψοκινδυνέψει
έχουν ριψοκινδυνεύσει
Plu
per
fekt
είχα ριψοκινδυνέψει
είχα ριψοκινδυνεύσει
είχαμε ριψοκινδυνέψει
είχαμε ριψοκινδυνεύσει
είχες ριψοκινδυνέψει
είχες ριψοκινδυνεύσει
είχατε ριψοκινδυνέψει
είχατε ριψοκινδυνεύσει
είχε ριψοκινδυνέψει
είχε ριψοκινδυνεύσει
είχαν ριψοκινδυνέψει
είχαν ριψοκινδυνεύσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ριψοκινδυνεύωθα ριψοκινδυνεύουμε, θα ριψοκινδυνεύομε
θα ριψοκινδυνεύειςθα ριψοκινδυνεύετε
θα ριψοκινδυνεύειθα ριψοκινδυνεύουν(ε)
Fut
ur
θα ριψοκινδυνέψω, θα ριψοκινδυνεύσωθα ριψοκινδυνέψουμε, θα ριψοκινδυνέψομε
θα ριψοκινδυνεύσουμε, θα ριψοκινδυνεύσομε
θα ριψοκινδυνέψεις, θα ριψοκινδυνεύσειςθα ριψοκινδυνέψετε, θα ριψοκινδυνεύσετε
θα ριψοκινδυνέψει, θα ριψοκινδυνεύσειθα ριψοκινδυνέψουν(ε), θα ριψοκινδυνεύσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ριψοκινδυνέψει
θα έχω ριψοκινδυνεύσει
θα έχουμε ριψοκινδυνέψει
θα έχουμε ριψοκινδυνεύσει
θα έχεις ριψοκινδυνέψει
θα έχεις ριψοκινδυνεύσει
θα έχετε ριψοκινδυνέψει
θα έχετε ριψοκινδυνεύσει
θα έχει ριψοκινδυνέψει
θα έχει ριψοκινδυνεύσει
θα έχουν ριψοκινδυνέψει
θα έχουν ριψοκινδυνεύσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ριψοκινδυνεύωνα ριψοκινδυνεύουμε, να ριψοκινδυνεύομε
να ριψοκινδυνεύειςνα ριψοκινδυνεύετε
να ριψοκινδυνεύεινα ριψοκινδυνεύουν(ε)
Aoristνα ριψοκινδυνέψω, να ριψοκινδυνεύσωνα ριψοκινδυνέψουμε, να ριψοκινδυνέψομε
να ριψοκινδυνεύσουμε, να ριψοκινδυνεύσομε
να ριψοκινδυνέψεις, να ριψοκινδυνεύσειςνα ριψοκινδυνέψετε, να ριψοκινδυνεύσετε
να ριψοκινδυνέψει, να ριψοκινδυνεύσεινα ριψοκινδυνέψουν(ε), να ριψοκινδυνεύσουν(ε)
Perfνα έχω ριψοκινδυνέψει
να έχω ριψοκινδυνεύσει
να έχουμε ριψοκινδυνέψει
να έχουμε ριψοκινδυνεύσει
να έχεις ριψοκινδυνέψει
να έχεις ριψοκινδυνεύσει
να έχετε ριψοκινδυνέψει
να έχετε ριψοκινδυνεύσει
να έχει ριψοκινδυνέψει
να έχει ριψοκινδυνεύσει
να έχουν ριψοκινδυνέψει
να έχουν ριψοκινδυνεύσει
Imper
ativ
Presριψοκινδύνευεριψοκινδυνεύετε
Aoristριψοκινδύνεψε, ριψοκινδύνευσεριψοκινδυνέψτε, ριψοκινδυνέψετε
ριψοκινδυνεύστε, ριψοκινδυνεύσετε
Part
izip
Presριψοκινδυνεύοντας
Perfέχοντας ριψοκινδυνέψει, έχοντας ριψοκινδυνεύσει
InfinAoristριψοκινδυνέψει, ριψοκινδυνεύσει





Griechische Definition zu ριψοκινδυνεύω

ριψοκινδυνεύω [ripsokinδinévo] .1α : α.εκθέτω κτ. σε πιθανό κίνδυνο: ριψοκινδυνεύω τη ζωή μου / τα χρήματά μου. β. τολμώ και εκθέτω τον εαυτό μου σε πιθανό κίνδυνο: Ριψοκινδυνεύουν στη θάλασσα.

[λόγ. < αρχ. ῥιψοκινδυν(ῶ) μεταπλ. -εύω κατά το ελνστ. ουσ. ῥιψοκινδυνευσία]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback