{der} Schuppen (ugs.) Subst.(63) |
πιτυρίδα altgriechisch πιτυρίς πίτυρον
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Διατυπώνονται και ισχυρισμοί όπως "100% κάλυψητων γκρίζων μαλλιών" για βαφές ή "το 70% των γυναικών συμφωνούν ότι η πιτυρίδα εξαφανίστηκε μετά από μία μόλις χρήση", που υποτίθεται ότι προέρχονται από καταναλωτές σχετικά με ένα "αντιπιτυριδικό" σαμπουάν. | Weitere Werbeaussagen sind zum Beispiel "100%ige Grauabdeckung" bei einem Haarfärbemittel oder Bezugnahmen auf Verbraucherumfragen (hier zu einem Anti-Schuppen-Shampoo) wie "70% der Kundinnen geben an, dass ihr Haar nach einmaliger Benutzung schuppenfrei war". Übersetzung bestätigt |
Περαιτέρω ισχυρισμοί όπως "κάλυψη 100% των γκρίζων μαλλιών" για βαφές ή "το 70% των γυναικών συμφωνούν ότι η πιτυρίδα εξαφανίστηκε μετά από μία μόλις χρήση" υπονοούν ότι πραγματοποιήθηκαν μελέτες στους καταναλωτές σχετικά με το "αντιπιτυριδικό" σαμπουάν. | Weitere Werbeaussagen sind zum Beispiel "100%ige Grauabdeckung" bei einem Haarfärbemittel oder Bezugnahmen auf Verbraucherumfragen (hier zu einem Anti-Schuppen-Shampoo) wie "70% der Kundinnen geben an, dass ihr Haar nach einmaliger Benutzung schuppenfrei war". Übersetzung bestätigt |
πιτυρίδα | Schuppen Übersetzung bestätigt |
πάχυνση του δέρματος, ξηροδερμία, κοκκίνισμα του δέρματος, αποχρωματισμός του δέρματος, νιφάδες με φαγούρα στο κρανίο ή το δέρμα, πιτυρίδα | Verdickung der Haut, trockene Haut, Hautrötung, Farbveränderungen der Haut, schuppige, juckende (Kopf-)Haut, Schuppen Übersetzung bestätigt |
Διαταραχές του ήπατος ίκτερος και των χοληφόρων Διαταραχές του δέρματος ακμή, αγγειονευρωτικό οίδημα, πιτυρίδα, ξηροδερμία, ερύθημα, και του υποδόριου ιστού υπερκεράτωση, κνησμός, εξάνθημα, εξάνθημα ερυθηματώδες, εξάνθημα γενικευμένο, εξάνθημα κηλιδοβλατιδώδες, εξάνθημα βλατιδώδες, σμηγματορροϊκή δερματίτιδα, δυσχρωματισμός δέρματος, διαταραχή δέρματος, βλάβη δέρματος Διαταραχές του μυοσκελετικού συστήματος και του συνδετικού ιστού | Akne, angioneurotisches Ödem, Schuppen, trockene Haut, Erythem, Hyperkeratose, Pruritus, Hautausschlag, erythematöser Hautausschlag, generalisierter Hautausschlag, makulo-papulärer Hautausschlag, papulärer Hautausschlag, seborrhoeische Dermatitis, Hautverfärbung, Hauterkankung, Hautschäden Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Bedeutung |
---|
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
πιτυρίδα η [pitiríδa] : μικρά κομματάκια δέρματος (λέπια), που πέφτουν από το κεφάλι εξαιτίας της πιτυρίασης: Έχω / πάσχω από πιτυρίδα. Σαπούνι / σαμπουάν κατά της πιτυρίδας.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.