{η}  πένα Subst.  [pena]

{der}    Subst.
(70)
{der}  
Stift (ugs.)
  Subst.
(62)
{der}    Subst.
(29)
{das}    Subst.
(2)

Etymologie zu πένα

πένα


GriechischDeutsch
Ωστόσο, το πρωί έχω αποφασισμένος να ρίξετε μια ματιά σε αυτό ούτως ή άλλως, έτσι αγόρασα ένα δεκάρα μπουκάλι μελάνι, και με μια πένα-στυλό, και επτά φύλλα χαρτιού Foolscap, IDoch am Morgen beschloss ich, einen Blick auf sie ohnehin haben, so kaufte ich mir eine Penny Flasche Tinte und mit einer Feder-Stift, und sieben Blätter foolscap Papier, I begann für Papst-Court.

Übersetzung nicht bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung



Griechische Definition zu πένα

πένα η [péna] : I1α. μικρό οξύ έλασμα που το χρησιμοποιούσαν παλαιότερα, όταν ακόμη έγραφαν με υγρό μελάνι, προσαρμόζοντάς το στην άκρη κονδυλοφόρου ή στιλογράφου μελάνης: Xρυσή πένα. β. μικρό οξύ έλασμα, προσαρμοσμένο στην άκρη στιλογράφου μελάνης. || (επέκτ.) στιλογράφος μελάνης με πένα. γ. (μτφ.) η ικανότητα κάποιου να γράφει, η συγγραφική ικανότητα: Έχει (καλή / γερή / δυνατή) πένα, έχει την ικανότη τα, ξέρει και γράφει καλά. (έκφρ.) άνθρωπος της πένας, που ασχολείται με συγγραφική εργασία. ΦΡ πληρωμένη πένα, για πρόσωπο που, από ιδιοτέλεια, υποστηρίζει με δημοσιεύματά του απόψεις που δεν τις πιστεύει· ΣYN ΦΡ πληρωμένος κονδυλοφόρος. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback