{το}  κατηγορούμενο Subst.  [katigorumeno, katirorumeno, kathgoroymeno]

{das}    Subst.
(0)
{das}    Subst.
(0)
{das}    Subst.
(0)
{das}    Subst.
(0)

Etymologie zu κατηγορούμενο

κατηγορούμενο altgriechisch κατηγορούμενον, μετοχή παθητικού ενεστώτα του ρήματος κατηγοροῦμαι


GriechischDeutsch
Με τα υποκείμενά σου, δεν δικαιούσαι κατηγορούμενο.Mit deinen Subjekten verdienst du keine Prädikate.

Übersetzung nicht bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung



Griechische Definition zu κατηγορούμενο

κατηγορούμενο το [katiγorúmeno] : (γραμμ.) όνομα (επίθετο ή ουσιαστικό) ή άλλη λέξη ή ομάδες λέξεων που, μαζί με το ρήμα “είμαι” ή με άλλο συγγενικό, φανερώνει ποια ποσότητα ή ιδιότητα αποδίδεται στο υποκείμενο, π.χ. «Ο Γιώργος είναι αξιολύπητος / είναι να τον λυπάσαι». Επιρρηματικό κατηγορούμενο, όταν εκφράζει κάποια επιρρηματική σχέση, π.χ. «H σημαία κυματίζει περήφανη (περήφανα)». Προληπτικό κατηγορούμενο, όταν το συνδετικό ρήμα φανερώνει σκοπό ή εξέλιξη, π.χ. «Ο Γιάννης σπουδάζει γιατρός (για να γίνει γιατρός)».

[λόγ. < αρχ. κατηγορούμενον ουσιαστικοπ. ουδ. μπε. του κατηγορῶ]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback