ευχαριστώ Koine-Griechisch εὐχαριστέω / εὐχαριστῶ altgriechisch εὐχάριστος εὖ + χάρις
Griechisch | Deutsch |
---|---|
"Σας ευχαριστώ που μου δίνετε την ευκαιρία σήμερα να παρουσιάσω στα μέλη του τμήματος "Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον" το Πράσινο Βιβλίο που υιοθέτησε πρόσφατα η Επιτροπή για την μελλοντική Κοινή Αλιευτική Πολιτική. | "Ich danke Ihnen, dass Sie mir heute Gelegenheit geben, den Mitgliedern der Fachgruppe Landwirtschaft, ländliche Entwicklung, Umweltschutz das unlängst verabschiedete 'Grünbuch über die Zukunft der gemeinsamen Fischereipolitik' (GFP) vorzustellen. Übersetzung bestätigt |
Σας ευχαριστώ για την πρόσκλησή σας να συμμετάσχω στη σημερινή συνεδρίαση κατά την οποία θα εξετάσετε τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την "Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για τη δημιουργία του Ταμείου συνοχής". | für die Einladung zur Teilnahme an ihrer heutigen Sitzung, in der Sie die Stellungnahme des Wirtschaftsund Sozialausschusses zum "Vorschlag für eine Verordnung des Rates zur Errichtung des Kohäsionsfonds" erörtern, danke ich Ihnen sehr. Übersetzung bestätigt |
Σας ευχαριστώ πολύ. | Ich danke Ihnen für Ihre Aufmerksamkeit. Übersetzung bestätigt |
Σας ευχαριστώ. | Ich danke Ihnen für Ihre Aufmerksamkeit. Übersetzung bestätigt |
Σας ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας". | Ich danke Ihnen für Ihre Aufmerksamkeit." Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
ευχαρίστως |
ευχαριστώ· |
ευχαριστώ πολύ |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | ευχαριστώ | ευχαριστούμε | ευχαριστούμαι | ευχαριστούμαστε |
ευχαριστείς | ευχαριστείτε | ευχαριστείσαι | ευχαριστείστε | ||
ευχαριστεί | ευχαριστούν(ε) | ευχαριστείται | ευχαριστούνται | ||
Imper fekt | ευχαριστούσα | ευχαριστούσαμε | ευχαριστούμουν | ευχαριστούμαστε | |
ευχαριστούσες | ευχαριστούσατε | ||||
ευχαριστούσε | ευχαριστούσαν(ε) | ευχαριστούνταν, ευχαριστείτο | ευχαριστούνταν, ευχαριστούντο | ||
Aorist | ευχαρίστησα | ευχαριστήσαμε | ευχαριστήθηκα | ευχαριστηθήκαμε | |
ευχαρίστησες | ευχαριστήσατε | ευχαριστήθηκες | ευχαριστηθήκατε | ||
ευχαρίστησε | ευχαρίστησαν, ευχαριστήσαν(ε) | ευχαριστήθηκε | ευχαριστήθηκαν, ευχαριστηθήκαν(ε) | ||
Perf ekt | έχω ευχαριστήσει έχω ευχαριστημένο | έχουμε ευχαριστήσει έχουμε ευχαριστημένο | έχω ευχαριστηθεί είμαι ευχαριστημένος, -η | έχουμε ευχαριστηθεί είμαστε ευχαριστημένοι, -ες | |
έχεις ευχαριστήσει έχεις ευχαριστημένο | έχετε ευχαριστήσει έχετε ευχαριστημένο | έχεις ευχαριστηθεί είσαι ευχαριστημένος, -η | έχετε ευχαριστηθεί είστε ευχαριστημένοι, -ες | ||
έχει ευχαριστήσει έχει ευχαριστημένο | έχουν ευχαριστήσει έχουν ευχαριστημένο | έχει ευχαριστηθεί είναι ευχαριστημένος, -η, -ο | έχουν ευχαριστηθεί είναι ευχαριστημένοι, -ές, -α | ||
Plu perf ekt | είχα ευχαριστήσει είχα ευχαριστημένο | είχαμε ευχαριστήσει είχαμε ευχαριστημενο | είχα ευχαριστηθεί ήμουν ευχαριστημένος, -η | είχαμε ευχαριστηθεί ήμαστε ευχαριστημένοι, -ες | |
είχες ευχαριστήσει είχες ευχαριστημένο | είχατε ευχαριστήσει είχατε ευχαριστημένο | είχες ευχαριστηθεί ήσουν ευχαριστημένος, -η | είχατε ευχαριστηθεί ήσαστε ευχαριστημένοι, -ες | ||
είχε ευχαριστήσει είχε ευχαριστημένο | είχαν ευχαριστήσει είχαν ευχαριστημένο | είχε ευχαριστηθεί ήταν ευχαριστημένος, -η, -ο | είχαν ευχαριστηθεί ήταν ευχαριστημένοι, -ες, -α | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα ευχαριστώ | θα ευχαριστούμε | θα ευχαριστούμαι | θα ευχαριστούμαστε | |
θα ευχαριστείς | θα ευχαριστείτε | θα ευχαριστείσαι | θα ευχαριστείστε | ||
θα ευχαριστεί | θα ευχαριστούν(ε) | θα ευχαριστείται | θα ευχαριστούνται | ||
Fut ur | θα ευχαριστήσω | θα ευχαριστήσουμε | θα ευχαριστηθώ | θα ευχαριστηθούμε | |
θα ευχαριστήσεις | θα ευχαριστήσετε | θα ευχαριστηθείς | θα ευχαριστηθείτε | ||
θα ευχαριστήσει | θα ευχαριστήσουν(ε) | θα ευχαριστηθεί | θα ευχαριστηθούν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω ευχαριστήσει θα έχω ευχαριστημένο | θα έχουμε ευχαριστήσει θα έχουμε ευχαριστημένο | θα έχω ευχαριστηθεί θα είμαι ευχαριστημένος, -η | θα έχουμε ευχαριστηθεί θα είμαστε ευχαριστημένοι, -ες | |
θα έχεις ευχαριστήσει θα έχεις ευχαριστημένο | θα έχετε ευχαριστήσει θα έχετε ευχαριστημένο | θα έχεις ευχαριστηθεί θα είσαι ευχαριστημένος, -η | θα έχετε ευχαριστηθεί θα είστε ευχαριστημένοι, -η | ||
θα έχει ευχαριστήσει θα έχει ευχαριστημένο | θα έχουν ευχαριστήσει θα έχουν ευχαριστημένο | θα έχει ευχαριστηθεί θα είναι ευχαριστημένος, -η, -ο | θα έχουν ευχαριστηθεί θα είναι ευχαριστημένοι, -ες, -α | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να ευχαριστώ | να ευχαριστούμε | να ευχαριστούμαι | να ευχαριστούμαστε |
να ευχαριστείς | να ευχαριστείτε | να ευχαριστείσαι | να ευχαριστείστε | ||
να ευχαριστεί | να ευχαριστούν(ε) | να ευχαριστείται | να ευχαριστούνται | ||
Aorist | να ευχαριστήσω | να ευχαριστήσουμε, να ευχαριστήσομε | να ευχαριστηθώ | να ευχαριστηθούμε | |
να ευχαριστήσεις | να ευχαριστήσετε | να ευχαριστηθείς | να ευχαριστηθείτε | ||
να ευχαριστήσει | να ευχαριστήσουν(ε) | να ευχαριστηθεί | να ευχαριστηθούν(ε) | ||
Perf | να έχω ευχαριστήσει να έχω ευχαριστημένο | να έχουμε ευχαριστήσει να έχουμε ευχαριστημένο | να έχω ευχαριστηθεί να είμαι ευχαριστημένος, -η | να έχουμε ευχαριστηθεί να είμαστε ευχαριστημενοι, -ες | |
να έχεις ευχαριστήσει να έχεις ευχαριστημένο | να έχετε ευχαριστήσει να έχετε ευχαριστημένο | να έχεις ευχαριστηθεί να είσαι ευχαριστημένος, -η | να έχετε ευχαριστηθεί να είστε ευχαριστημένοι, -ες | ||
να έχει ευχαριστήσει να έχει ευχαριστημένο | να έχουν ευχαριστήσει να έχουν ευχαριστημένο | να έχει ευχαριστηθεί να είναι ευχαριστημένος, -η, -ο | να έχουν ευχαριστηθεί να είναι ευχαριστημένοι, -ες, -α | ||
Imper ativ | Pres | ευχαριστείτε | ευχαριστείστε | ||
Aorist | ευχαρίστησε | ευχαριστήστε, ευχαριστήσετε | ευχαριστήσου | ευχαριστηθείτε | |
Part izip | Pres | ευχαριστώντας | |||
Perf | έχοντας ευχαριστήσει, έχοντας ευχαριστημένο | ευχαριστημένος, -η, -ο | ευχαριστημένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | ευχαριστήσει | ευχαριστηθεί |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | danke | ||
du | dankst | |||
er, sie, es | dankt | |||
Präteritum | ich | dankte | ||
Konjunktiv II | ich | dankte | ||
Imperativ | Singular | dank! danke! | ||
Plural | dankt! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
gedankt | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:danken |
ευχαριστώ [efxaristó] -ούμαι .1β (παθ. στη σημ. II) : I.εκφράζω τις ευχαριστίες μου σε κπ., για κτ. που μου πρόσφερε, μου είπε κτλ.: Σε ευχαριστώ θερμά / από τα βάθη της καρδιάς μου για τη βοήθειά σου / για το δώρο σου. Δε βρίσκω λόγια να σε ευχαριστήσω. Σε ευχαριστώ εκ των προτέρων. Θέλω να σε ευχαριστήσω (για ). Mη με ευχαριστείς, δεν έκανα τίποτε σπουδαίο / ήταν υποχρέωσή μου. (ευγενικός τρόπος για να αρνηθούμε κτ. ή ειρωνικά και με πικρία για κάποια αρνητική για μας συμπεριφορά): Θέλεις να σε βοηθήσω; - Όχι, σε ευχαριστώ. Kάτι σου ζήτησα και δεν μου το έφερες, ευχαριστώ, δεν πειράζει. Σε ευχαριστώ για όσα διαδίδεις σε βάρος μου. || εκφράζω ευγνωμοσύνη: Nα ευχαριστείς το Θεό που σου δίνει υγεία. Σε ευχαριστώ Θεέ μου. ευχαριστώ την τύχη μου. || (συνήθ. σε επιφ. πρότ.): ευχαριστώ / ευχαριστώ πολύ! Tι κάνεις; -Kαλά, ευχαριστώ! Θέλετε να σας προσφέρω κάτι; - Όχι, ευχαριστώ. Ένα τσιγάρο; -ευχαριστώ δεν καπνίζω. (ειρ.) ευχαριστώ, να λείπει η βοήθεια. Ευχαριστούμε, αυτό το ξέραμε κι εμείς, όταν μας υποδεικνύουν κτ. αυτονόητο. || (ως ουσ.) το ευχαριστώ, λόγια ευχαριστίας: Θέλω να σου πω ένα (μεγάλο) ευχαριστώ. Δεν είπε / δεν άκουσα (από τα χείλη του / από το στόμα του) ούτε ένα ευχαριστώ. Aυτό ήταν το ευχαριστώ, για όσα έκανα για σένα;, για αγνωμοσύνη ή για κακή συμπεριφορά. II1α. προξενώ σε κπ. ευχαρίστηση, χαρά: Mε ευχαρίστησες με το δώρο σου. Tα νέα σου με ευχαρίστησαν. Πολύ ευχαριστήθηκα που σε είδα, χάρηκα. Kάνει ό,τι μπορεί για να μας ευχαριστήσει. β. για κτ. που ευχαριστεί κπ., που του αρέσει: Mε ευχαριστεί πολύ ο πρωινός περίπατος. || χαίρομαι2: Ευχαριστείται να φιλοξενεί φίλους. Ευχαριστιέσαι να τον ακούς να μιλάει. γ. (παθ., συνήθ. μππ.) είμαι ικανοποιημένος από κπ. ή από κτ.: Είναι άνθρωπος ανικανοποίητος, δεν ευχαριστιέται με τίποτε. Είμαι ευχαριστημένος από τη δουλειά μου / από τα παιδιά μου. 2. (παθ.) απολαμβάνω κτ. ή κπ.: Πολύ καλό εστιατόριο, το ευχαριστηθήκαμε το φαγητό. Ευχαριστήθηκα ύπνο σήμερα. Mη φεύγεις τόσο γρήγορα, δεν πρόλαβα να σε ευχαριστηθώ. || Aχ! καλά να πάθει, πολύ ευχαριστήθηκα, χαιρέκακη παρατήρηση για κάποιο πάθημα ανθρώπου που δε συμπαθούμε.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.